Σε προχθεσινή συζήτηση στο Σπίτι της Ε.Ε. στη Λευκωσία
Ο Ρίκκος Μαππουρίδης δήλωσε ότι υπήρξε πελάτης του αγοραίου σεξ και ζήτησε να νομιμοποιηθεί και να ρυθμιστεί νομοθετικά η πορνεία, παράλληλα με την καταπολέμηση του sex trafficking


Με τη δημόσια δήλωση του βουλευτή του ΔΗΣΥ και δικηγόρου Ρίκκου Μαππουρίδη ότι υπήρξε πελάτης του αγοραίου σεξ και ότι πρέπει να νομιμοποιηθεί και να ρυθμιστεί νομοθετικά η πορνεία, παράλληλα με την καταπολέμηση της καταναγκαστικής πορνείας και του σωματεμπορίου (sex trafficking), περιλαμβανομένης της ποινικοποίησης του πελάτη, όπως αυτή προνοείται στον σχετικό νόμο που ψήφισε τον Απρίλιο 2014 η Βουλή, σημαδεύτηκε η προχθεσινή συζήτηση στρογγυλής τραπέζης με θέμα «Εμπορία Προσώπων: Συνενοχή του πελάτη;».

Η εκδήλωση διοργανώθηκε από το Γραφείο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην Κύπρο, σε συνεργασία με την οργάνωση Cyprus STOP Trafficking, στο Σπίτι της Ε.Ε. στη Λευκωσία. Οι αναφορές Μαππουρίδη προκάλεσαν δυσαρέσκεια σε συζητητές και ακροατές, μεταξύ των οποίων ήταν η Επίτροπος Διοικήσεως και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων Ελίζα Σαββίδου, η Αν. Επικεφαλής του Γραφείου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην Κύπρο Αλεξάνδρα Ατταλίδου και η Πρόεδρος της ΓΟΔΗΣΥ, Ξένια Κωνσταντίνου. Η συντονίστρια πολιτικής, της οργάνωσης Μεσογειακό Ινστιτούτο Μελετών Κοινωνικού Φύλου, Τζόζι Χριστοδούλου, απευθυνόμενη στον βουλευτή, του είπε: «Κύριε Μαππουρίδη, απογοητεύομαι για την τελευταία σας δήλωση για νομιμοποίηση της πορνείας».

Η κυρία Χριστοδούλου, σχολιάζοντας την αναφορά Μαππουρίδη «για γυναίκες που προσφέρουν ερωτική συντροφιά», ανέφερε, «λυπούμαι που το ακούω με αυτόν τον τρόπο… θέλουμε να ρομαντικοποιήσουμε μια μορφή βίας κατά των γυναικών κι αυτό με λυπεί ιδιαίτερα. Θεωρούμε ότι δεν πρέπει να ποινικοποιούνται οι γυναίκες στην πορνεία, αλλά οι πελάτες. Σε καμιά περίπτωση, όπου ένας άντρας πελάτης αγοράζει υπηρεσίες από μια γυναίκα στην πορνεία, είναι σε ίση θέση με τη γυναίκα. Αυτός που αγοράζει τις υπηρεσίες, είναι πάντα σε θέση εξουσίας και μπορεί ανά πάσα στιγμή να χρησιμοποιήσει, να εκμεταλλευτεί ή και να βιάσει αυτές τις γυναίκες». Ο Ρίκκος Μαππουρίδης χαρακτήρισε «ακραία» τη θέση της Τζόζι Χριστοδούλου για πλήρη απαγόρευση της πορνείας, ως μορφής βίας κατά των γυναικών.

