Η ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΟΡΕΙΑ ΤΟΥ ΛΑΟΥ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΠΟΛΛΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ

Ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας είχε την ατυχή έμπνευση να συγκρίνει την Ελλάδα και την Τουρκία, εξισώνοντάς τες ως μητέρες πατρίδες της Κύπρου, καταργώντας με μια μονοκοντυλιά την ελληνική ιστορία της Κύπρου

Ο Ιωάννης Καποδίστριας έθεσε τα όρια του ελληνικού εθνικού κράτους συμπεριλαμβάνοντας την Κύπρο, όχι μόνο γιατί ήταν γόνος Κυπρίας μάνας, αλλά γιατί οι Έλληνες της Κύπρου συμμετείχαν ενεργά την 9η Ιουλίου 1821 στην Ελληνική Επανάσταση, συνεχίζοντας την πνευματική παράδοση του Ελληνισμού και στην Κύπρο των 3000 ετών ελληνικής ιστορίας


Τα έθνη και οι λαοί δεν υφίστανται τυχαία στον κόσμο, αλλά είναι προϊόντα ιστορικής διαδρομής, στο πλαίσιο της οποίας σμιλεύεται, ζυμώνεται και καθορίζεται η ιδιοπροσωπεία και η ιδιοσυστασία ενός έθνους, μιας εθνότητας, ενός λαού. Η ιδιοσυστασία του λαού καθιστά την οντότητά του διακριτή στο πλαίσιο των άλλων δεκάδων, εκατοντάδων εθνοτήτων, που υπάρχουν στην υφήλιο. Η ιστορική πορεία του λαού σημαίνει πολλά για την παρουσία και την ταυτότητά του στον κόσμο.

Είναι οι αγώνες του για την ελευθερία, για την επιβίωσή του, για την πολιτιστική του υπόσταση και την πνευματική του συγκρότηση, την ικανότητά του να διεκδικεί δικαιώματα και να θυσιάζεται για αρχές και αξίες, να υφίσταται κόστος αίματος για την υπόθεση της ελευθερίας και εν προκειμένω αναφερόμαστε στη συλλογική, την εθνική ελευθερία, η οποία οδηγεί και στην κρατική υπόσταση, δηλαδή την ανεξαρτησία και την απελευθέρωση από την ξένη κατοχή, την κηδεμόνευση και την ξενόδουλη εξάρτηση.

Το έθνος των Ελλήνων, συνεπικουρούμενο από τους ευρωπαϊκούς λαούς και τους φιλέλληνες ανά τον κόσμο, ιδιαιτέρως από τη νεοσύστατη αμερικανική συμπολιτεία, προϊόν της Αμερικανικής Επανάστασης, εξεγέρθηκε εναντίον του οθωμανικού ζυγού, ο οποίος κράτησε τον Ελληνισμό για τετρακόσια χρόνια στη σκλαβιά και το σκοτάδι.

Η ελληνική ανεξαρτησία ακολούθησε τη Μεγάλη Ιδέα της πραγμάτωσης του ελληνικού εθνικού κράτους, το οποίο, όπως έλεγε ο πρώτος κυβερνήτης της χώρας 1 Ιωάννης Καποδίστριας, απαντώντας το 1827 στο ερώτημα που του έθεσε ο εκπρόσωπος του Υπουργείου Εξωτερικών της Αγγλίας Wilmont Horton, για το ποία θα ήταν η χωρογραφική έκταση των ορίων που απαιτεί η Ελλάς, αυτός απάντησε: «Τα όρια ταύτα από του 1821 καθορίζονται υπό του αίματος του εκχυθέντος εις τα σφαγεία των Κυδωνιών, των Ψαρών, της Χίου, της Κρήτης, της Ρόδου και της Κύπρου…».

