Η κλιμάκωση των τουρκικών προκλήσεων και ειδικότερα οι κατάφωρες παραβιάσεις των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας από το ερευνητικό σκάφος «Μπαρμπαρός» και το τουρκικό πολεμικό ναυτικό, φαίνεται πως αφύπνισαν ορισμένους από τον τεσσαρακονταετή λήθαργο.
Εκθαμβώθηκαν οι επαναπροσεγγιστές καριέρας από τη λάμψη των κανονιών, τρομοκρατήθηκαν από το μεγαλείο του τουρκικού στολίσκου και συνειδητοποιώντας το προσωρινό της ύπαρξής τους στην πολιτική σκηνή, έσπευσαν πανικόβλητοι να υιοθετήσουν σκληρή γλώσσα. Τέτοια φοβερή επίδραση είχαν τα «Τουρκοφάνεια», που εξανάγκασαν Κυβέρνηση και αντιπολίτευση να εξετάζουν μεθόδους αντεπίθεσης.
Τώρα ανακάλυψαν άπαντες την… ταχινόπιτα της «πρόκληση κόστους», που μέχρι προ ολίγων ημερών αποτελούσε ταμπού, προϊόν σκέψης μονάχα «ακροδεξιών», «εθνικιστικών», «σοβινιστικών» και «λυσοφοβικών» ομάδων «φουστανελάδων», που αντιστρατεύονταν τη λύση. Και κάπως έτσι συνειδητοποίησαν ή καλύτερα ομολόγησαν, γι' ακόμη μια φορά, τη γύμνια της Κύπρου σε αμυντικό και διπλωματικό επίπεδο, για την οποία τους προειδοποιούν εδώ και τέσσερις δεκαετίες οι φουστανελάδες, που παρακολουθούσαν με απόγνωση την πολιτική ηγεσία να γδύνει την Κύπρο, να την αφοπλίζει και να την ξεφτιλίζει, αχρηστεύοντας κάθε νομικό, πολιτικό, διπλωματικό και αμυντικό μέσο που είχαμε και έχουμε.
Τώρα συνειδητοποίησε και το ΑΚΕΛ πως «το φυσικό αέριο δεν είναι δικοινοτική διαφορά» (Χ. Χριστοφίδης, 21/10/14). Πολύ γρήγορα λησμόνησαν τις περίφημες διακηρύξεις Χριστόφια, ο οποίος το «σωτήριον» έτος 2011 υποσχέθηκε ότι οι Τουρκοκύπριοι θα επωφεληθούν από την εκμετάλλευση του φυσικού μας πλούτου «ανεξαρτήτως συνθηκών» και άρα ανεξάρτητα από την εξεύρεση λύσης ή όχι. Όπως λησμόνησαν και τα όσα έλεγαν για αγωγό προς την Τουρκία.
Τώρα συνειδητοποίησε και η ΕΔΕΚ (Γ. Βαρνάβα, 21/10/14) ότι το ίδιο το κυπριακό ζήτημα δεν είναι δικοινοτική διαφορά και ας ασπάζονται τη Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία με «σωστό περιεχόμενο», και ας υποστήριξαν ως συγκυβερνώντες την ατέρμονη και αποτυχημένη διαδικασία των διακοινοτικών συνομιλιών αλλά και τη συμφωνία της 8ης Ιουλίου 2006 (Παπαδόπουλου-Ταλάτ) η οποία, όπως και κάθε προηγούμενη συμφωνία με τον εκάστοτε αττιλάρχη, υποβαθμίζει το Κυπριακό σε δικοινοτική διένεξη.
Τώρα συνειδητοποίησαν και οι βουλευτές του ΔΗΣΥ ότι η άμυνά μας είναι τρύπια και πως το μόνο όπλο που μας έμεινε είναι το διεθνές δίκαιο και η διπλωματία. Βεβαίως αυτό δεν το είχαν αντιληφθεί, όταν εξέφραζαν στήριξη στις πρωτοβουλίες του ΥΠΑΜ κ. Φωκαΐδη, για αφοπλισμό των εφεδρειών διά της αφαιρέσεως των επικρουστήρων, ούτε όταν στήριζαν τους λαϊκισμούς Αβέρωφ για ακύρωση της συμφωνίας με το Ισραήλ για αγορά σκαφών, ούτε όταν ο μ. Γλαύκος Κληρίδης κατέλυε το δόγμα του ΕΑΧ, ούτε όταν με πάθος στήριζαν τις υποσχέσεις των υποψηφίων του ΔΗΣΥ για την Προεδρία της Δημοκρατίας περί μείωσης της στρατιωτικής θητείας διά της «αναδιοργάνωσης» (τουτέστιν αποδιοργάνωσης και ξηλώματος) της Εθνικής Φρουράς.
