Κ Υ Ρ Ι Α Κ Η, ΤΡΕΙΣ Μαρτίου 1957, στα βουνά του Μαχαιρά, τα βρετανικά στρατεύματα στην αγγλοκρατούμενη από το 1878 Κύπρο, μετά από 10ωρη ανεπιτυχή μάχη και ανταλλαγή πυρών με τον περικυκλωμένο και ταμπουρωμένο στο προδομένο Κρησφύγετό του Γρηγόρη Αυξεντίου, μπροστά στους φακούς των δημοσιογράφων που οι ίδιοι κουβάλησαν εκεί για ν’ απαθανατίσουν και να μεταδώσουν τον «θρίαμβο» της Αυτού Εξοχότητος του Κυβερνήτου στρατάρχου σερ Τζον Χάρντινγκ, μετέφεραν με ελικόπτερο και περιέλουσαν το Κρησφύγετο με βενζίνη κι έκαψαν ζωντανό τον «τρομοκράτη», μαχόμενο αντάρτη, 29χρονο υπαρχηγό της ΕΟΚΑ κι έφεδρο ανθυπολοχαγό του Ελληνικού Στρατού, ο οποίος, αντί να τους παραδοθεί, αντέταξε το προγονικό Μολών Λαβέ και τα θανατηφόρα πυρά του όπλου του.

Ε Ξ Η Ν Τ Α ΕΦΤΑ ημέρες προτού θυσιαστεί ο Γρηγόρης Αυξεντίου -επικηρυγμένος απ’ τους Εγγλέζους με 5.000 λίρες και καταζητούμενος απ’ την 1η Απριλίου 1955, ημέρα έναρξης του ένοπλου αντιαποικιακού αγώνα- ήταν σε μια μυστική σύναξη 20 ανταρτών του στο σπίτι τού Παπάχριστοδουλου, στον Αγρό:

ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ του 1956: «Οι αντάρτες της περιοχής Πιτσιλιάς, ύστερα από την πίεση των Άγγλων και τις πληροφορίες ότι θα άρχιζαν νέες μεγαλύτερες έρευνες εναντίον τους, έπρεπε να σκορπιστούν. Αλλά προτού χωριστούν, μέσα σ’ εκείνες τις συνθήκες, τις τόσο αβέβαιες για την τύχη και την ίδια τη ζωή τους, είπαν να συγκεντρωθούν για τελευταία φορά μαζί στο σπίτι του παπά. Χριστούγεννα και το γιορταστικό τραπέζι ήταν έτοιμο. Οι αντάρτες ολόγυρα είχαν την αγριάδα που δίνει ο κατατρεγμός κι η κακοπέραση. Ο Αυξεντίου τούς επέτρεψε να πιουν ένα ποτήρι κρασί. Σηκώνοντας το δικό του και στέκοντας όρθιος, μίλησε αργά και σταθερά:

- Τ Ω Ρ Α ΠΟΥ οι Άγγλοι τα έριξαν όλα εναντίον μας, δεν ξέρουμε τι μας επιφυλάσσει ο αγώνας και η μοίρα του καθενός. Όμως, είτε ζήσουμε είτε πεθάνουμε, ένα πρέπει να είναι μια μέρα το έπαθλο για νεκρούς και ζώντες. Να γίνει η Κύπρος ελληνική και να ζήσει ελεύθερη κι ευτυχισμένη. Ο αγώνας δεν είναι πάρε-δώσε. Κι όσοι επιζήσουν, ας μην αναμένουν, ή ακόμα, πιο χειρότερο, ας μην επιδιώξουν άλλες ανταμοιβές κι αξιώματα, γιατί οι υπηρεσίες προς την πατρίδα δεν εξαργυρώνονται. Και πάνω απ’ όλα δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι η αγάπη κι η ομόνοια είναι καθήκον και χρέος προς την πατρίδα. Ο διχασμός υπήρξε πολλές φορές κατάρα της φυλής μας και η διχόνοια παραλίγο να καταστρέψει την επανάσταση του Εικοσιένα και να αφανίσει την Ελλάδα. Όταν ήμουν στο Γυμνάσιο αποβλήθηκα από την τάξη στο μάθημα της Ιστορίας, γιατί αυθαδίασα υποστηρίζοντας τον Κολοκοτρώνη και τον Δημήτρη Υψηλάντη στη συζήτηση για τον Μαυροκορδάτο και τους πολιτικούς. Αυτά είχα να σας πω και καλά Χριστούγεννα» (Σπ. Παπαγεωργίου, ΖΗΔΡΟΣ, εκδ. Επιφανίου, σ.195)
ΛΑΖΑΡΟΣ Α. ΜΑΥΡΟΣ