Τον Νοέμβριο του 2007 έκρινε συνολική επανεξέταση των σχέσεων Κύπρου-Βρετανίας
Συνολική επανεξέταση όλου του φάσματος των δεσμεύσεων προς αναθεώρηση των σχέσεών μας με το Ην. Βασίλειο - Για πρώτη φορά επιχειρήθηκε να προκληθεί κόστος, με αιχμή τις Βρετανικές Βάσεις - Με την εκλογή Χριστόφια, η προσπάθεια παραπέμφθηκε «στα εγγόνια και στα δισέγγονά μας»…
Η ΒΡΕΤΑΝΙΚΗ εχθρική και υπονομευτική πολιτική έναντι της Κύπρου συνεχίζεται αμείωτη αφού, συν τοις άλλοις, δεν συναντά καμίαν άξια λόγου σοβαρή αντίδραση εκ μέρους της κυβέρνησης της Κυπριακής Δημοκρατίας
Η πολιτική είναι υλοποιούμενες δεσμεύσεις και θέσεις ή, με απλά λόγια, είναι πράξεις. Ανέκαθεν, η κυπριακή πολιτική ηγεσία μιλά αλλά δεν πράττει. Εξαγγέλλει αλλά δεν υλοποιεί. Δεσμεύεται, φραστικά, αλλά αναιρεί. Διασαλπίζει, αλλά δεν προχωρεί. Γι’ αυτό και είναι αναξιόπιστη, ανακόλουθη, μη σοβαρή, ανεύθυνη και, πολιτικά, διπλωματικά ανεπαρκής, επιπόλαια και εξ αυτών καταστροφική.
Μία πτυχή αυτής της ανερμάτιστης συμπεριφοράς είναι η αντιμετώπιση της διαχρονικής βρετανικής αθλιότητας, κακεντρέχειας, εχθρότητας και κακότητας σε βάρος της Κυπριακής Δημοκρατίας. Οι Βρετανοί ουδέποτε ανέχθηκαν ή άντεξαν πως ένας μικρός λαός, μία δράκα αμούστακων αλλά ψυχωμένων νεαρών, τα έβαλαν με την τότε κραταιά βρετανική αυτοκρατορία και τη γελοιοποίησαν. Ο αντιαποικιακός, απελευθερωτικός αγώνας της ΕΟΚΑ, υπό το λάβαρο του Διγενή, συνιστά την ηχηρότερη αποκαθήλωση του βρετανικού imperium.
Έτσι, πέραν όλων των εγκλημάτων που Βρετανοί διέπραξαν κατά τη διάρκεια του αγώνα της ΕΟΚΑ, έκτοτε η βρετανική πολιτική έναντι της Κυπριακής Δημοκρατίας είναι μία ατελείωτη σειρά υπονομεύσεων, αθλιοτήτων, εχθρικών ενεργειών, με στόχο την εξυπηρέτηση της Τουρκίας. Δεν περνά ημέρα χωρίς να αποκαλύπτεται και μία βρετανική εχθρική ενέργεια σε βάρος της Κύπρου. Τελευταία πράξη είναι η συνέντευξη που ο Βρετανός Αρμοστής έδωσε στην «Καθημερινή» (την περ. Κυριακή). Πιστός στην πολιτική του Φόρεϊν Όφις κατά της Λευκωσίας, ανέσυρε ξανά το γνωστό θέμα περί της δήθεν απομόνωσης των Τ/κυπρίων και του απευθείας εμπορίου.
Εκβιασμός της Λευκωσίας
Σκοπός του Λονδίνου: Να εκβιάσει τη Λευκωσία να συρθεί σε νέες αδιέξοδες συνομιλίες. Οι δηλώσεις του Αρμοστή εντάσσονται στο γνωστό πλαίσιο των ίδιων θέσεων που ανέπτυξε ο Νορβηγός «Ντάουνερ», Άιντα, και ο Εγγλεζοαμερικανο-κατευθυνόμενος ΓΓ του ΟΗΕ, Μπαν Κι Μουν. Ο Πρόεδρος Αναστασιάδης απάντησε την ίδια ημέρα με πολιτική αβρότητα στην αισχρότητα του Αρμοστή και του υπέδειξε να μελετήσει καλύτερα τις σχετικές νομικές γνωματεύσεις.
