Αποχώρηση στρατευμάτων και εποίκων ζητούσε ο Σπύρος Κυπριανού
Ο πρώην Πρόεδρος έβρισκε μη ρεαλιστικό για την κυπριακή κυβέρνηση να εγκαταλείψει την εξουσία της προτού αποχωρήσουν τα κατοχικά στρατεύματα
Μέρος α’
Αποδεσμεύθηκαν σήμερα στο Βρετανικό Κρατικό Αρχείο έγγραφα για τα έτη 1985 και 1986. Όμως η αποδέσμευση αφορά μόνο πρωθυπουργικούς φακέλους. Κανένα έγγραφο του Υπ. Εξωτερικών και Κοινοπολιτείας (Φόρεϊν Όφις) δεν αποδεσμεύθηκε, όπως και τα τελευταία τρία χρόνια. Για την Κύπρο μόνο δύο τέτοιοι φάκελοι δόθηκαν, της τότε Πρωθυπουργού Μάργκαρετ Θάτσερ, οι οποίοι αναφέρονται σε διαδοχικές συναντήσεις του τότε Προέδρου της Κύπρου μ. Σπύρου Κυπριανού με τη μ. Μάργκαρετ Θάτσερ από το 1983 μέχρι το 1985. Σημειώνεται ότι δεν δίδονται απαντήσεις ως προς το γιατί το Υπ. Εξωτερικών και Κοινοπολιτείας δεν αποδεσμεύει έγγραφά του τα τελευταία τρία χρόνια και όχι μόνο για την Κύπρο.
Μακροπρόθεσμη ελπίδα
Σε συνάντησή του με τη Βρετανίδα Πρωθυπουργό Μάργκαρετ Θάτσερ στο Λονδίνο, στις 14 Ιανουαρίου 1985, στην πρωθυπουργική κατοικία, ο τότε Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας Σπύρος Κυπριανού ζήτησε την ένταξη της Κύπρου στο ΝΑΤΟ και την Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα. Γνώριζε ότι η πρότασή του (προσωπική μεν αλλά επαναλαμβανόταν στις συναντήσεις του) δεν φαινόταν ρεαλιστική, όμως ήταν πεπεισμένος ότι πρόσφερε την καλύτερη μακροπρόσθεσμη ελπίδα για διαρκή λύση του Κυπριακού. Ο τότε Υπ. Εξωτερικών και Κοινοπολιτείας Τζέφρι Χάου, που παρευρέθηκε στη συνάντηση, είπε ότι τέτοιες ιδέες εμπεριείχαν τον κίνδυνο δημιουργίας νέων περιπλοκών στο Κυπριακό. Η Τουρκία οπωσδήποτε θα επέμενε να παραμείνει εγγυήτρια δύναμη και η Πρωθυπουργός συμφώνησε ότι θα ήταν δύσκολο να εγκαταλειφθούν οι υφιστάμενες διευθετήσεις εγγυήσεων.
Ο Πρόεδρος Κυπριανού επέμενε στην ανάγκη αποχώρησης των τουρκικών στρατευμάτων και των εποίκων, και διαφωνούσε με τη βρετανική προτροπή να μην επιμένει στην αποχώρησή τους προτού επιτευχθεί συμφωνία στο εδαφικό και συνταγματικό. Αντίθετα, ο Κυπριανού το εύρισκε μη ρεαλιστικό για την κυπριακή κυβέρνηση να εγκαταλείψει την εξουσία της προτού αποχωρήσουν τα κατοχικά στρατεύματα.
Οι εγγυήσεις
Εξηγώντας αναλυτικά την κατάσταση στην κ. Θάτσερ, ο κ. Κυπριανού είπε πως οι Τουρκοκύπριοι είχαν αποσύρει το αίτημά τους για εκ περιτροπής προεδρία, είχαν συμφωνήσει το Εκτελεστικό να παρέμενε στο σύστημα του 1960, όμως ήθελαν βέτο σε όλες τις αποφάσεις της εκτελεστικής εξουσίας και απαιτούσαν ο Υπουργός Εξωτερικών να ήταν πάντα Τουρκοκύπριος. Η κύρια ανησυχία του Σπύρου Κυπριανού ήταν ότι θα συναντούσε σοβαρές δυσκολίες με τον Ρ. Ντενκτάς στην αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων, στις εγγυήσεις και τις θεμελιώδεις ελευθερίες. Ο Ντενκτάς την ίδια μέρα είχε επαναλάβει από την Άγκυρα ότι δεν υπήρχε θέμα συμφωνίας, εκτός και αν η Τουρκία παρέμενε εγγυήτρια δύναμη και πως αν οι Ελληνοκύπριοι πίστευαν ότι θα κατάφερναν πλήρη ελευθερία διακίνησης και εγκατάστασης, ζούσαν σε ψευδαισθήσεις.
