Η Τουρκία γνωρίζει πως ο διεθνής παράγων είναι αμήχανος και ανήμπορος να αντιδράσει
Η περιοχή των θαλασσών της Κυπριακής Δημοκρατίας παραβιάζεται κατάφωρα και προκλητικά από την Τουρκία ενώπιον ολόκληρης της ανθρωπότητας, η οποία, ως συνήθως, παρακολουθεί αδιάφορα
ΑΥΤΑ που ψελλίζουν Κύπριοι και Ελλαδίτες πολιτικοί, πως το τουρκικό κόστος θα προέλθει από την Ευρωπαϊκή Ένωση, πρόκειται περί αστειοτήτων
Η σημερινή κρίση που εκδηλώνεται δυναμικά κλιμακούμενη από τους ίδιους τους επιδρομείς δεν έχει ούτε περιορισμένο, ούτε προσωρινό χαρακτήρα. Η περιοχή των θαλασσών της Κυπριακής Δημοκρατίας στο νότιο τμήμα της Κύπρου παραβιάζεται κατάφωρα και προκλητικά από την Τουρκία ενώπιον ολόκληρης της ανθρωπότητας, η οποία, ως συνήθως, παρακολουθεί αδιάφορα ή, στην καλύτερη περίπτωση, αμήχανα, ψελλίζουσα ορισμένες προτροπές περί αποφυγής σύγκρουσης και βίαιων συμπεριφορών «προς όλους τους ενδιαφερόμενους»!
Αυτό το οποίο, όπως είπαμε πιο πάνω, εμφανίζεται τοπικά ως κυπριακή κρίση δεν είναι τίποτα παραπάνω από ένα επεισόδιο σχεδιασμένο και ενταγμένο στην στρατηγική της Τουρκίας για να ελέγξει την Κύπρο ως Κυπριακή Δημοκρατία και γεωγραφική έκταση στο σύνολό της. Αυτό σημαίνει την κηδεμόνευση του χώρου, του πληθυσμού, της κοινωνίας και της πολιτικής καθυποτάσσοντάς την στις βουλήσεις της. Η Τουρκία γνωρίζει πως ο διεθνής παράγων είναι αδιάφορος, αμήχανος και ανήμπορος να αντιδράσει δυναμικά, ιδιαίτερα έναντι της ιδίας.
Επομένως, η Τουρκία λειτουργεί χωρίς κόστος. Αυτά που ψελλίζουν Κύπριοι και Ελλαδίτες πολιτικοί, πως το τουρκικό κόστος θα προέλθει από την Ευρωπαϊκή Ένωση, πρόκειται περί αστειοτήτων. Αυτό γιατί η Ευρώπη δεν έχει ούτε την πολιτική βούληση, ούτε τη θεσμική δυνατότητα να προκαλέσει πραγματικό πολιτικό κόστος στην Τουρκία. Πολιτικό κόστος σημαίνει πως η Τουρκία θα αισθανόταν εν προκειμένω πως το κόστος της θα είναι μεγαλύτερο από το όφελός της.
Αυτό γιατί η Ευρώπη, όπως έδειξε σε όλες τις διεθνείς κρίσεις, δεν παρεμβαίνει ούτε καν ως διαμεσολαβητής, πολύ περισσότερο ως προστάτης των συμφερόντων των κρατών μελών της σε θέματα εθνικής πολιτικής. Στην περίπτωση της Κύπρου η κυπριακή ΑΟΖ είναι τμήμα της ευρωπαϊκής εν δυνάμει κυριαρχίας, την οποία, όμως, η ίδια η Ευρώπη δεν δείχνει κανένα ενδιαφέρον να υπερασπιστεί με μέσα που εξάλλου δεν διαθέτει. Επομένως, είμαστε μόνοι!
Όμως, ούτε η Τουρκία ενδιαφέρεται πλέον να υποστεί οποιοδήποτε κόστος προκειμένου να ενταχθεί στην Ε.Ε., αφού αφενός μεν γνωρίζει πως οι μεγάλες δυνάμεις της Ευρώπης, Γερμανία και Γαλλία, δεν πρόκειται να την αποδεχθούν ως πλήρες μέλος στην Ε.Ε. για τους δικούς τους λόγους και, αφετέρου, γιατί η ίδια η Τουρκία αισθάνεται πως οι σχεδιασμοί της νέας τάξης πραγμάτων στην Άγκυρα της αυτοκρατορικής στρατηγικής Νταβούτογλου, δεν συνάδουν απαραιτήτως με τους ευρωπαϊκούς σχεδιασμούς.