«Η προσωπική μου εμπειρία ως πελάτη»…
Έχει ως εξής, η επίμαχη τοποθέτηση του κ. Μαππουρίδη, που είναι μέλος στις κοινοβουλευτικές Επιτροπές Νομικών και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων: «“Πρώτος ο αναμάρτητος τον λίθο βαλέτω”. Περάσαμε όλοι οι άντρες, ή οι πλείστοι άντρες, από τη διαδικασία του πελάτη. Η προσωπική μου εμπειρία ως πελάτη, είναι ότι πράγματι, θα πρέπει ο καθένας που προτίθεται να χρησιμοποιήσει κυρίως ερωτικής φύσεως υπηρεσίες, να είναι πολύ προσεκτικός, έτσι ώστε να διαπιστώνει ότι οι συνθήκες υπό τις οποίες απολαμβάνει τις υπηρεσίες αυτές, δεν συνιστούν εκμετάλλευση.

Για παράδειγμα, αν κάποιος πελάτης πάει σε μιαν από τις γνωστές για την προσφορά τέτοιων υπηρεσιών μπιραρίες ή καμπαρέ και το γκαρσόνι τού πει ότι αν καταναλώσει καθορισμένο αριθμό ποτών, ή αν ξοδέψει συγκεκριμένο ποσό για παροχή σ’ αυτόν συντροφιάς από τις κοπέλες που εργάζονται στο κατάστημα (consοmmation), θα δικαιούται να πάρει μιαν από αυτές μετά τις δύο το πρωί για ερωτική συνεύρεση, τότε, εύλογα θα πρέπει να υποθέσει ότι δεν είναι το αποτέλεσμα της επιλογής της κοπέλας, αλλά το προϊόν της διαμεσολάβησης τρίτου προσώπου και επομένως διαπράττει αδίκημα. Είναι κλασική περίπτωση εμπορίας προσώπου και ο πελάτης εκείνη την ώρα, βάζει χειροπέδες στα χέρια του. Επομένως η Αστυνομία θα πρέπει όχι μόνο να παρακολουθεί, αλλά θα πρέπει να ρυθμίσουμε σύντομα το θέμα του υπό κάλυψη πράκτορα, γιατί σε όλες τις χώρες είναι θεσμοθετημένο εκτός από την Κύπρο».

O βουλευτής τόνισε ιδιαίτερα ότι οι πελάτες πρέπει να αντιλαμβάνονται ότι παρανομούν, «την ώρα που μπαίνουν στην μπιραρία ή στο καμπαρέ και διεκδικούν τέτοιου είδους υπηρεσία, κερνώντας ποτά σε κοπέλες (πληρώνουν 20 ευρώ για κάθε ποτό, που είναι στην πραγματικότητα ένα ποτηράκι του λικέρ γεμάτο νερό), για να κάθεται η κοπέλα δίπλα τους να τους εξάπτει ολίγον τη φαντασία και ολίγον το σώμα τους, για να προλειάνει, με βάση τις οδηγίες του προϊσταμένου της, του νταβατζή της, το τι θα γίνει μετά τις 2 το πρωί, που θα πάρει μιαν απ’ αυτές, για αποκόμιση οπωσδήποτε μεγαλύτερου κέρδους. Πρέπει να υπάρχει, λοιπόν, συνειδητοποίηση του πελάτη, γιατί υπάρχει η υπόνοια και εύλογα μπορεί να υποθέσει (βγάζει μάτι δηλαδή, τι "εύλογα"), ότι αυτό που κάνει εκείνην τη στιγμή, είναι παράνομο».

* Να σημειώσουμε ότι ο βουλευτής αναφερόταν στο άρθρο 17, του περί της Πρόληψης και της Καταπολέμησης της Εμπορίας και Εκμετάλλευσης Προσώπων και της Προστασίας των Θυμάτων Νόμου του 2014, που διαμορφώθηκε έτσι ώστε να καταδικάζεται, όποιος «εύλογα μπορεί να υποθέσει», ότι η εργασία που χρησιμοποιεί ή οι υπηρεσίες που απολαμβάνει, προέρχονται από θύμα που είναι αντικείμενο προστασίας με βάση τον νόμο αυτό.