Οι δηλώσεις του Βρετανού Αρμοστή αποτελούν συνέχεια της πολιτικής της χώρας του από την επομένη του σωτήριου «όχι» του κυπριακού Ελληνισμού στο τερατούργημα Ανάν. Στις 26 Απριλίου 2004, με εισήγηση της Βρετανίας, υιοθετείται πρόταση για απευθείας εμπόριο των κατεχομένων με την ΕΕ. Μόνο που για να εφαρμοστεί ο σχετικός κανονισμός έπρεπε να συναινέσει η Λευκωσία, πράγμα που ορθά δεν έπραξε. Έκτοτε, το Λονδίνο βυσσοδομεί κυριολεκτικά κατά της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Ο ανεκδιήγητος Τζακ Στρο αναδείχθηκε στον κατ’ εξοχήν πράκτορα της τουρκικής διχοτομικής πολιτικής. Στις 23/10/2007, Βρετανία και Τουρκία υπέγραψαν Έγγραφο Στρατηγικού Συνεταιρισμού που ουσιαστικά αποσκοπούσε, όσον αφορούσε την Κύπρο, στη συστηματική προαγωγή του κατοχικού καθεστώτος σε κρατική οντότητα και χωριστών σχέσεων με άλλες χώρες.
Συνολική επανεξέταση
Εκείνο το έγγραφο Βρετανίας-Τουρκίας και η στοχοποίηση της ελευθερίας, κυριαρχίας και ανεξαρτησίας της Κυπριακής Δημοκρατίας, ήταν η σταγόνα που έκανε τον τότε Πρόεδρο Τάσσο Παπαδόπουλο να αποφασίσει συνολική επανεξέταση των σχέσεων της Κύπρου με τη Βρετανία. Σύμφωνα με απόρρητο έγγραφο των πρακτικών της συνεδρίας του υπουργικού συμβουλίου, στις 7/11/2007, που κατέχει ο γράφων, ο Τάσσος είχε επισημάνει στους υπουργούς του πως το τουρκο-βρετανικό έγγραφο συνιστούσε «σοβαρή αρνητική εξέλιξη».
«Η κυβέρνηση, είπε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, αφού έλαβε υπόψη αυτή την εξέλιξη, καθώς και τις εξηγήσεις που έχουν δοθεί από την κυβέρνηση του Ην. Βασιλείου, έκρινε αναγκαία τη συνολική επανεξέταση όλου του φάσματος των δεσμεύσεων προς αναθεώρηση των σχέσεών μας με το Ην. Βασίλειο, ώστε αυτές να τεθούν στη βάση του αμοιβαίου σεβασμού, της κυρίαρχης ισότητας και της ισοτιμίας, της αμοιβαιότητας και της αρχής της αλληλεγγύης μεταξύ των χωρών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Στο πλαίσιο αυτό, πρόσθεσε, σε σύσκεψη που πραγματοποιήθηκε στις 27/10/2007, υπό την προεδρία του, αποφασίστηκε η αποχή, μέχρι νεότερης απόφασης, τόσο του Προέδρου όσο και των μελών του υπουργικού συμβουλίου και άλλων κρατικών αξιωματούχων από δεξιώσεις και άλλες κοινωνικές εκδηλώσεις που διοργανώνει η Υπάτη Αρμοστεία, καθιστώντας σαφή τον λόγο της μη συμμετοχής τους».
Οι Βρετανικές Βάσεις
Επιπρόσθετα, όπως ανέφερε ο Τάσσος, «θεωρείται χρήσιμη η σύσταση δύο Επιτροπών, οι οποίες θα ενεργήσουν με σκοπό την αναθεώρηση των σχέσεων της Κυπριακής Δημοκρατίας με το Ην. Βασίλειο, σε ό,τι αφορά ειδικά τις Βρετανικές Βάσεις και Διευκολύνσεις που διεκδικεί το Ην. Βασίλειο στην Κύπρο, με βάση τις ισχύουσες σχετικές συνθήκες και Συμφωνίες μεταξύ της Κυπριακής Δημοκρατίας και του Ην. Βασιλείου». Έτσι, το υπουργικό συμβούλιο, μετά από ενδελεχή μελέτη, αποφάσισε τα πιο κάτω:
1.- «Τη σύσταση Ομάδας Υψηλού Επιπέδου, αποτελούμενης από την υπουργό Εξωτερικών, τον υπουργό Εσωτερικών, τον Διευθυντή του Διπλωματικού Γραφείου του Προέδρου της Δημοκρατίας, τον Προϊστάμενο του Τομέα Ευρωπαϊκής Ένωσης της Νομικής Υπηρεσίας και τον πρώην υπουργό Άμυνας και πρώην υπαρχηγό της Εθνικής Φρουράς κ. Φοίβο Κλόκκαρη, η οποία να προβεί στη γενική αναθεώρηση της στάσης της Κυπριακής Δημοκρατίας έναντι της παρουσίας των Βρετανικών Βάσεων και Διευκολύνσεων στην Κύπρο, περιλαμβανομένης της επανεξέτασης του καθεστώτος των Βρετανικών Βάσεων και Διευκολύνσεων, σε συνάρτηση με τη γενικότερη στάση του Ην. Βασιλείου έναντι της Κύπρου και ειδικότερα των νομικών του υποχρεώσεων. Η εν λόγω ομάδα να υποβάλει, εντός ενός μηνός, προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, την πρώτη έκθεση με τα πορίσματα και τις εισηγήσεις της.
