Παρέστη πλήθος Τουρκοκυπρίων αλλά και Ελληνοκυπρίων
Λεϊλά Κιράλπ: «Σήμερα νιώθω πολύ λυπημένη και ευτυχισμένη ταυτόχρονα, γιατί τέλειωσε μια θλίψη 40 χρόνων»
Τ. ΧΑΤΖΗΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Το να αγκαλιάζουμε οι Ελληνοκύπριοι τον πόνο των Τουρκοκυπρίων με αισθήματα αγάπης, αποτελεί ένα προανάγγελμα της αυριανής Κύπρου…
Σε κοιμητήριο στην εντός των τειχών Αμμόχωστο, όπου είναι θαμμένοι Τουρκοκύπριοι του 1974 και του 1964, κηδεύτηκαν προχθές το πρωί τα οστά έξι αγνοουμένων Τουρκοκύπριων από το Ζύγι, που στις 15 Αυγούστου 1974 μεταφέρθηκαν στο γειτονικό χωριό Τόχνη και εκτελέστηκαν εν ψυχρώ από Ελληνοκύπριους ενόπλους, μαζί με άλλους 78 Τουρκοκύπριους από την Τόχνη.
Για μια καλύτερη Κύπρο
Στην κηδεία παρέστη πλήθος Τουρκοκυπρίων συγγενών των θυμάτων, αλλά και τριάντα περίπου Ελληνοκύπριοι, προσκεκλημένοι της συγγραφέως και ακτιβίστριας για την ειρηνική συνύπαρξη στο νησί, Λεϊλά Κιράλπ, συζύγου ενός από τους «έξι», του 25χρονου Αχμέτ Μουσταφά.
«Σήμερα νιώθω πολύ λυπημένη και ευτυχισμένη ταυτόχρονα, γιατί τέλειωσε μια θλίψη 40 χρόνων», δήλωσε η Λεϊλά στο Sigmalive. «Ελπίζω στο μέλλον να επικρατήσει ειρήνη στο νησί μας. Δεν θέλω πια να ξαναγίνει πόλεμος. Ελπίζω να ανευρεθούν τα οστά όλων των αγνοουμένων Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, ώστε και οι οικογένειές τους να ησυχάσουν. Δούλεψα για την ειρήνη, παρά την ταλαιπωρία μου, και θα συνεχίσω να το κάνω. Ευχαριστώ τους φίλους που ήρθαν σήμερα κοντά μας και πιστεύω με αυτήν τη φιλία, θα κάνουμε την Κύπρο μιαν άλλη, καλύτερη Κύπρο».
Το βιβλίο της ζωής της
Η Λεϊλά Κιράλπ εξέδωσε το 2009 το βιβλίο «Το άσπρο βρεγμένο μαντήλι που μοιραστήκαμε», που είναι η ιστορία της ζωής της από τότε που γεννήθηκε και μεγάλωσε στο χωριό της Μαρί (πριν από την εισβολή αμιγώς τουρκοκυπριακό χωριό), μέχρι την προσφυγοποίησή της στον κατεχόμενο βορρά. Έχει επίκεντρο την ανόθευτη και αγνή φιλία της με την Μαρία Χρυσάνθου, Ελληνοκύπρια πρόσφυγα από την Αμμόχωστο που κατοίκησε στη Λεμεσό και την γνώρισε λίγο μετά την εισβολή, στο Ζύγι. Η Λεϊλά, που το 1974, στα 18 της χρόνια, ήταν νιόπαντρη και κατοικούσε με τον Αχμέτ στο Ζύγι, έφυγε από το Ζύγι τον Μάιο 1975 αφού μάταια περίμενε τον γυρισμό του άντρα της.