Μια υπόθεση με πελάτες κατηγορουμένους
Μεταξύ των ομιλητών στη συζήτηση ήταν και ο Ανώτερος Αστυνόμος Χριστάκης Μαυρής, Αστυνομικός Διευθυντής του Τμήματος Γ΄ του Αρχηγείου Αστυνομίας, όπου υπάγεται το Γραφείο της Αστυνομίας για την Καταπολέμηση της Εμπορίας Προσώπων, ο οποίος παρατήρησε μεταξύ άλλων ότι «δεν υπάρχει καμιά καταδίκη πελάτη σωματεμπορίου με βάση τον νέο νόμο του 2014, απλώς υπάρχει τώρα υπό διερεύνηση μια υπόθεση, όπου οι πελάτες αντιμετωπίζονται ως κατηγορούμενοι».

Ο κ. Μαυρής απέφυγε να επεκταθεί περισσότερο στη συγκεκριμένη υπόθεση, είπε όμως ότι το sex trafficking «είναι ένα οργανωμένο και πολύπλοκο έγκλημα, με δυσκολίες στην εξιχνίασή του. Χρειάζονται αλλαγές στη νομοθεσία που αφορά τα τηλεπικοινωνιακά δεδομένα για σκοπούς απόδειξης και πρέπει να ψηφιστεί νόμος για υπό κάλυψη πράκτορες, ως ένα σημαντικό εργαλείο στα χέρια μας». Πρόσθεσε ότι «απαραίτητο στοιχείο για τιμωρία των ενόχων, είναι η διασφάλιση επαρκούς και εξειδικευμένης υποστήριξης και προστασίας στα θύματα για τη συμμετοχή τους σε ποινικές διαδικασίες». Είπε ότι «τα θύματα, σύμφωνα με τον νόμο, αναγνωρίζονται μόνο από την Αστυνομία. Πολλά θύματα πριν αναγνωριστούν, απευθύνονται στην Αστυνομία, συχνά με τη μεσολάβηση μη κυβερνητικών οργανώσεων για να τους παρασχεθεί βοήθεια και αφού αναγνωριστούν ως θύματα, τότε μπαίνουν σε πρόγραμμα προστασίας, σε καταφύγια και τυγχάνουν βοήθειας από τις Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας, σύμφωνα με τις πρόνοιες της νομοθεσίας. Κανένα αναγνωρισμένο θύμα εμπορίας δεν απελαύνεται, παρόλο που σε κάποιες περιπτώσεις, κατά λάθος, απελάθηκαν θύματα».

Σε σύντομο χαιρετισμό της, που προηγήθηκε των τοποθετήσεων των ομιλητών, η Αν. Επικεφαλής του Γραφείου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην Κύπρο Αλεξάνδρα Ατταλίδου υπενθύμισε ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, «με ψήφισμά του έχει καλέσει τα κράτη μέλη να χτυπήσουν την πορνεία καταπολεμώντας τη ζήτηση και τιμωρώντας, μαζί με τους διακινητές και τους πελάτες, αλλά όχι τις γυναίκες που έχουν πέσει θύματα στα πλοκάμια αυτού του κυκλώματος. Ουσιαστικά το ψήφισμα προτείνει την υιοθέτηση και εφαρμογή του "σκανδιναβικού μοντέλου", βάσει του οποίου, κυρώσεις δέχονται αυτοί που αγοράζουν σεξουαλικές υπηρεσίες και όχι τα εκδιδόμενα άτομα. Το Ε.Κ. καλεί, επομένως, τα κράτη μέλη, συμπεριλαμβανομένης και της Κύπρου, να ακολουθήσουν το παράδειγμα της Σουηδίας, της Ισλανδίας και της Νορβηγίας».