Ο Πρόεδρος Κυπριανού ζήτησε από την κ. Θάτσερ να μελετήσει την πρόταση για ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα και ΝΑΤΟ, γιατί πίστευε ότι θα ήταν η καλύτερη εγγύηση για ενότητα στην Κύπρο και αποφυγή της ανάγκης των εγγυήσεων. Τα νέα βρετανικά έγγραφα μάς λένε ότι ο Πρόεδρος Σπύρος Κυπριανού, σε όλες του τις συναντήσεις με την Πρωθυπουργό Μάργκαρετ Θάτσερ, υποστήριζε την ένταξη της Κύπρου στο ΝΑΤΟ και στην επαναφορά στην κατάσταση του 1960.
Συνδιαβούλευση
Ο Σπύρος Κυπριανού ήθελε, επίσης, να επαναφέρει την ιδέα συνδιαβούλευσης (που είχε εκφράσει σε προηγούμενα χρόνια) με τις εγγυήτριες δυνάμεις, αλλά τον αποθάρρυνε η κ. Θάτσερ πως δεν ήταν ο κατάλληλος χρόνος. Προτεραιότητα, του έλεγε, ήταν η πρόοδος στις εκ του σύνεγγυς συνομιλίες. Αρνητική στη συνδιαβούλευση με τις εγγυήτριες δυνάμεις ήταν -σύμφωνα με τα έγγραφα- και η θέση της Αθήνας. (Από προηγούμενα βρετανικά έγγραφα σημειώνω ότι και ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος ήταν υπέρ του ΝΑΤΟ από το 1966. Σε εμπιστευτικότατο έγγραφο ημερ. 15 Δεκεμβρίου 1966, οι Βρετανοί είχαν την πληροφορία απευθείας από τον ίδιο τον Μακάριο ότι «η κυβέρνησή του θα παραχωρούσε μία βάση στο ΝΑΤΟ, για στάθμευση στρατευμάτων, εκτός από τουρκικά»).
Σταδιακή αποστρατιωτικοποίηση
Με τηλεγράφημα από Ουάσιγκτον προς το Φόρεϊν Όφις, ημερ. 10 Ιανουαρίου 1984, οι Βρετανοί έδιδαν λεπτομέρειες για τις προτάσεις Σπ. Κυπριανού για λύση. Βασική προϋπόθεση για λύση, η αποστρατιωρικοποίηση. Σε πρώτο στάδιο, αποχώρηση όλων των τουρκικών κατοχικών στρατευμάτων μαζί με τους εισαγόμενους εποίκους από την Τουρκία. Αργότερα, αποχώρηση των ελληνικών και τουρκικών στρατευμάτων, που βρίσκονται στην Κύπρο βάσει της Συνθήκης Συμμαχίας, και διάλυση της Εθνικής Φρουράς και των ούτω καλούμενων σωμάτων ασφαλείας των Τουρκοκυπρίων. Ακολούθως, διεθνής δύναμη των Ηνωμένων Εθνών, αποτελούμενη από χώρες που δεν είχαν άμεση ανάμιξη με την Κύπρο. Η Κυπριακή Δημοκρατία να γίνει ομόσπονδο κράτος.
Μέχρι και 25%
Σε ξεχωριστό έγγραφο, ημερ. 11 Ιανουαρίου 1984, με τίτλο «Περίγραμμα για συνολική λύση του κυπριακού προβλήματος», καταγράφονται οι προτάσεις Σπ. Κυπριανού (αφού περιλαμβάνονται αρχικά και όσα αναφέρονταν στο τηλεγράφημα από Ουάσιγκτον 10 Ιανουαρίου 1984). «...Οι Τουρκοκύπριοι αποτελούν το 18% του πληθυσμού και οι έποικοι από την Τουρκία κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες δεν μπορούν να θεωρούνται Κύπριοι. Παρόλο που οι Τ/κ είναι το 18%, όπως λέχθηκε και στον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ στις 30 Σεπτεμβρίου 1983, η ελληνοκυπριακή πλευρά προτείνει διαπραγμάτευση στη βάση του 23% για την περιοχή κάτω από τουρκοκυπριακή διοίκηση. Όμως, αν είναι να εξασφαλιστεί γρήγορα μια συνολική λύση, θα είναι δυνατόν να συμφωνήσει στο 25% στο έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας, νοουμένου ότι περιοχές όπως η Αμμόχωστος και Μόρφου, που ήσαν πλειοψηφικά κατοικημένες από Ελληνοκυπρίους πριν τον ξεριζωμό τους με την εισβολή, θα τεθούν υπό ελληνοκυπριακή διοίκηση.
