Η Ελλάδα βρίσκεται στη δίνη ενός προεκλογικού αγώνα για την ανάδειξη της επόμενης κυβέρνησης. Το βασικό μέλημα των πρωταγωνιστών αυτής της προεκλογικής δημοκρατικής αντιπαράθεσης είναι, όπως συμβαίνει συνήθως, η προβολή των προγραμμάτων, των πολιτικών, η καλλιέργεια των προσδοκιών και η χάραξη των στρατηγικών του παρόντος και του μέλλοντος, έτσι ώστε να ασκηθεί η μεγαλύτερη δυνατή επιρροή στο εκλογικό σώμα, που θα αποφέρει πολιτικά κέρδη για τον καθένα συμμετέχοντα σε αυτόν τον αγώνα αντιπαράθεσης για την πολιτική εξουσία της χώρας.
Τίθενται τα ζητήματα των συνεργασιών, των μικρών ή μεγάλων συνασπισμών ή και ακόμη της αυτοδυναμίας των διαφόρων κομματικών σχηματισμών, υπάρχουν όμως ορισμένα ζητήματα, τα οποία άπτονται, όχι μόνο της πολιτικής αντιπαράθεσης για τη νίκη, αλλά της ύπαρξης του κράτους και της επιβίωσης του ελληνικού έθνους. Υπάρχουν ορισμένες πτυχές της πολιτικής, οι οποίες δεν εκδηλώνονται άμεσα, δεν εμφανίζονται στο προσκήνιο, όπως θα έπρεπε να φωτίζονται ως ζητήματα εξέχουσας σημασίας για την υπόσταση της χώρας.
Το πρώτιστο ζήτημα που πρέπει να τίθεται και να ενδιαφέρει άμεσα τους εμπλεκομένους στην πολιτική και κυρίως την κοινή γνώμη και που πρέπει να τίθεται όχι ως σύνθημα, αλλά ως ουσιαστικό πραγματικό ζήτημα, που παραπέμπει σε όρο επιβίωσης του κράτους, είναι η υποχρέωση της πολιτικής τάξης της χώρας να σχηματίσει την επομένη των εκλογών κυβέρνηση, που να είναι σε θέση να αναλάβει άμεσα το έργο τής διακυβέρνησης, δηλαδή της αντιμετώπισης του προβλήματος επιβίωσης του κράτους και της χάραξης πορείας ανάκαμψης της χώρας.
Δεν μπορεί η Ελλάδα να αντέξει επόμενη φάση πιέσεων, απειλών και εκβιασμών από τους εταίρους της και κυρίως δεν μπορούμε να υποστούμε ξανά την απίστευτη ταπείνωση πως εμείς οι Έλληνες που διδάξαμε την πολιτική στην Ευρώπη και στην ανθρωπότητα, δεν είμαστε σε θέση να βάλουμε τάξη στα του οίκου μας, να αποκαταστήσουμε δηλαδή την κοινωνική συνοχή, την πολιτική αξιοπιστία της χώρας και την εμπέδωση των συνθηκών οικονομικής επιβίωσης της ελληνικής κοινωνίας με όρους αξιοπρέπειας και ποιότητας ζωής.
Η κοινωνία απαιτεί από την πολιτική ηγεσία της χώρας στο σύνολό της να αφήσει τα συνθήματα και τις πρόσκαιρες ιδεολογικές αντιπαραθέσεις σκοπιμότητας και να εγκύψει με σοβαρότητα και ευθύνη από τώρα, μεσούντος του προεκλογικού αγώνα που κορυφώνεται, στο σημερινό και αυριανό πρόβλημα της χώρας, που συνίσταται στον κίνδυνο κατάρρευσης του κράτους ή στην υποταγή της χώρας σε μεγάλα συμφέροντα διεθνών παραγόντων, οι οποίοι θα υποτάξουν το κράτος και τη χώρα στη δική τους πολιτική βούληση, αφού θα μας έχουν εξαγοράσει.