Πολιτικές και πρακτικές
2.»Τη σύσταση Μόνιμης Υπηρεσιακής Επιτροπής για τις Βρετανικές Βάσεις και Διευκολύνσεις στην Κύπρο, αποτελούμενης από εκπροσώπους του Διπλωματικού Γραφείου του Προέδρου της Δημοκρατίας, της ΚΥΠ, των υπουργείων Εξωτερικών, Άμυνας, Εσωτερικών, Συγκοινωνιών και Έργων, και Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξεως, καθώς και της Νομικής Υπηρεσίας. Ανάλογα με τα προς εξέταση θέματα θα μπορούν να καλούνται και να λαμβάνουν μέρος στις συναντήσεις της εν λόγω Επιτροπής εκπρόσωποι άλλων Υπουργείων/Τμημάτων/Υπηρεσιών, ακόμα και εμπειρογνώμονες από τον ιδιωτικό τομέα.
»Η Μόνιμη Υπηρεσιακή Επιτροπή να προβεί στη συστηματική καταγραφή και μελέτη των καθημερινών σχέσεων των Αρχών της Κυπριακής Δημοκρατίας με τις Αρχές των Βρετανικών Βάσεων, οι οποίες αφορούν τη μεταξύ τους συνεργασία για τη λειτουργία των Βρετανικών Βάσεων και Διευκολύνσεων στην Κύπρο, με βάση τις ισχύουσες σχετικές συνθήκες και Συμφωνίες μεταξύ της Κυπριακής Δημοκρατίας και του Ην. Βασιλείου.
Επίσης, η Επιτροπή να επανεξετάσει τις σχετικές πολιτικές και πρακτικές της Κυπριακής Κυβέρνησης, με βάση τις ισχύουσες σχετικές Συνθήκες και Συμφωνίες μεταξύ της Κυπριακής Δημοκρατίας και του Ην. Βασιλείου, με σκοπό την υποβολή εισηγήσεων για διατήρηση ή τροποποίησή τους, αναλόγως της εκάστοτε ισχύουσας σχετικής κυβερνητικής πολιτικής. Οι δε εισηγήσεις της Επιτροπής να διαβιβάζονται στους οικείους υπουργούς για λήψη τελικής απόφασης. Επιπρόσθετα, η υπό αναφορά Επιτροπή υποβάλλει, ανά δίμηνο, έκθεση προς το συμβούλιο τόσο για τις ενέργειες όσο και για τα αποτελέσματα των ενεργειών της. Η πρώτη έκθεση της Επιτροπής να υποβληθεί προς το συμβούλιο εντός ενός μηνός από τη σύστασή της».
Αφόρητος αναχρονισμός
Τι σήμαινε η ενέργεια εκείνη του Τάσσου;
Πρώτον, έθεσε ξεκάθαρα θέμα Βρετανικών Βάσεων και Διευκολύνσεων. Μετά την ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στην ΕΕ, η παρουσία βάσεων μιας άλλης χώρας, εξίσου κράτους-μέλους της Ένωσης και, μάλιστα, με εγγυητικά δικαιώματα, αποτελούσε πια αφόρητο αναχρονισμό και πρόκληση προς τις ευρωπαϊκές αρχές και αξίες - και τον κυπριακό λαό.
Δεύτερον, για πρώτη φορά, Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας έθετε θέμα Βρετανικών Βάσεων και μεθόδευε συνολική επανεξέταση της λειτουργίας και του καθεστώτος τους, με βάση ισχύουσες σχετικές συνθήκες και συμφωνίες.
Τρίτον, για πρώτη φορά Πρόεδρος της Κύπρου αποφάσισε συνολική επανεξέταση με στόχο την αναθεώρηση των σχέσεων της Κύπρου με τη Βρετανία.
Τέταρτον, για πρώτη φορά, Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας απαιτούσε, αιτιολογημένα, όπως στο εξής, οι σχέσεις της Κύπρου με τη Βρετανία τεθούν στη βάση θεμελιωδών αρχών που χαρακτηρίζουν τα κράτη-μέλη της ΕΕ.