Όταν η Αστυνομία παρανομεί…
Αξίζει να αναφέρουμε ότι ο Αστυνόμος Μαυρής απέφυγε, στη διάρκεια της συζήτησης που ακολούθησε τις αρχικές τοποθετήσεις των ομιλητών, να απαντήσει σε ερώτηση της Έλενας Πισσαρίδου, διοικητικής λειτουργού της οργάνωσης προστασίας θυμάτων σεξουαλικής βίας και εκμετάλλευσης ΣΤΙΓΜΑ, σε σχέση με τη χρησιμοποίηση πελατών συνεργατών της Αστυνομίας, σε επιχειρήσεις διερεύνησης υποθέσεων σωματεμπορίου. «Στην τελευταία επιχείρηση που δημοσιοποιήθηκε, χρησιμοποιήθηκε πελάτης συνεργάτης της Αστυνομίας», είπε η Έλενα Πισσαρίδου και συνέχισε: «Αυτός ο συνεργάτης της Αστυνομίας χρησιμοποίησε το θύμα, μέχρι να γίνει η επιχείρηση, δύο ή τρεις φορές. Και από νομικής και από ηθικής πλευράς, αυτός ο συνεργάτης της Αστυνομίας είναι πελάτης. Ήξερε ότι πήγαινε με θύμα, το επανέλαβε δύο ή τρεις φορές… πώς τον καλύπτει ο νόμος; Τι γίνεται με την ηθική πλευρά του θέματος, όταν η Αστυνομία, ως διώκτης, παρανομεί; Δεν λαμβάνεται υπόψη η παρανομία της Αστυνομίας;

Παλαιότερα η Αστυνομία χρησιμοποιούσε υπό κάλυψη αστυνομικούς, αλλά αυτό σταμάτησε. Επιτρέψτε μου να μεταφέρω μια εμπειρία που είναι γνωστή στο Γραφείο της Αστυνομίας για Καταπολέμηση της Εμπορίας Προσώπων. Χρειάστηκε περισσότερες από μια φορές εμείς, ως οργάνωση, να αγοράσουμε θύματα για να τα προστατεύσουμε από το κύκλωμα της εκμετάλλευσής τους. Στέλναμε κάποιον άντρα που τα αγόραζε και η υπόθεση άνοιγε. Οι προηγούμενες εμπειρίες, με χρήση μαρτύρων συνεργατών ή υπό κάλυψη αστυνομικών, στο δικαστήριο τουλάχιστον, δεν είχαν τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Τι σας κάνει να συνεχίζετε αυτήν την τακτική;». Η κυρία Πισσαρίδου δεν πήρε καμιάν απάντηση από τον κ. Μαυρή.

Η αντρική μαγκιά και οι δίκες εμπόρων
Η Ξένια Κωνσταντίνου, Πρόεδρος της ΓΟΔΗΣΥ, σχολίασε σε σύντομη παρέμβασή της στη συζήτηση, ότι «προφανώς το έτος 2015 στην Κύπρο, είναι ακόμα μεγάλη αντρική μαγκιά ν’ αγοράζεις σεξουαλικές υπηρεσίες και θεωρείται δευτερεύον ζήτημα αν αυτός που τις παρέχει, είναι ή δεν είναι θύμα εμπορίας». Ανέφερε στη συνέχεια ότι «ο προβληματικός τρόπος που γίνονται οι συλλήψεις, η απαράδεκτη χρήση συνεργατών, το ότι δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν οι τηλεφωνικές επικοινωνίες μέσα στο πλαίσιο του δικαίου της απόδειξης και άλλα ζητήματα, αναδεικνύουν σε δευτερεύον ζητούμενο, το ζήτημα της πορνείας και της διακίνησης και σεξουαλικής εκμετάλλευσης ανθρώπων στην Κύπρο. Κι αυτό γιατί υπάρχει ένα ολόκληρο κύκλωμα που, δυστυχώς, διευρύνεται και εντός της Αστυνομίας και στο πολιτειακό μας σύστημα».