Στο Συνταγματικό πρέπει να ληφθεί υπ' όψιν ότι κάτω από ένα ομοσπονδιακό σύστημα οι περιοχές (regions) ή επαρχίες (provinces) θα έχουν αρκετή αυτονομία και εξουσίες, αλλά δεν θα επεμβαίνουν στις λειτουργίες της ομόσπονδης κυβέρνησης, αλλιώς το κράτος θα κινδυνεύει με διάλυση. Στο Εκτελεστικό, το προεδρικό σύστημα του 1960 θεωρείται κατάλληλο. Στο Νομοθετικό, ο κ. Κυπριανού υποστηρίζει «unicameral system» ως πιο κατάλληλο και εναλλακτικά ένα «bi-cameral system», αποτελούμενο από μία κάτω βουλή και μία άνω βουλή... Τα ανθρώπινα δικαιώματα και θεμελιώδεις ελευθερίες, περιλαμβανομένων και των τριών ελευθεριών διακίνησης, εγκατάστασης και δικαιώματος ιδιοκτησίας, πρέπει να εξασφαλίζονται τόσο σε ομοσπονδιακό όσο και περιφερειακό επίπεδο, και θα πρέπει να αποτελούν μέρος του ομοσπονδιακού συντάγματος...».
Η λέξη «unitary» ενόχλησε τους Τούρκους
Στο ανακοινωθέν της πρωθυπουργικής κατοικίας, που ακολούθησε τη συνάντηση του Προέδρου Κυπριανού με την Πρωθυπουργό Θάτσερ στις 14 Ιανουαρίου 1985, γράφτηκε ότι «η Πρωθυπουργός επανέλαβε την υποστήριξή της σε μια ενιαία Κύπρο...» και η λέξη που χρησιμοποιήθηκε ήταν «unitary» (ενιαία). Αυτή ενόχλησε αμφότερους Τούρκους και Τουρκοκυπρίους. Γι’ αυτό και προέβησαν σε παραστάσεις προς το Φόρεϊν Όφις, καθώς επιστολή από το Φ.Ο. προς τον Γραμματέα της κ. Θάτσερ ημερ. 31 Ιανουαρίου 1985 έγραφε:
«... Η λέξη «unitary» (ενιαία) παρόλο που όσον αφορά το αγγλικό λεξικό θεωρείται συνώνυμη της unified (ενοποιημένη), φαίνεται ότι ενόχλησε τους Τούρκους και τους Τουρκοκυπρίους. Το ερμηνεύουν ότι υπονοεί ακριβώς το αντίθετο της διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας, όπως προτάθηκε στο έγγραφο της συμφωνίας Υψηλού Επιπέδου του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ... Εξ όσων γνωρίζουμε, η πρώτη φορά που η λέξη «ενιαία» χρησιμοποιήθηκε σε σχέση με τις προσδοκίες μας για την Κύπρο ήταν από την Πρωθυπουργό κατά τη διάρκεια ερωτήσεων/απαντήσεων στη Βουλή των Κοινοτήτων στις 12 Ιουνίου 1984. Έκτοτε υιοθετήσαμε τη λέξη στις επαφές μας με το Κοινοβούλιο και τον Τύπο. Όμως, ενόψει των τουρκικών και τουρκοκυπριακών ευαισθησιών στην Κύπρο, πιστεύουμε ότι θα ήταν πιο σωστό να αντικαταστήσουμε τη λέξη «ενιαία» με τη λέξη «ενοποιημένη» σε όλες τις μελλοντικές ανακοινώσεις μας».
ΦΑΝΟΥΛΑ ΑΡΓΥΡΟΥ
Ερευνήτρια/δημοσιογράφος