Πέμπτον, ξεκάθαρα ο Τάσσος Παπαδόπουλος αποφάσισε αντίμετρα κατά της Βρετανίας όχι μόνο για όλες τις αθλιότητες, υπονομεύσεις και εγκλήματα σε βάρος της Κύπρου, διαχρονικά, αλλ’ ειδικά εξαιτίας της εκβιαστικής στάσης της Βρετανίας στο σχέδιο Ανάν και της υπογραφής του τουρκο-βρετανικού εγγράφου στρατηγικού συνεταιρισμού.
Συμπληρωματικό Πρωτόκολλο
ΝΑ σημειωθεί πως, διά του σχεδίου Ανάν, η Βρετανία αξίωνε συμπληρωματικό πρωτόκολλο στη Συνθήκη Εγκαθίδρυσης του 1960, που είχε ως στόχο να διαιωνίσει και να νομιμοποιήσει, με την ψήφο του λαού, τις περί των Βρετανικών Βάσεων διατάξεις ((Φοίβος Κ. Κλόκκαρης: «Τουρκική απειλή κατά του Ελληνισμού της Κύπρου», εκδόσεις Επιφανίου, Λευκωσία 2011, σελ. 201).
Το έγγραφο Στρατηγικού Συνεταιρισμού Βρετανίας-Τουρκίας υπογράφτηκε από τους πρωθυπουργούς των δύο χωρών στις 23/10/2007, Γκόρντον Μπράουν και Ταγίπ Ερντογάν αντιστοίχως, και προνοούσε μεταξύ άλλων, για λήψη μέτρων με σκοπό την άρση της λεγόμενης απομόνωσης των Τουρκοκυπρίων και την ανάπτυξη άμεσων σχέσεων μεταξύ Λονδίνου και Τουρκοκυπρίων σε όλους τους τομείς. Στο πλαίσιο αυτό, η Βρετανία δήλωσε πρόθυμη να υποστηρίξει την αντιπροσώπευση των Τουρκοκυπρίων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Ο τότε ΓΓ του ΑΚΕΛ Δ. Χριστόφιας δήλωσε ότι πρόκειται για απαράδεκτη ενέργεια και υπέδειξε ότι η Κύπρος «δεν μπορεί ούτε κατά διάνοια να συμφωνήσει με τις διατάξεις του εγγράφου». Από την πλευρά του, ο τότε πρόεδρος του ΔΗΣΥ Ν. Αναστασιάδης, αφού επεσήμανε ότι η υπογραφή του εγγράφου αποτελούσε αρνητική εξέλιξη, υπογράμμισε ότι «θα πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι δεν είναι αρκετό να λέμε ότι παρακολουθούμε τις εξελίξεις και ότι θα κάνουμε εκ των υστέρων διαβήματα».
Στα… δισέγγονά μας
Ο Βρετανός ύπατος αρμοστής στην Κύπρο Μίλετ, με γραπτή δήλωση, διαβεβαίωνε ότι «η πολιτική μας στο ζήτημα της μη αναγνώρισης της αυτοαποκαλούμενης “ΤΔΒΚ” δεν έχει αλλάξει. Δεν αναγνωρίζουμε και δεν θα αναγνωρίσουμε μία ξεχωριστή οντότητα στο βόρειο τμήμα της Κύπρου και τίποτε στο περιεχόμενο του κειμένου δεν αποτελεί προσπάθεια αναβάθμισης του καθεστώτος του Βορρά ή προώθησης της διχοτόμησης».
Το 2008, όταν ο Δ. Χριστόφιας εξελέγη νέος Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, η πρώτη επίσκεψη που πραγματοποίησε ήταν στο Λονδίνο και όχι στην Αθήνα, όπως έπρατταν όλοι οι προκάτοχοί του. Μετά από συνάντησή του με τον τότε Βρετανό Πρωθυπουργό Μπράουν, εξαπέστειλε το θέμα των Βρετανικών Βάσεων και της εν γένει επανεξέτασης και αναθεώρησης της πολιτικής της Κυπριακής Δημοκρατίας έναντι της Βρετανίας «στα εγγόνια και στα δισέγγονά μας».
Και, φυσικά, η προσπάθεια του Τάσσου έπεσε στο κενό. Μετά τον διορισμό των Επιτροπών, έγινε μόνο μία σύσκεψη αλλ’ εξαιτίας των επικείμενων προεδρικών εκλογών και της αμέσως μετά εκλογικής νίκης του Δ. Χριστόφια, όλα πάγωσαν και παραπέμφθηκαν στις ελληνικές καλένδες. Η βρετανική, όμως, εχθρική και υπονομευτική πολιτική έναντι της Κύπρου συνεχίζεται αμείωτη αφού, συν τοις άλλοις, δεν συναντά καμίαν άξια λόγου σοβαρή αντίδραση εκ μέρους της κυβέρνησης της Κυπριακής Δημοκρατίας.