Η Κύπρος αποτελεί ένα πρώτο στάδιο της στρατηγικής της Άγκυρας προκειμένου να κινηθεί στους βηματισμούς ελέγχου ευρύτερου χώρου, που είναι η Νοτιοανατολική Μεσόγειος και η Μέση Ανατολή. Το επόμενο στάδιο, αφ’ ης στιγμής επιβληθεί με όλα τα μέσα του καταναγκασμού η πολιτική της υποταγής της Κυπριακής Δημοκρατίας στην τουρκική βούληση και η επίλυση του Κυπριακού εν συνεχεία με συνομιλίες νέου τύπου που θα επαναρχίσουν υπό τουρκικούς όρους ισχύος, το βλέμμα της Άγκυρας θα έχει ήδη στραφεί προς αντίστοιχες ρυθμίσεις διευθέτησης του Αιγαίου και επιβολής της πολιτικής κηδεμόνευσης του ελληνικού κράτους, με την έννοια ακριβώς της φινλανδοποίησης του ευρύτερου ελλαδικού χώρου.
Εκείνο που πρέπει να τονίσουμε και το οποίο η Αθήνα πρέπει να ακούσει ανεξαρτήτως Τρόικας και άλλων προβλημάτων, που καταδυναστεύουν τον τόπο, είναι ότι αυτήν τη στιγμή υπάρχει εθνική ανάγκη χάραξης μιας στρατηγικής όλων των δυνάμεων της χώρας στον υψηλότερο δυνατό βαθμό συναντίληψης και συνάντησης ως προς τους εθνικούς κινδύνους και τους άμεσους χειρισμούς που πρέπει να γίνουν, που σημαίνει πως πρέπει να αντιμετωπιστεί η περίπτωση της Κύπρου σήμερα με επιτυχία, με αποτελεσματικότητα και εθνική αξιοπρέπεια για να υποδείξουμε στους τρίτους ότι πρέπει να σέβονται το δίκαιο και τα κράτη που είναι ανυπεράσπιστα.
Εάν δεν συνεννοηθούμε σήμερα και δεν εκπονήσουμε σχέδιο με κράτη που είναι έτοιμα να συμμαχήσουν με την Ελλάδα και την Κύπρο, θα είναι αύριο αργά να λειτουργήσουμε αποτελεσματικά στην υπεράσπιση της εθνικής μας ακεραιότητας, ανεξαρτησίας και του μέλλοντος του ελληνικού έθνους.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση, επομένως, όπως απέδειξε και με την τωρινή της απόφαση, περιορίζεται σε διακηρυκτικές υποδείξεις, που παροτρύνουν, όπως είπαμε, τους εμπλεκόμενους σε αποφυγή προκλήσεων που να οδηγήσουν σε κλιμάκωση της κρίσης. Φυσικά και θεωρεί παράνομη την τουρκική ενέργεια στην ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας, αλλά αυτό δεν σημαίνει απολύτως τίποτε εάν δεν συνοδεύεται από έμπρακτα μέτρα που να προκαλούν πραγματικό κόστος στον εισβολέα.
Δηλαδή, θα έπρεπε η Ε.Ε. να κινηθεί και να δράσει όπως λειτούργησε απέναντι στη Μόσχα, που απετέλεσε και για γνωστούς λόγους μια μοναδική εξαίρεση στην αδυναμία των Βρυξελλών να παίρνουν αποφάσεις ως προς την εξωτερική πολιτική, σε ένα ζήτημα που αφορά στην έμμεση εμπλοκή της Μόσχας στην ουκρανική κρίση. Εδώ η Τουρκία εισβάλλει στη θαλάσσια ζώνη κράτους-μέλους της Ε.Ε., παραβιάζει τη διεθνή νομιμότητα και οι 26 σφυρίζουν αδιάφορα.
