Ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης φοίτησε στο δημοτικό σχολείο Τσάδας και στη Νεοφύτειο Αστική Σχολή Κτήματος. Συνέχισε τις σπουδές του στο Ελληνικό Γυμνάσιο Πάφου. Παιδί πολύ προικισμένο, μάς άφησε ένα πνευματικό έργο. Η δράση του για απελευθέρωση της Κύπρου άρχισε τον Ιούνιο του 1953 κατά τους εορτασμούς για τη στέψη της Βασίλισσας Ελισάβετ. Κατέβασε από τα προπύλαια του σταδίου της πόλης την αγγλική σημαία και πρωτοστάτησε στην οργάνωση μεγάλης διαδήλωσης, με αποτέλεσμα τη ματαίωση των εορτασμών.

Όταν οι συλληφθέντες σχετικά με το πλοιάριο Άγιος Γεώργιος μεταφέρονταν στο δικαστήριο, ο Ευαγόρας με 20 φίλους του όρμησαν κατά των αστυνομικών για να τους αποσπάσουν από τα χέρια τους. Στις 22 Ιουνίου 1955 ηγήθηκε της ομάδας επίθεσης εναντίον του δικαστηρίου Πάφου και στη συνέχεια εναντίον του Άγγλου Διοικητή Κρην Μπέη. Τον Αύγουστο του 1955, σε εκδρομή του στην Ελλάδα, του δόθηκε η ευκαιρία να μάθει λίγα για τη χρήση όπλου και κατόρθωσε να φέρει μαζί του ένα περίστροφο.

Τον Νοέμβριο του 1955, σε μαθητική διαδήλωση, κτύπησε Άγγλους στρατιώτες, ελευθερώνοντας από τα χέρια τους συμμαθητές του. Συνελήφθη και διατάχθηκε να παρουσιαστεί σε δίκη στις 6 Δεκεβρίου. Για να αποφύγει την καταδίκη κατέφυγε στη Μονή Αγίου Νεοφύτου την προηγούμενη της δίκης και ενώθηκε με την αντάρτικη ομάδα της περιοχής στην τοποθεσία Άππης, μεταξύ Κισσόνεργας - Τάλας.Μετα τα γεγονότα αυτά επικηρύχθηκε με το ποσό των 5.000 λιρών.

Τον Μάρτη του 1956 προωθήθηκε σε κρησφύγετο στο δάσος κοντά στο Χωριό Λυσός προς την περιοχή Άγιος Γεώργιος. Πήρε μέρος σε πολλές επιθέσεις και δολιοφθορές εναντίον των Άγγλων στην περιοχή αυτή. Το βράδυ της 18ης Δεκεμβρίου 1956 σε μια μετακίνηση της ομάδας του από την περιοχή του Σταυρού της Ψώκας, για εγκατάσταση στην περιοχή της Λυσού, βρέθηκε αντιμέτωπος με αγγλική περίπολο που εκινείτο με σβησμένες τις μηχανές των οχημάτων στον δρόμο μεταξύ Λυσού και Σταυρού της Ψώκας κοντά στη Λυσό, στην περιοχή Κόπες, και συνελήφθη κρατώντας όπλο τύπου μπρεν, το οποίο βρισκόταν σε συντήρηση μέσα σε γράσο. Καταδικάστηκε για τούτο σε θάνατο.

Στον δικαστή που του ανακοίνωσε την καταδίκη του είπε: «Ξέρω ότι θα με κρεμάσετε. Ό,τι έκαμα το έκαμα ως Έλλην Κύπριος που αγωνίζεται για την ελευθερία του».

Είναι ο τελευταίος που ανέβηκε στο ικρίωμα της αγχόνης. Γεννήθηκε στο χωριό Τσάδα της επαρχίας Πάφου στις 26 Φεβρουαρίου 1938. Απαγχονίστηκε στις Κεντρικές Φυλακές Λευκωσίας στις 14 Μαρτίου 1957.

Γονείς του οι Μιλτιάδης Παλληκαρίδης και Αφροδίτη Παπαδανιήλ. Αδέλφια του οι Ελευθέριος, Αντρέας, Γεωργία, Μαρούλα.

Να τι έγραφε στους συμμαθητές του στο τελευταίο γράμμα:

Παλιοί συμμαθηταί.

Αυτή την ώρα κάποιος λείπει ανάμεσά σας, κάποιος που φεύγει αναζητώντας λίγο ελεύθερο αέρα, κάποιος που μπορεί να μην ξαναδείτε παρά μόνον νεκρό. Μην κλάψετε στον τάφο μου. Δεν κάνει να με κλαίτε. Λίγα λουλούδια του Μαγιού σκορπάτε πάνω στον τάφο, μου φτάνει αυτό μονάχα.

Θα πάρω μιαν ανηφοριά
θα πάρω μονοπάτια
να βρω τα σκαλοπάτια
που παν στη Λευτεριά.

Θ' αφήσω αδέλφια, συγγενείς,
τη μάνα, τον πατέρα
μες στα λαγκάδια πέρα
και στις βουνοπλαγιές.

Ψάχνοντας για τη Λευτεριά
θα 'χω παρέα μόνη
κατάλευκο το χιόνι,
βουνά και ρεματιές.

Τώρα κι αν είναι χειμωνιά
θα 'ρθει το καλοκαίρι
τη λευτεριά να φέρει
σε πόλεις και χωριά.

