Ανά τους αιώνες ισχύει απαρασάλευτα και τεκμηριωμένα η λατινική ρήση: «Si vis pacem para bellum». Δηλαδή, «αν θέλεις ειρήνη να ετοιμάζεσαι για πόλεμο». Ιδιαίτερα αν ένα κράτος έχει γείτονα που εποφθαλμιά την ελευθερία, την εδαφική ακεραιότητα, την ανεξαρτησία και την εθνική και βιολογική ύπαρξή του. Η ειρήνη είναι συνώνυμη της ασφάλειας, της σταθερότητας και της ευημερίας. Όμως, η εδραίωση της ειρήνης και η ευτυχία του λαού συναρτώνται προς την ύπαρξη ισχυρής οικονομίας και εξίσου ισχυρών Ενόπλων Δυνάμεων, έτοιμων ανά πάσα στιγμή να υπερασπιστούν την ελευθερία και την αξιοπρέπεια του κράτους και του λαού. Η Κυπριακή Δημοκρατία και η Κύπρος ευλογήθηκαν από την Ιστορία αλλά τους καταράστηκε η Γεωγραφία. Εδώ και χίλια χρόνια (μετά τη μάχη του Μαντζικέρτ - 26 Αυγούστου 1071, που σηματοδότησε την εισβολή των Σελτζούκων Τούρκων στη Μικρά Ασία και στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία) η Κύπρος βρίσκεται υπό το τουρκικό φάσγανο.
Μετά την τουρκική εισβολή και κατοχή, καμία κυβέρνηση δεν έδωσε τη δέουσα σημασία στην αμυντική θωράκιση του τόπου. Οι πολίτες εισέφεραν πρόθυμα δισεκατομμύρια για την άμυνα. Λεηλατήθηκαν και κατασπαταλήθηκαν είτε για υλοποίηση πολιτικών ή και κομματικών σκοπιμοτήτων είτε ρίχθηκαν στον δημόσιο πίθο των Δαναΐδων. Η κυβέρνηση Αναστασιάδη και ο Υπουργός Άμυνας δεν παύουν να ψαλμωδούν μία μόνιμη επωδό: Μετά την ανακάλυψη υδρογονανθράκων αναβαθμίστηκε η γεωπολιτική σημασία της Κυπριακής Δημοκρατίας ως «πυλώνα ασφάλειας και σταθερότητας στην Ανατολική Μεσόγειο». Την ίδια ακριβώς επωδό ακούσαμε προχθές ξανά από τον Χρ. Φωκαΐδη, σε δηλώσεις του μετά από συνάντησή του με τον Βρετανό ομόλογό του: «Η Κύπρος θα πρέπει και μετά τη λύση να συνεχίσει τον εποικοδομητικό της ρόλο ως πυλώνας σταθερότητας και ασφάλειας στην περιοχή».
Για να συνεχίσει η Κύπρος να αποτελεί «πυλώνα σταθερότητας και ασφάλειας στην περιοχή» ΟΦΕΙΛΕΙ να διατηρεί, να ενισχύει και να εξοπλίζει ισχυρές Ένοπλες Δυνάμεις. Είναι σημαντικό ότι τα τελευταία χρόνια υπογράφτηκαν συμφωνίες αμυντικής συνεργασίας με χώρες της περιοχής καθώς και με εταίρους μας, αρχής γενομένης από την Ελλάδα. Εξάλλου, προχθές επίσης, ο Κυβ. Εκπρόσωπος ερωτηθείς, αν η αναβάθμιση του ρόλου της Κύπρου στο πλαίσιο της λύσης ή μετά τη λύση σημαίνει ότι θα υπάρχει στρατός στην Κύπρο ή πολυεθνική δύναμη για να αναλάβει αυτόν το ρόλο, είπε:
«Σημαίνει ότι η Κυπριακή Δημοκρατία θα πρέπει να μπορεί να διαδραματίσει τον ρόλο της στην περιοχή και για να μπορεί να τον διαδραματίσει θα πρέπει να είναι ένα απόλυτα κυρίαρχο κράτος και μέσα σε αυτό το πλαίσιο να μπορεί να ενισχύει, να ενδυναμώνει τις σχέσεις της με όλα τα γειτονικά κράτη, κάτι που υπάρχει σήμερα, ως το κράτος που διατηρεί άριστες σχέσεις με τα γειτονικά κράτη. Ένα κράτος το οποίο συνεργάζεται με όλα τα γειτονικά κράτη και αυτός ο ρόλος θα πρέπει να ενισχυθεί ακόμη περισσότερο στο πλαίσιο της λύσης του Κυπριακού. Αυτός ο ρόλος θα μπορεί να διασφαλιστεί και να ενισχυθεί μέσα από την ύπαρξη όλων των αναγκαίων υποδομών, και ως κράτος μέλος της ΕΕ».
Με απλά λόγια, ο Κυβ. Εκπρόσωπος όπως και ο Υπουργός Άμυνας εννοούν αυτό που λογικά καταλαβαίνουν και επικροτούν οι πολίτες: Η Κυπριακή Δημοκρατία, ακριβώς εξαιτίας της γεωπολιτικής αναβάθμισής της, των ασύμμετρων απειλών, της τουρκικής κατοχής και των αταλάντευτων απειλών της Τουρκίας, των συγκρούσεων και κρίσεων στην περιοχή μας και του ασταθούς περιβάλλοντος, οφείλει να διατηρεί, να ενισχύει και να εξοπλίζει ισχυρές Ένοπλες Δυνάμεις. Η πολιτική της Κυβέρνησης είναι αλλοπρόσαλλη. Από τη μια στοχεύει στην αποστρατιωτικοποίηση, στο πλαίσιο λύσης, και από την άλλη, ορθά, το Υπουργείο Άμυνας επιχειρεί εξοπλισμούς.
Να το υπογραμμίσουμε ξανά και έντονα: Στο σημερινό άναρχο διεθνές σύστημα και εξαιτίας των εντεινόμενων και αυξανόμενων απειλών και κινδύνων, κανένα σοβαρό κράτος, που ενδιαφέρεται για την ασφάλεια και την επιβίωσή του, αφοπλίζεται. Κανένα σοβαρό κράτος παραδίδεται ως σφάγιο στον εχθρό του. Κανένα σοβαρό κράτος υποτάσσεται στις αξιώσεις του εχθρού του. Ασφάλεια και σταθερότητα στηρίζονται σε ισχυρές ένοπλες Δυνάμεις. Αυτό αξιώνουν οι Έλληνες της Κύπρου. Η μόνη εγγύησή τους είναι οι δικές μας Ένοπλες Δυνάμεις και οι συμμαχίες με φίλες και γειτονικές χώρες, που όλες εξοπλίζονται, δεν αφοπλίζονται, εξαιτίας κυρίως των επιθετικών και επεκτατικών βλέψεων της κατοχικής Τουρκίας.