Τους τελευταίους μήνες έχει ανακοινωθεί η επίδειξη ενδιαφέροντος από «στρατηγικούς επενδυτές» για τη δημιουργία «αναπτύξεων μαμούθ», τα οποία θα περιλαμβάνουν τεχνητά νησιά ως επιπρόσθετη γη για περαιτέρω αναπτύξεις. Μάλιστα, σε σχετική δήλωση του για την ανάπτυξη των €3,5 δις στη Γεροσκήπου, ο Πρόεδρος Αναστασιάδης τόνισε πως η διαδικασία αδειοδότησης του συγκεκριμένου έργου καθυστερεί λόγω «απαράδεκτων συζητήσεων» και πως «κάποια στιγμή θα πρέπει κάποιοι των θεσμών να συνειδητοποιήσουν ότι είναι η εκάστοτε εκλεγμένη κυβέρνηση που χαράζει πολιτική, κι όχι η προσήλωση σε αυστηρούς κανόνες» [1]. Ουσιαστικά, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας απαιτεί από τις αρμόδιες υπηρεσίες να μη σεβαστούν και να μην εφαρμόσουν τη νομοθεσία στο βωμό της οικονομικής ανάπτυξης.
Τι γίνεται όμως στις περιπτώσεις όπου το νομοθετικό πλαίσιο δεν υπάρχει; Πώς λογαριάζει λοιπόν η κυβέρνηση να εκμισθώσει θαλάσσιο χώρο για να δημιουργηθούν τεχνητά νησιά, είτε πρόκειται για το ‘Divina Island’ του προτεινόμενου έργου ‘Eden City’ στην Γεροσκήπου [2] είτε για τη ‘Μίνι-Κύπρο’ του προτεινόμενου έργου ‘Castle Project’ στην Λάρνακα [3]; Πώς σκοπεύει να ιδιωτικοποιήσει τη θάλασσα πέραν της μη «προσήλωσης σε αυστηρούς κανόνες»;
Πώς… ιδιωτικοποιείται η θάλασσα;
Η αποξένωση (ή εκμίσθωση) θαλάσσιου χώρου είναι μια σχετικά δύσκολη και χρονοβόρα διαδικασία. Κάτι τέτοιο εξάλλου είναι απόλυτα λογικό και αναγκαίο, καθώς η θάλασσα αποτελεί φυσική κληρονομιά και δημόσιο αγαθό.
Συνεπώς, η κυβέρνηση έχει την υποχρέωση να διαχειρίζεται και να διαφυλάσσει τον θαλάσσιο χώρο προς το συμφέρον και όφελος της κοινωνίας. Μέχρι τώρα, για να αποκτήσει κανείς δικαιώματα χρήσης της θάλασσας (ως χώρου) ή εκμετάλλευσης των θαλάσσιων πόρων (ζωντανών και μη) έπρεπε να θεσμοθετηθεί το απαραίτητο νομοθετικό πλαίσιο.
Στην περίπτωση ανάπτυξης υδατοκαλλιεργειών έχει ψηφιστεί ‘ο περί Υδατοκαλλιέργειας Νόμος’, ο οποίος προνοεί τον τρόπο απόκτησης άδειας χρήσης θαλάσσιου χώρου [4], ενώ στην περίπτωση εξόρυξης υδρογονανθράκων έχει ψηφιστεί ‘ο περί Υδρογονανθράκων Νόμος’, ο οποίος προβλέπει τον τρόπο απόκτησης δικαιωμάτων εκμετάλλευσης ορυκτών καυσίμων [5].
Ακόμα και στην περίπτωση της αδειοδότησης μαρίνων έχει ψηφιστεί σχετική τροποποίηση του ‘περί της Ακίνητης Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) Νόμου’, η οποία συμπεριέλαβε στον ορισμό του όρου ‘ακίνητη ιδιοκτησία’ τον θαλάσσιο χώρο στον οποίο θα κατασκευαστεί μαρίνα [6], ενώ πλέον προωθείται προς συζήτηση στην Κοινοβουλευτική Επιτροπή Εσωτερικών νέα τροποποίηση του εν λόγω νόμου, η οποία προβλέπει το ίδιο για χώρους ελλιμενισμού [7].