Τώρα, με αφορμή τις τουρκικές ενέργειες, επανήλθε και η συζήτηση για το πού ανήκει η Κύπρος: Δύση, Ρωσία, αραβικές μοναρχίες ή στα αγρινά της; Αναδεικνύεται σε όλο της το μεγαλείο η απουσία στρατηγικού σχεδιασμού. Οι μεν να μιλούν για Δύση, οι άλλοι για Ρωσία και αραβικό κόσμο, αγνοώντας πως η διπλωματία δεν είναι ένα «zero sum game», στο οποίο εάν τείνεις χείρα φιλίας προς τον έναν πόλο συνεπάγεται αυτόματα πως αναπτύσσεις εχθρικές σχέσεις με τον άλλον.
Πενήντα τέσσερα έτη μετά την ανακήρυξη της Κυπριακής Δημοκρατίας αδυνατούν να κατανοήσουν πως τα μικρά κράτη δεν έχουν περιθώρια να αποξενώνουν κανένα δυνητικό σύμμαχο, και δη υπερδυνάμεις. Αδυνατούν να κατανοήσουν πως το ζητούμενο δεν είναι να εντάξουν την Κύπρο σε έναν και μόνο πόλο, αλλά να χτίσουν γέφυρες επικοινωνίας με όλους τους πόλους, ούτως ώστε να πολλαπλασιάσουν το ομολογουμένως μικρό εκτόπισμα του αβύθιστου αεροπλανοφόρου μας.
Τέτοια φοβερά αποτελέσματα έχουν τα «Τουρκοφάνεια», η φανέρωση του τουρκικού δαίμονα που ανέτρεψε -έστω προσωρινά- την πολιτική του κατευνασμού των ισλαμιστών-κεκαλυμμένων τζιχαντιστών του ΑΚΡ. Ουδείς όμως εξ αυτών συνειδητοποίησε πως ο τουρκικός δαίμονας δεν ξορκίζεται με προσωρινό πάγωμα των συνομιλιών (ακόμα και αυτό απορρίπτεται από τους «ρεαλιστές» Αβέρωφ και Άντρο) και με διαβήματα εποχικού χαρακτήρα, αλλά με ουσιαστική πρόκληση κόστους και χάραξη εθνικού στρατηγικού σχεδιασμού, που να θέτει ως στόχο όχι τη νομιμοποίηση των τετελεσμένων της εισβολής και την ομοσπονδοποίηση της νήσου, αλλά την απελευθέρωση και την επανενσωμάτωση των κατεχομένων εδαφών στο ενιαίο κράτος της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Όλοι οφείλουμε να στηρίξουμε τις πρωτοβουλίες που αναλαμβάνει η κυπριακή κυβέρνηση και τις προσπάθειες του διπλωματικού σώματος. Παράλληλα, όμως, οφείλουμε να απαιτήσουμε τα μέτρα αυτά να μην αποτελέσουν βραχύβια αντίδραση στις προκλήσεις του 2014, αλλά να καταστούν μέτρα μονίμου χαρακτήρα, ως απάντηση στα εγκλήματα που διαπράχθηκαν και διαπράττονται από το 1974 μέχρι και σήμερα. Οι πρωτοβουλίες μας δεν θα έχουν ποτέ το επιθυμητό αποτέλεσμα όσο αγνοούμε τις πάγιες τουρκικές επιδιώξεις για έλεγχο ολόκληρης της νήσου και όσο χορεύουμε διζωνικά, δικοινοτικά τσιφτετέλια, παραγράφοντας εμπράκτως τις θηριωδίες και τα συνεχιζόμενα εγκλήματα πολέμου του Αττίλα.