Θα πάρω μιαν ανηφοριά
θα πάρω μονοπάτια
που παν στη λευτεριά.

Τα σκαλοπάτια θ' ανεβώ
θα μπω σε ένα παλάτι
το ξέρω θα' ναι απάτη
Δεν θα 'ναι αληθινό.

Μες στο παλάτι θα γυρνώ
ώσπου να βρω τον θρόνο
βασίλισσας μια μόνο
να κάθεται σ' αυτόν.

Κόρη πανώρια, θα της πω
άνοιξε τα φτερά σου
και πάρε με κοντά σου
μονάχα αυτό ζητώ.

Γεια σας, παλιοί συμμαθητές,
τα τελευταία λόγια τα γράφω
σήμερα για σας και όποιος
θελήσει για να βρει
ένα χαμένο αδελφό
έναν παλιό του φίλο
ας πάρει μιαν ανηφοριά
ας πάρει μονοπάτια
να βρει τα σκαλοπάτια
που παν στη Λευτεριά.

Με την ελευθερία μαζί
μπορεί να βρει και μένα
αν ζω θα μ' εύρει εκεί.

Ευαγόρας Παλληκαριδης
5/12/1955


Ύμνος στον Ευαγόρα Παλληκαρίδη

Η νεανική ψυχή πρωτοστάτησε στο κυπριακό έπος των ετών 1955-59.Τα νέα παιδιά μετέδωσαν το πνεύμα της θυσίας και στους ενήλικες. Ανήλικοι συμβουλεύουν -επιβάλλονται, καμία άλλη επανάσταση δεν θα μπορούσε κανείς να βρει τόσο ωραία και αρμονικά συνταιριασμένα νιάτα και ιδανικά, νέους και οραματισμούς, νέους και ανώτερους στοχασμούς.

Απόδειξή του, οι νέοι μπροστά στην επιτέλεση του ύψιστου καθήκοντός τους, την ικανοποίηση της συνείδησής τους, όπως αυτή διαμορφώθηκε κατά τα πέντε χρόνια που προηγήθηκαν του μεγάλου αγώνα για ένωση της ελληνικής Κύπρου με την αθάνατη μάνα Ελλάδα. Δηλαδή από τις 15 Ιανουαρίου 1950, όταν στο ενωτικό δημοψήφισμα ψήφισε ο κυπριακός Ελληνισμός με 97% την ένωση με τον μητρικό κορμό.

Ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης, ο πιο νεαρός από τους απαγχονισθέντες ήρωες με την κατηγορία ότι σκότωσε ή μάλλον ότι άσκησε βία ένοπλου, χωρίς να κατηγορηθεί ότι προκάλεσε με το αγωνιστικό του πνεύμα τον θάνατο ενός μέλους των δυνάμεων ασφαλείας.

Καταδικάστηκε στην ποινή του θανάτου, του πιο μαρτυρικού θανάτου. Όπως ήταν διά αγχόνης θάνατος. Στο σχολειό του, τόσο στο δημοτικό όσο και στο γυμνάσιο, είχε εγκλιματιστεί στα ελληνικά και χριστιανικά ιδανικά της Ελλάδος και του Χριστού, για τα οποία αισθανόταν μέσα του και πάντοτε έναν εθνικό συγκλονισμό. Στις 15 Νοεμβρίου 1956 οδηγήθηκε στο δικαστήριο, στο οποίο κατηγορήθηκε ότι πήρε μέρος σε οχλαγωγία, όπως ονόμαζαν οι Άγγλοι τις πατριωτικές διαδηλώσεις της κυπριακής νεολαίας.

Η δίκη ορίστηκε για τις 6 Δεκεμβρίου. Στις 5 Δεκεμβρίου το απόγευμα ο Ευαγόρας πλησίασε τον πατέρα του, τον Μιλτιάδη Παλληκαρίδη, και του είπε, όπως γράφει ο τελευταίος: «Πατέρα, αύριο είναι η δίκη μου. Ξέρω ότι από το δικαστήριο θα γλυτώσω, αλλά η αστυνομία θα με συλλάβει και θα με στείλει στο κάστρο. Εγώ στη φυλακή δεν μπορώ να μείνω. Αν δεν μπορέσω να δραπετεύσω, θα σκοτώσω κανένα φρουρό και θα με σκοτώσουν. Προτιμώ να φύγω. Θα βγω στο βουνό».

Ο πατέρας Παλληκαρίδης έδωσε με δάκρυα στα μάτια την ευχή του στο λεβεντόπαιδό του, που την ίδια μέρα στις 4 το απόγευμα, περνά από το ελληνικό Γυμνάσιο Πάφου και αφήνει πάνω στη διδασκαλική έδρα ένα γράμμα προς όλους τους φίλους και συμμαθητές του. Εύγε, μεγάλε Έλληνα Ευαγόρα Παλληκαρίδη, η θυσία σου θα 'ναι για μας άσβεστη φλόγα και οξυγόνο για τη συνέχεια του αγώνα. Με την απελευθέρωση της μαρτυρικής Κύπρου από τον βάρβαρο Αττίλα θα σου στείλουμε με ένα κατάλευκο περιστέρι τα χαρμόσυνα νέα. Για τον Έλληνα της Κύπρου δεν πέθανες, αλλά ζεις στις καρδιές όλων.