Επιπλέον, πέρα από το αναγκαίο νομικό πλαίσιο, μέχρι στιγμής η διαδικασία ξεκινούσε – τουλάχιστον επίσημα – μέσω σχετικής ανακοίνωσης της πρόθεσης της κυβέρνησης για διάθεση χώρου για συγκεκριμένο σκοπό. Αυτό ίσχυε σε όλες τις περιπτώσεις, από την ανάπτυξη ιχθυοκαλλιεργειών και την κατασκευή μαρίνων μέχρι την εξόρυξη υδρογονανθράκων, ενώ στη συνέχεια, οι ενδιαφερόμενες εταιρείες προχωρούσαν στην υποβολή προσφορών για παραχώρηση του δικαιώματος χρήσης / εκμετάλλευσης του θαλάσσιου χώρου ή/και των θαλάσσιων πόρων.
Ως ακαδημαϊκός και ερευνήτρια, επισημαίνω ότι δεν θεωρώ τις πιο πάνω νομοθεσίες ως το ιδανικό νομικό πλαίσιο, καθώς θεωρώ ότι χρήζουν σημαντικής βελτίωσης, έχοντας ως γνώμονα την αειφόρο διαχείριση των φυσικών πόρων, τη διατήρηση της θαλάσσιας βιοποικιλότητας και τη διαφύλαξη των κοινών αγαθών.
Δυστυχώς, σε αρκετές περιπτώσεις παραχώρησης αδειών χρήσης θαλάσσιου χώρου και εκμετάλλευσης θαλάσσιων πόρων παρατηρούνται σοβαρά κενά και παραλείψεις ή ακόμη και παρατυπίες και παρανομίες, οι οποίες αναιρούν θεμελιώδη και αναφαίρετα κοινωνικά και περιβαλλοντικά δικαιώματα. Εξάλλου, χρειάζεται μεγάλη οικονομική πίεση και ισχυρή πολιτική επιρροή για να οικειοποιηθούν και να ιδιωτικοποιηθούν τα κοινά από οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, ιδιαίτερα μάλιστα σε μία τέτοια κλίμακα.
Ωστόσο, φαίνεται ότι πλέον διανύουμε ένα νέο στάδιο οικειοποίησης, ιδιωτικοποίησης και εμπορευματοποίησης των κοινών, όπου ακόμη και παράκτιοι ή/και θαλάσσιοι χώροι ή/και πόροι, μπορούν να παραχωρούνται και να εκμεταλλεύονται προς ίδιον όφελος, χωρίς να τηρούνται καν οι προβλεπόμενες διαδικασίες εκτίμησης οικονομικής βιωσιμότητας και περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Απλά και μόνο με την επίκληση της έκτακτης ανάγκης για ανάκαμψη της οικονομίας [8].
Τα κοινά δεν σας ανήκουν για να τα πουλήσετε, τα κοινά ανήκουν σε όλους μας!
Έχουν περάσει σχεδόν τρία χρόνια από τον αγώνα που μάλλον σημάδεψε την απαρχή ενός νέου κύματος περιβαλλοντικών κινητοποιήσεων και διεκδικήσεων στην Κύπρο.
Τότε, ο αγώνας αφορούσε την προσπάθεια της κυβέρνησης Αναστασιάδη να τροποποιήσει τον ‘περί της Ακίνητης Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) Νόμο’, μέσω της μετατροπής της θάλασσας σε «ακίνητη περιουσία», καθώς και την αδειοδότηση μίας πλειάδας «παράκτιων και θαλάσσιων αναπτύξεων» υψηλού περιβαλλοντικού, κοινωνικού και οικονομικού ρίσκου, μέσω «υπουργικών διαταγμάτων» και «χωρίς την υποβολή πολεοδομικών αιτήσεων» [9]. Μετά από ένα διαδικτυακό ψήφισμα διαμαρτυρίας, το οποίο υπέγραψαν σχεδόν 4,600 πολίτες [10], και μια σειρά από διαμαρτυρίες και παρεμβάσεις, το συγκεκριμένο νομοσχέδιο αποσύρθηκε. Αν η κοινωνία δεν είχε κερδίσει τον αγώνα τότε, η super fast-track διαδικασία που προωθεί σήμερα η κυβέρνηση θα ήταν πολύ πιο εύκολη.
Το ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί τώρα είναι πως η κυβέρνηση θα προσπαθήσει να ιδιωτικοποιήσει τη θάλασσα και πως η κοινωνία θα αγωνιστεί ξανά για να αποτρέψει ένα τετοιο ενδεχόμενο και να προστατεύσει τα κοινά;
* H Μαρία Χατζημιχαήλ είναι Δρ. Αλιευτικής Πολιτικής και Θαλάσσιας Διακυβέρνησης – Ερευνήτρια Περιβαλλοντικής Πολιτικής, Τμήμα Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, Πανεπιστήμιο Κύπρου
Τα σχόλια αντιπροσωπεύουν την προσωπική γνώμη των συγγραφέων τους και όχι αυτή του Sigmalive.com