Θα μου πείτε η Τουρκία κατέχει εδώ και σαράντα χρόνια εδάφη της Κυπριακής Δημοκρατίας, δηλαδή έχει καταπατήσει την κυριαρχία της Κύπρου κατά τρόπο που περιφρονεί κάθε κανόνα διεθνούς δικαίου και εμείς έχουμε παύσει εδώ και καιρό να αναφερόμαστε σε κατοχή για να κατευνάσουμε τον εισβολέα. Οποία πλάνη! Αυτό αποθρασύνει τον εισβολέα και ενθαρρύνει τις επιθετικές του βλέψεις. Δεν γίνεται πολιτική απέναντι σε επεκτατικές, ιμπεριαλιστικές δυνάμεις με μόνιμο φοβικό σύνδρομο και διαρκείς υποχωρήσεις.
Ας μην ξεχνάμε το Σύμφωνο του Μονάχου του 1938, που αποτελεί σχολή σκέψης για τις διεθνείς σχέσεις και που αναφέρεται στην παραχώρηση της Σουδητίας στον Χίτλερ, για να περισωθεί η ειρήνη στην Ευρώπη. Αυτό ακριβώς έφερε τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Υπενθυμίζουμε, επίσης, πως το 1974 έγινε εισβολή στην Κύπρο και η απουσία οποιασδήποτε έμπρακτης, αποτελεσματικής στήριξης των Αθηνών προς την Κύπρο ως προς την άρση της κατοχής μετέφερε την κυπριακή κρίση στο Αιγαίο το 1976. Η Τουρκία θέτει έκτοτε καινούργια αιτήματα που αντιστοιχούν σε κάθε ελληνική υποχώρηση.
Μετά την Κύπρο ακολουθεί το Αιγαίο
ΤΙΘΕΤΑΙ το ζήτημα προς πάντα εχέφρονα πολιτικό που συμμετέχει στην λήψη των αποφάσεων, τι ακολουθεί μετά την Κύπρο; Δηλαδή, εφόσον το Barbaros φύγει τον Δεκέμβριο από τα κυπριακά ύδατα έχοντας υποθηκεύσει τη θαλάσσια ζώνη της Κύπρου, θα επαναρχίσουν οι διαπραγματεύσεις με τουρκική πρωτοβουλία πλέον και εκεί τα πράγματα για τη δική μας πλευρά θα είναι εξαιρετικά δύσκολα και πολύ διαφορετικά απ' ό,τι στο παρελθόν, καθώς ο συσχετισμός δύναμης θα έχει ανατραπεί πλήρως υπέρ της Τουρκίας. Θέμα κυριαρχίας της Κυπριακής Δημοκρατίας δεν θα τίθεται σε κανένα επίπεδο. Θα έχει ήδη εκχωρηθεί στην Άγκυρα.
Μετά την Κύπρο ακολουθεί το Αιγαίο. Εάν δεν υπάρξει τώρα αντίδραση που να υποχρεώσει την Τουρκία σε αποχώρηση από την κυπριακή κυριαρχία, εάν δεν υπάρξει σήμερα αποτελεσματική αντίδραση, το Αιγαίο είναι ο επόμενος σταθμός ως απόρροια ενός ντόμινο κατευνασμού και υποχωρήσεων. Η κυπριακή Κυβέρνηση θα έπρεπε ήδη να έχει ζητήσει την έμπρακτη συνέργεια των Αθηνών προς την κατεύθυνση της σύμπηξης μετώπου συμμαχικών δυνάμεων προστασίας της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η προστασία αυτή δεν αναφέρεται μόνο στην Κύπρο, αλλά και στην ειρήνη στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο. Οι δυνάμεις που μπορούν να εμπλακούν εν προκειμένω σε μια δύναμη ειρήνης είναι το Ισραήλ, η Αίγυπτος και, γιατί όχι, και ο Λίβανος.
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ Κ. ΓΙΑΛΛΟΥΡΙΔΗΣ
Καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής,
Κοσμήτορας Σχολής Διεθνών Σπουδών,
Επικοινωνίας και Πολιτισμού
Παντείου Πανεπιστημίου