Ως ένα πρωτοφανές έγκλημα ως προς τον τρόπο διάπραξής του, χαρακτηρίζει την υπόθεση εντοπισμού πτώματος πιθανότατα 38χρονης στο μεταλλείο του Μιτσερού, η εγκληματολόγος Δήμητρα Τσίτση.

Μιλώντας στο Sigmalive η κ.Τσίτση, ανέφερε ότι δεν έχουμε δει κάτι παρόμοιο, τουλάχιστον τα τελευταία 10 χρόνια.

Όπως σημειώνει όμως η εγκληματολόγος, ο «τρόπος διάπραξης, όσο αυτός  μπορεί να περιγραφεί με τα πρώτα δεδομένα, δεν είναι πρωτοφανές εγκληματολογικά».

«Είναι ένας από τους πιο συνηθισμένους τρόπους διάπραξης φόνου, τον οποίο όμως δεν έχουμε συναντήσει ξανά στην Κύπρο», εξήγησε.

«Θεωρείται ένας από τους πιο φρικτούς τρόπους θανάτου, ιδιαίτερα εάν το θύμα ήταν ακόμα ζωντανό κατά τη ρίψη του στο φρεάτιο, κάτι το οποίο όπως ανέφεραν και οι ιατροδικαστές είναι εξαιρετικά δύσκολο να διαφανεί μέσω νεκροψίας, λόγω ακριβώς του προχωρημένου σταδίου αποσύνθεσης που βρίσκεται το πτώμα».

Μιλώντας στο SigmaLive και κληθείσα να απαντήσει για το αν πρόκειται για έγκλημα πάθους, η κ.Τσίτση είπε ότι αυτό είναι κάτι που δεν μπορεί να ειπωθεί αυτή τη στιγμή αφού ακόμα γίνονται έρευνες, λαμβάνονται καταθέσεις και υπάρχει ύποπτος (και όχι κατηγορούμενος) είτε με παραδοχή, είτε εκ μαρτυρίας. Τα κίνητρα εξήγησε, μπορεί να είναι οποιαδήποτε σε κάθε υπόθεση και σίγουρα όλα τα ενδεχόμενα εξετάζονται από τις Αρμόδιες αρχές.

Σε ότι αφορά το ενδεχόμενο να υπάρξει διπλή τραγική κατάληξη μετά και τον εντοπισμό του 6χρονου παιδιού, η εγκληματολόγος ανέφερε ότι η κατάληξη σε συμπεράσματα, υποθέτοντας κάποια ενδεχόμενα δεν είναι τίποτα άλλο παρά μια κινδυνολογία που δεν βοηθά σε καμιά περίπτωση, ούτε την πορεία των ερευνών αλλά ούτε και τα εμπλεκόμενα με κάθε ρόλο άτομα (ούτε καν το θύμα ή θύματα) για την απονομή Δικαιοσύνης. Το ζήτημα γίνεται πιο σοβαρό τόνισε, όταν αφορά και ένα παιδί. «Όταν ολοκληρωθούν οι έρευνες θα μπορούμε να καταλήξουμε στην εξαγωγή νομικών, εγκληματολογικών και κοινωνικών συμπερασμάτων, αλλά όχι τώρα», τόνισε.

Τέλος, η κ.Τσίτση απάντησε για την «ετοιμότητα» της κοινωνίας για τέτοιου είδους εγκλήματα. «Θα είναι τραγικό να μιλάμε για ετοιμότητα αποδοχής κοινωνικά, του οποιουδήποτε εγκλήματος», τόνισε ενώ συμπλήρωσε ότι «η Αστυνομία, οι Αρχές, οι ειδικοί εμπειρογνώμονες, οι εγκληματολόγοι και οι ψυχολόγοι, ναι έχουν ετοιμότητα».

Αν ωστόσο μια κοινωνία είπε, είναι έτοιμη για οποιοδήποτε έγκλημα τότε σημαίνει πως είναι έτοιμη να δεχτεί και τη διάπραξή του. «Οι ηθικές γραμμές χαλαρώνουν και η εκτέλεση είναι πιο αποδεκτή από τον δράστη, την κοινωνία, την ίδια τη Δικαιοσύνη», υπογράμμισε.

«Μια κοινωνία πρέπει να δουλεύει για να μην γίνονται τα εγκλήματα και όχι για να αντιμετωπίζονται», ανέφερε η εγκληματολόγος κλείνοντας.