Από την πλευρά της η Πρόεδρος της οργάνωσης Cyprus Stop Trafficking, Ανδρούλα Χριστοφίδου, παρατήρησε ότι «είναι απάνθρωπος ο τρόπος που χρησιμοποιούμε τα θύματα εμπορίας, ως μάρτυρες κατηγορίας, στις δίκες των σωματεμπόρων. Όποιος πήγε να παρακολουθήσει δίκη αυτής της μορφής, βγαίνει άρρωστος, με τη συμπεριφορά των δικηγόρων, το ουδέτερο χαμόγελο των δικαστών και με το καημένο το θύμα να υποφέρει». Η κυρία Χριστοφίδου, απευθυνόμενη στον κ. Μαππουρίδη, υπέβαλε ότι η Βουλή πρέπει ν’ αλλάξει αυτήν την κατάσταση, με τον βουλευτή να απαντά ότι «είχαμε ζήσει, πράγματι, δυσάρεστες εμπειρίες με την Ανδρούλα Χριστοφίδου, που έδωσαν το έναυσμα για τη συζήτηση του τρόπου επίσπευσης των δικών και απλούστευσης της διαδικασίας… Πράγματι, στον νέο νόμο για την εμπορία προσώπων, δεν χρειάζεται ενισχυτική μαρτυρία και αυτό περιορίζει το μαρτυρικό υλικό που χρειάζεται για να καταδικαστεί κάποιος».

Αλλαγή νοοτροπίας και πρόληψη
Ελίζα Σαββίδου, Επίτροπος Διοικήσεως και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων: «Με δεδομένη την εισαγωγή στη νομοθεσία, της ρύθμισης για ποινικοποίηση της χρήσης των υπηρεσιών του trafficking, θεωρώ ότι επιβάλλεται εκτεταμένη ενημέρωση γύρω από το νέο αυτό αδίκημα, και για τους λόγους που η εισαγωγή του κρίθηκε αναγκαία και χρήσιμη, με επικαιροποίηση, επέκταση και εντατικοποίηση της προαναφερθείσας προληπτικής δράσης. Εξάλλου, πέραν του αυτονόητου σκοπού για ουσιαστικό πλήγμα στην αγορά των υπηρεσιών που προκύπτουν από την εκμετάλλευση προσώπων, η συγκεκριμένη νομοθετική ρύθμιση θα διαδραματίσει αναμφισβήτητα σημαντικό παιδαγωγικό ρόλο στην αλλαγή νοοτροπίας απέναντι στην αγορά υπηρεσιών που προσφέρονται από πρόσωπα σε ευάλωτη θέση: γυναίκες που προσφέρουν σεξ έναντι αμοιβής, περιστασιακούς εργάτες γεωργίας, οικιακές εργάτριες με υπέρογκα χρέη, μετανάστες χωρίς έγγραφα.

Η ανάδειξη της σημασίας και η απόδοση ποινικών ευθυνών στον πελάτη των υπηρεσιών, αποτελεί σημαντικό εργαλείο αποθάρρυνσης της ζήτησης που οδηγεί στην εκμετάλλευση ανθρώπων. Για πρώτη φορά στην Κύπρο, αναγνωρίζεται και αντιμετωπίζεται, έστω νομοθετικά, ο παράγοντας που υποκινεί και συντηρεί την εγκληματική εκμετάλλευση ανθρώπων, και κυρίως γυναικών, και, ως εκ τούτου, η εξέλιξη αυτή αποτελεί σημαντική ευκαιρία για αλλαγή νοοτροπίας έναντι του φαινομένου. Επισημαίνω, ωστόσο, ότι ταυτόχρονα με τη στοχοποίηση της ζήτησης, θα πρέπει να συνεχίσουν και να εντατικοποιηθούν οι συντονισμένες προσπάθειες όλων των φορέων για συνεχή βελτίωση του θεσμικού πλαισίου καταπολέμησης της εμπορίας και προστασίας των θυμάτων, καθώς και οι ενέργειες προληπτικού χαρακτήρα που αφορούν στην ενίσχυση και προστασία των υπηκόων τρίτων χωρών και των Ευρωπαίων πολιτών που ζουν, εργάζονται ή φοιτούν στην Κύπρο».