Τον Αύγουστο 1975 μετεγκαταστάθηκε στο Βαρώσι, ενώ το 1980 γνώρισε τον Μουσταφά Κιράλπ, δεύτερο σύζυγό της, τον παντρεύτηκε το 1981 και το 1986 απόκτησαν τον 28χρονο σήμερα Σιεφκή, το μοναχοπαίδι τους. Ο Σιεφκή είναι καθηγητής ελληνικής γλώσσας και πολιτικών επιστημών στο πανεπιστήμιο της «Εγγύς Ανατολής» στην κατεχόμενη Λευκωσία. Σπούδασε την ελληνική γλώσσα σε πανεπιστήμιο στην Άγκυρα και είναι ο μεταφραστής του βιβλίου της μητέρας του, στα Ελληνικά.
Τα 40 δύσκολα χρόνια…
Η Λεϊλά Κιράλπ ήταν και η μοναδική ομιλήτρια στη σημερινή νεκρώσιμη τελετή για τον σύζυγό της και τους άλλους πέντε αγνοούμενους από το Ζύγι. «Ήταν πολύ δύσκολο για μένα να μιλήσω στην τελετή αυτή, αλλά σέβομαι τους αγνοουμένους μας και το θεωρώ καθήκον μου», είπε μεταξύ άλλων. Είναι καθήκον μας προς την ανθρωπότητα, να κάνουμε ό,τι χρειάζεται για να μη ξαναζήσουμε τέτοια γεγονότα στην Κύπρο. Μαζί με τους μάρτυρές μας, ησυχάζουμε κι εμείς, γιατί για πολλά χρόνια δεν ξέραμε πού βρίσκονταν και οι πληγές μας έμειναν ανοικτές για τόσο πολύ καιρό. Τώρα τουλάχιστον ξέρουμε τον τάφο των αγαπημένων μας, ώστε να μπορούμε να τους αφήσουμε τουλάχιστον ένα λουλούδι.
Έτσι θα λιγοστέψει κάπως ο πόνος μας, ο κοινός πόνος της Κύπρου για όλους τους αγνοουμένους μας. Είναι εύκολο να λες ότι πέρασαν 40 χρόνια, όμως είναι πολύ δύσκολο να ζήσεις με αυτόν τον τρόπο για 40 χρόνια. Τον πόνο τον γνωρίζουν μόνο αυτοί που τον έζησαν, είτε είναι Ελληνοκύπριοι είτε Τουρκοκύπριοι. Εύχομαι να βρεθούν μια ώρα αρχύτερα όλοι οι αγνοούμενοι της Κύπρου και να παραδοθούν τα οστά τους στην οικογένειά τους».
Η Λεϊλά Κιράλπ ευχαρίστησε ιδιαίτερα τη Διερευνητική Επιτροπή για τους Αγνοουμένους της Κύπρου για τις έρευνες που κάνει και στις δύο πλευρές, όπως και τη γνωστή δημοσιογράφο Σεβγκιούλ Ουλούνταγ για τις μακρόχρονες προσπάθειές της για ανεύρεση των αγνοουμένων, Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων.
Ήταν επιβάτες του πρώτου λεωφορείου
ΣΥΝΟΛΙΚΑ 84 άοπλοι Τουρκοκύπριοι, νέοι και μεγαλύτεροι άντρες από την Τόχνη και το Ζύγι συνελήφθηκαν ενώ βρίσκονταν στα σπίτια τους στις 14 Αυγούστου 1974 από Ελληνοκύπριους ενόπλους, κλειδώθηκαν στο δημοτικό σχολείο του χωριού για μια νύχτα και την επόμενη ημέρα φορτώθηκαν σε δύο λεωφορεία και οδηγήθηκαν για εκτέλεση. Εκτελέστηκαν όλοι εν ψυχρώ, αλλά γλίτωσε μόνο ένας 19χρονος από την Τόχνη, ο Σουάτ Καφατάρ, που τον πήραν για νεκρό και που δραπέτευσε τραυματισμένος κάτω από μυθιστορηματικές συνθήκες και κατέληξε στη βρετανική βάση Ακρωτηρίου.