Ο Ιωάννης Καποδίστριας έθεσε τα όρια του ελληνικού εθνικού κράτους συμπεριλαμβάνοντας την Κύπρο, όχι μόνο γιατί ήταν γόνος Κυπρίας μάνας, αλλά γιατί οι Έλληνες της Κύπρου συμμετείχαν ενεργά με τη θυσία της ηγεσίας του τόπου την 9η Ιουλίου 1821 στην Ελληνική Επανάσταση, συνεχίζοντας την πνευματική παράδοση του Ελληνισμού και στην Κύπρο των 3000 ετών ελληνικής ιστορίας και παρουσίας στη Μεγαλόνησο. Έκτοτε δε, αναρίθμητοι και κατά χιλιάδες Κύπριοι εθελοντές συμμετείχαν σε όλους τους αγώνες του ελληνικού έθνους για την ελευθερία στον 19ο και στον 20ό αιώνα.

Το ότι η Κύπρος δεν μπόρεσε να ενωθεί με την Ελλάδα και να ενταχθεί στον εθνικό κορμό, όπως συνέβη με την Κρήτη, τη Μακεδονία και τα υπόδουλα μέρη του Ελληνισμού, οφείλεται στη διαχρονικά και ιστορικά δοκιμασμένη γεωπολιτική υπεραξία της Κύπρου, η οποία την κατεδίκασε να μην μπορέσει να γίνει ανεξάρτητη, αλλά επίσης και εξαιτίας ιστορικών λαθών και της Ελλάδας και της Κύπρου, να χάσει τη δυνατότητά της να αποκτήσει την ασφάλεια της εθνικής ενσωμάτωσης, που θα της επέτρεπε να συνεχίσει να συμμετέχει και να συμβάλλει στο αναγεννητικό έργο του Ελληνισμού και της Ελλάδος στην ιστορική πορεία του Έθνους.

Ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας είχε την ατυχή έμπνευση να συγκρίνει την Ελλάδα και την Τουρκία, εξισώνοντάς τες ως μητέρες πατρίδες της Κύπρου, καταργώντας με μια μονοκοντυλιά την ελληνική ιστορία της Κύπρου, τον ελληνικό πολιτισμό, που είναι διάχυτος σε όλο το νησί και δεν αμφισβητείται από κανέναν ξένο, ιδιαιτέρως μάλιστα στην κατεχόμενη Κύπρο, όπου από αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι και σήμερα οι Έλληνες έχυσαν το αίμα τους για την ελληνική ελευθερία της νήσου.

Εξίσωσε αυτήν την ιστορία και τον πολιτισμό, που είναι αδιαμφισβήτητη σε όλα τα διεθνώς αναγνωρισμένα ιστορικά έργα, όχι μόνο ελληνικά, αλλά κυρίως ξένα, καθώς, αν κοιτάξει κανείς τη διεθνή βιβλιογραφία, θα διαπιστώσει πως η Κύπρος είναι μια ελληνική νήσος ως προς τον πολιτισμό και την ταυτότητα. Αυτήν την ανιστόρητη εξίσωση του ελληνικού πολιτισμού της Κύπρου με την οθωμανική κατοχή, τη σκλαβιά, τον εξανδραποδισμό, την υποδούλωση των 300 χρόνων και την πρόσφατη βάρβαρη τουρκική εισβολή και κατοχή της νήσου εξεστόμισε κατά τρόπον εκ πρώτης όψεως ανεξήγητο ο Πρόεδρος της Κύπρου, αναγνωρίζοντας την Τουρκία ως μίαν από τις δύο μητέρες πατρίδες!

Αυτό πρόκειται για μια εξωφρενικά, όχι απλά άστοχη, αλλά απολύτως λανθασμένη και πολιτικά άκρως επικίνδυνη δήλωση, διότι δεν λέχθηκε από τα χείλη οποιουδήποτε διανοουμένου, Κύπριου ή μη, αλλά από τον ίδιο τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, ο οποίος, πέραν του ότι εκπροσωπεί την Κύπρο διεθνώς, εκφράζει και τον Ελληνισμό.