Είμαστε υποχρεωμένοι να σκεφθούμε τους τρόπους άμεσης οργάνωσης της κυβερνητικής πολιτικής την επομένη των εκλογών, ώστε το κράτος, όχι μόνο να συνεχίσει να υπάρχει και να λειτουργεί αποτελεσματικά, αλλά να εκπονήσει και το πρόγραμμα υλοποίησης των συμφωνηθέντων με τους εταίρους που να επιτρέψει στη χώρα να σχεδιάσει το μέλλον της ανάκαμψης. Δεν επιτρέπεται σε καμιά περίπτωση να αρχίσει η πολιτική ηγεσία να συζητά με τις ημέρες και τις εβδομάδες το ποιος θα σχηματίσει την κυβέρνηση που θα αναλάβει την υλοποίηση συγκεκριμένων, άμεσων στρατηγικών, που αφορούν στην ταχύτερη δυνατή έξοδο από τη σημερινή βαθιά κρίση, στην οποία βρίσκεται η χώρα και που είναι πολύπλευρη και πολυδιάστατη.
Το δεύτερο ζήτημα, που πρέπει να τεθεί άμεσα και που είναι πρωταρχικής σημασίας, είναι η αναζήτηση τρόπων συγκράτησης της νεολαίας στη χώρα, η οποία κινδυνεύει να εγκαταλείψει την Ελλάδα και να μην επιστρέψει πίσω. Αυτήν την φορά η νεολαία φεύγει θυμωμένη, ταπεινωμένη και χωρίς ελπίδα για το μέλλον τής Ελλάδος. Όσοι μένουν δεν είναι απλώς απαισιόδοξοι, είναι τραυματισμένοι από την αποτυχία της ηγεσίας της χώρας να κρατήσει την Ελλάδα όρθια και από τα πλήγματα που δέχθηκε και δέχεται, αδίκως ή δικαίως, από τους τρίτους, συμμάχους, εταίρους ή εχθρούς.
Τέλος, το ζήτημα της απουσίας προσδοκιών μέλλοντος και της έλλειψης θετικών προτύπων που αφορούν στο μέλλον, αγγίζει όλη τη νέα γενιά, από την ηλικία των παιδικών χρόνων ώς την εφηβεία και την πολιτική νεολαία, οι οποίοι μεγαλώνουν χωρίς στόχους, χωρίς προσδοκίες και κυρίως χωρίς να είναι περήφανοι για τη χώρα τους. Αυτός είναι ένας αθέατος κόσμος απειλής για το μέλλον, που πρέπει να αντιμετωπιστεί με ειδικά προγράμματα, κυρίως στα σχολεία και στην εκπαιδευτική λειτουργία κοινωνικοποίησης από την ηγεσία της χώρας.
Ιδιαιτέρως όμως η Κύπρος, που αποτελεί κομμάτι του Ελληνισμού, διέρχεται τη δική της ορατή και αθέατη κρίση, που συνίσταται αφενός μεν στη συνέχιση της κατοχής, την οποία έχουμε συνηθίσει και με την οποία συμφιλιώνεται κατά τρόπο τραγικό ο κάθε Κύπριος, αφετέρου στην οικονομική κρίση, η οποία είναι βαθιά και πολύπλευρη, έστω και αν δεν είναι παντού εμφανής, κυρίως όμως η κρίση αγγίζει το αξιακό σύστημα του κυπριακού Ελληνισμού.
Αυτό σημαίνει πως τα τελευταία χρόνια, ιδιαιτέρως μετά τη μη αξιοποίηση του μεγάλου Όχι του δημοψηφίσματος, το αξιακό σύστημα της κοινωνίας μας υπέστη μια καθίζηση και αλλοτρίωση, στον βαθμό που η κρίση ταυτότητας ως προς το ποιοι είμαστε και πού πάμε, γιατί αγωνιζόμαστε, ποιοι είναι οι στόχοι μας, αυτό το γεγονός ότι χάνουμε τις αξίες του πολιτισμού μας ως Έλληνες, μας καθιστά ευάλωτους στις στρατηγικές και τις δράσεις των αντιπάλων και εχθρών της χώρας, που επιδιώκουν να θέσουν την Κύπρο υπό τον έλεγχό τους και μας μετατρέπει σε ανοχύρωτη πολιτεία.
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ Κ. ΓΙΑΛΛΟΥΡΙΔΗΣ
Καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής,
Κοσμήτορας Σχολής Διεθνών Σπουδών,
Επικοινωνίας και Πολιτισμού
Παντείου Πανεπιστημίου