Οι έξι αγνοούμενοι του Ζυγίου, που κηδεύτηκαν προχθές Παρασκευή στην Αμμόχωστο, βρίσκονταν στο πρώτο λεωφορείο, που είχε οδηγηθεί σε στρατόπεδο στην Παλώδια, όπου και εκτελέστηκαν, μαζί με άλλους από την Τόχνη. Όταν σε μερικούς μήνες μετά το έγκλημα, η ΟΥΝΦΙΚΥΠ επισκέφθηκε το στρατόπεδο για να διερευνήσει την υπόθεση μετά από κατάθεση του Σουάτ Καφατάρ, οι δολοφόνοι ξέθαψαν τα θύματα και τα έθαψαν σε λατομείο στη Γεράσα, απ' όπου αργότερα ξεθάφτηκαν και ξαναθάφτηκαν σε παρακείμενο χώρο, όταν κατέστη ανάγκη επέκτασης του λατομείου. Τους επιβάτες του δεύτερου λεωφορείου, τους εκτέλεσαν και τους έθαψαν στην Παρεκκλησιά, όπου σήμερα συνεχίζονται εκταφές κοντά σε λατομείο. Μέχρι τώρα η Διερευνητική Επιτροπή για τους Αγνοουμένους εντόπισε και ταυτοποίησε τα οστά των 46 από τα 83 θύματα, ενώ τα οστά άλλων 25 βρίσκονται σε διαδικασία ταυτοποίησης.
Προανάγγελμα της αυριανής Κύπρου
ΜΑΣ είπε ο Τάκης Χατζηδημητρίου, ο Ελληνοκύπριος Πρόεδρος της Τεχνικής Επιτροπής Πολιτιστικής Κληρονομιάς:
«Σήμερα είναι η δεύτερη φορά που παρευρίσκομαι σε κηδεία αγνοουμένων Τουρκοκυπρίων. Παρευρέθηκα σε κηδείες Ελληνοκυπρίων αγνοουμένων, φίλων αγαπημένων, είδα τον πόνο των ανθρώπων, τον θρήνο και τον οδυρμό Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων που εκφράζουν τον ίδιο πόνο. Αν αισθάνθηκα κάτι διαφορετικό σήμερα, είναι ότι το να αγκαλιάζουμε οι Ελληνοκύπριοι τον πόνο των Τουρκοκυπρίων με αισθήματα αγάπης, αποτελεί ένα προανάγγελμα της αυριανής Κύπρου, μιας Κύπρου που θα κάνουμε τον πόνο των ανθρώπων κοινό και θα εργαστούμε όλοι μαζί για την ειρήνη και την πρόοδο του τόπου μας αδελφωμένοι, αφήνοντας πίσω το τραγικό παρελθόν. Έχει ιδιαίτερη σημασία που βρισκόμαστε σε αυτό εδώ το σπίτι, στο Melandra House, που θέλει να θυμίσει ακριβώς αυτές τις κοινές καταβολές και είναι κι αυτό ένα άνοιγμα στο παρελθόν και στο μέλλον».
Το σπίτι που στεγάζει αναμνήσεις
Να σημειώσουμε ότι, μετά την κηδεία, η Λεϊλά Κιράλπ, ο σύζυγος και ο γιος της παρέθεσαν στο σπίτι τους στην Έγκωμη Αμμοχώστου, γεύμα στους Ελληνοκύπριους προσκεκλημένους τους.
Η οικογένεια μένει σε γη που δεν είναι ελληνοκυπριακή, όπως αναφέρεται στο βιβλίο της Λεϊλά. Πρόκειται για ένα πετρόκτιστο σπίτι-μουσείο, που ονόμασαν Melandra House και που έκτισαν με αιματηρές οικονομίες, «στη μνήμη όλων των προσφύγων της Κύπρου για την κουλτούρα της Κύπρου που έχει ξεχαστεί», όπως αναφέρεται σε μαρμάρινη πλάκα στην είσοδο.