Επομένως, αυτό καταγράφεται στο διεθνές πολιτικό σκηνικό, επηρεάζοντας ήδη υφιστάμενες τάσεις για να αναγνωριστεί πως η Κύπρος έχει δύο λαούς μέσα στην ιστορία της, ισότιμους και ιστορικά το ίδιο δοκιμασμένους στο νησί, που διεκδικούν και μπορούν να έχουν δύο κρατικές οντότητες, ανεξάρτητες και κυρίαρχες. Το πρόβλημα λοιπόν συνίσταται στο ότι ο Πρόεδρός μας, πλαστογραφώντας την κυπριακή ιστορία, νόμισε πως εξυπηρετεί την πολιτική σκοπιμότητα της λεγόμενης επανένωσης, ενώ έτσι ουσιαστικά ενίσχυσε τις διχοτομικές τάσεις, που υφίστανται γενικώς ως προϊόν της αναγνώρισης και της έμμεσης νομιμοποίησης της εισβολής και κατοχής της Τουρκίας από εμάς τους ίδιους.

Εάν ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας ήθελε πραγματικά να συμβάλει σε μιαν αληθινή επανένωση της Κύπρου, στην οποία να συμμετέχουν όλες οι εθνότητες και μειονότητες που υπάρχουν στο νησί, θα μπορούσε να διεκδικήσει την οικοδόμηση ενός αληθινά δημοκρατικού κράτους, στο πλαίσιο του οποίου να διασφαλιστεί η πολιτική και πολιτιστική αυτονομία των διαφορετικών εθνοτήτων μεταξύ τους, και μέσα από τη δημοκρατική διαδικασία του συνόλου του πληθυσμού να οικοδομηθεί ο πολιτικός λαός, που θα στηρίξει την Κύπρο ως ανεξάρτητο κράτος, του οποίου οι πολίτες θα είχαν την επαφή και τη συνεργασία σε όλα τα επίπεδα της δημόσιας ζωής, έτσι ώστε να υπερασπίζονται το κοινό τους κράτος, όπως συμβαίνει με όλα τα ομοσπονδιακά συστήματα στον κόσμο, όπου η ιδιοσυστασία της εθνότητας και της κοινότητας διασφαλίζεται μέσα από την αυτονομία την πολιτική και την πολιτιστική, παράλληλα με τη συμμετοχή των ανθρώπων ως πολιτών στο πλαίσιο της κοινωνίας πολιτών στο σύνολο του πληθυσμού.

Η ιστορική διαδρομή ενός τόπου δεν καταγράφεται με βάση τις πολιτικές διακηρύξεις και τις πολιτικές σκοπιμότητες, ή με την επιβολή της ένοπλης βίας, αλλά με τη συνείδηση του λαού ως προς το παρελθόν του, το παρόν του και την οικοδόμηση του μέλλοντός του. Πρέπει δε να τονίσουμε πως η παρουσία ενός λαού ως σημερινής οντότητας και κυρίως ως μέλλοντος στηρίζεται στη διαρκή και σταθερή συνειδητοποίηση της προέλευσής του, της ταυτότητάς του και της ιστορίας του.

Η ύπαρξή μας δεν διαμορφώνεται με βάση τις στατικές αναγνώσεις των εξελίξεων μιας στιγμής, εάν αναλογιστούμε πως οι δεκαετίες στην ιστορία είναι μόνο μερικά δευτερόλεπτα. Επομένως, αυτοί οι οποίοι ηγούνται πρέπει να σκέφτονται σε ιστορικές κατηγορίες και να δρουν όχι με βάση τις μικρόψυχες και κομματικές σκοπιμότητες και συγκυρίες του παρόντος, αλλά να αξιοποιούν το παρόν για να δώσουν συνέχεια στον πολιτισμό της χώρας έναντι των γενεών που έρχονται.

ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ Κ. ΓΙΑΛΛΟΥΡΙΔΗΣ
Καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής, Κοσμήτορας Σχολής Διεθνών Σπουδών,
Επικοινωνίας και Πολιτισμού Παντείου Πανεπιστημίου


1 Από την εισήγηση της ιστορικού - ερευνήτριας Νάσας Παταπίου στο συνέδριο «Ιωάννης Καποδίστριας: Ένας διαχρονικά επίκαιρος κυβερνήτης», που διοργάνωσε το Ελληνικό Ίδρυμα Πολιτισμού στη Λευκωσία στις 4 - 5 Απριλίου 2014.