Το Melandra House είναι κτισμένο από τον 61χρονο σύζυγο της Λεϊλά, Μουσταφά Κιράλπ, που είναι αρχιτέκτονας, στο πρότυπο του πατρικού του σπιτιού στο χωριό Μελάνδρα της Πάφου, που εγκαταλείφθηκε μετά την τουρκική εισβολή και σήμερα είναι ερειπωμένο. (Όπως πληροφορηθήκαμε, οι κάτοικοι της Μελάνδρας μεταφέρθηκαν από το κατοχικό καθεστώς στην Άσσια και στον Λάρνακα της Λαπήθου).
«Οι γονείς μου αποφάσισαν να φέρουν τη Μελάνδρα εδώ, αφού βλέπουν ότι δεν πρόκειται να πάνε πίσω στη Μελάνδρα», μας είπε ο Σιεφκή.
Αυτό το παραδοσιακό κτίσμα κοντά στο χωριό Αρναδί, στον δρόμο που οδηγεί από την Αμμόχωστο, στο Μπογάζι και στον Απόστολο Ανδρέα, είναι διαμορφωμένο εξωτερικά και εσωτερικά, με τρόπο που αναδεικνύει την κοινή κυπριακή κληρονομιά Ελλήνων και Τούρκων κατοίκων του νησιού πριν τους χωρίσει η τουρκική εισβολή του ΄74 - όλοι οι χώροι περιέχουν εργαλεία, αντικείμενα και φωτογραφίες που παραπέμπουν στις γεωργικές ασχολίες και στον τρόπο ζωής στα κυπριακά χωριά.
Λειτουργεί σαν «προσωπικό μουσείο και πολιτιστικό σπίτι», όπως έγραψε η Λεϊλά στο βιβλίο της και δέχεται επισκέπτες, ιδιαίτερα κάθε Κυριακή που η οικογένεια προσφέρει παραδοσιακό κυπριακό πρόγευμα, όπως αβγά τηγανητά, ελιές τσακκιστές, χαλλούμι, κυπριακό μέλι και μαρμελάδα, κυπριακά τυριά και πίτες.
Έγραψε και τα εξής η Λεϊλά Κιράλπ για το Melandra House, το σπίτι της στην Έγκωμη Αμμοχώστου: «Πήραμε μιαν απόφαση με τον σύζυγό μου και τον γιο μου. Αποφασίσαμε να κτίσουμε το ίδιο πέτρινο σπίτι που είχε κτίσει ο πατέρας του συζύγου μου στη Μελάνδρα το 1922, με τις αποταμιεύσεις μας που αποκτήσαμε μετά το 1974. Ο σκοπός μας ήτανε να ζήσουμε τις αναμνήσεις μας, την κουλτούρα μας, και το παρελθόν μας σε αυτό το πέτρινο σπίτι. Ξοδέψαμε όλα όσα είχαμε αποταμιεύσει τριάντα χρόνια. Μαζέψαμε μια-μια τις πέτρες των γκρεμισμένων σπιτιών που είχαν πεταχτεί στα σκουπίδια από τον Άγιο Σέργιο και τα γύρω χωριά.
Ξοδέψαμε πολλά χρήματα για να αγοράσουμε αυτές τις πέτρες, τις κολώνες και τα μάρμαρα που μαζέψαμε από τα σκουπίδια. Καλέσαμε μάστορες για το κτίσιμο των πέτρινων τοίχων. Κάθε πέτρα του Melandra House ανήκει στους Ελληνοκύπριους πρόσφυγες που αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους. Με τον καιρό αυτά τα σπίτια γκρεμιστήκανε ένα-ένα και οι πέτρες τους πετάχτηκαν στα σκουπίδια. Σε κάθε πέτρα που μαζέψαμε από τα σκουπίδια, υπάρχουν αναμνήσεις του κάθε Ελληνοκύπριου πρόσφυγα. Ο βασικός μας σκοπός είναι να στεγάσουμε τις αναμνήσεις όλων των Κυπρίων προσφύγων στο Melandra House, ανεξαρτήτως εθνικότητας».