Απάντηση στις δημόσιες αναφορές και στην υπόθεση, που είχε εναντίον της Τράπεζας Κύπρου, δίνει σήμερα η Σοφία Νικολάτου, μέσω του Δικηγορικού της Γραφείου Πατρίκιος Παύλου & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε.
Σε ανακοίνωση, εκ μέρους της πελάτισσάς του Σοφίας Νικολάτου, το Δικηγορικό Γραφείο Πατρίκιος Παύλου & Συνεργάτες αναφέρει πως «είναι φανερό ότι οι εμπλεκόμενοι με τις ανακοινώσεις τους έχουν παραβιάσει το δικαίωμα της πελάτισσάς μας για προστασία των προσωπικών της δεδομένων και της ιδιωτικής της ζωής», σημειώνοντας ότι «η πελάτισσά μας δεν έχει δώσει οποιαδήποτε άδεια για δημοσιοποίηση της υπόθεσής της και το γεγονός ότι αυτή είναι θυγατέρα του Προέδρου του Ανωτάτου Δικαστηρίου δεν νομιμοποιεί τις αναφορές αυτές».
«Από την στιγμή», αναφέρει, «που έχουν δημοσιοποιηθεί με παραπλανητικό και ελλιπή τρόπο λεπτομέρειες της υπόθεσής της, η πελάτισσά μας είναι υποχρεωμένη να απαντήσει προς αποκατάσταση της αλήθειας».
Όπως εξηγεί, «μετά από εκτεταμένη μελέτη που διεξήγαγε το γραφείο μας, αναφορικά με τη νομική βάση της υπόθεσής της και αξιολόγηση των πιθανοτήτων να κερδίσει η πελάτισσά μας, αυτή καταχώρησε μέσω μας την αγωγή 3369/2014 στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας», προσθέτοντας ότι «με την αγωγή της προσέβαλε την απομείωση των καταθέσεών της στην Τράπεζα Κύπρου, αποζημιώσεις για απώλεια των μετοχών της στην ίδια τράπεζα και, πιο σημαντικά, αποζημιώσεις για την παράνομη μετατροπή καταθέσεων της σε χρεόγραφα».
Το Δικηγορικό Γραφείο Πατρίκιος Παύλου & Συνεργάτες αναφέρει, επίσης, ότι «τα γεγονότα της υπόθεσης της πελάτισσας μας είναι απλά, αφού στις 28/07/2008 ο πατέρας της Μύρωνας Νικολάτος υπόγραψε εκ μέρους της αίτηση, για απόκτηση αξιογράφων της Τράπεζας Κύπρου», σημειώνοντας ότι «η Σοφία σε εκείνο το χρόνο ήταν ανήλικη».
«Για να προχωρούσε σε εκείνο το χρόνο η αγορά αξιογράφων απαιτείτο υπογραφή και από την μητέρα της και εξασφάλιση διατάγματος και/ή άδειας του Δικαστηρίου στην βάση των προνοιών του Περί Σχέσεων Γονέων και Τέκνων Νόμου του 1990 (216/1990). Όσο ήταν ανήλικη η πελάτισσα μας δεν έγινε οτιδήποτε από αυτά. Το γραμμάτιο της πελάτισσας μας, που θα μετατρεπόταν σε αξιόγραφα έληξε τον Οκτώβρη 2008, αφού η πελάτισσα μας ενηλικιώθηκε. Η πελάτισσά μας δεν υπέγραψε οποιοδήποτε έγγραφο μετά την ενηλικίωσή της που να επικυρώνει την συναλλαγή».
Το Δικηγορικό Γραφείο εκφράζει την νομική άποψη ότι «η Σοφία Νικολάτου είχε εξαιρετικά δυνατή υπόθεση για την τρίτη της απαίτηση, αφού σε κανένα ουσιαστικό χρόνο δεν υπήρχε νόμιμη εξουσιοδότηση προς την Τράπεζα για μετατροπή των καταθέσεων της σε αξιόγραφα, πράγμα που καθιστούσε την επένδυση αυτή άκυρη από την αρχή και το ποσό που καταβλήθηκε από την πελάτισσα μας θα έπρεπε να της επιστραφεί».
Συνεχίζει λέγοντας πως «τα γεγονότα της υπόθεσης της πελάτισσας μας δεν είχαν οποιαδήποτε σχέση με τα συνηθισμένα γεγονότα άλλων κατόχων αξιογράφων, εξ ου και αναλάβαμε την υπόθεση της», για να σημειώσει ότι «ο ιδρυτής του γραφείου μας, Πατρίκιος Παύλου, είναι επίσης κάτοχος αξιογράφων και έχασε τα λεφτά που επένδυσε, αλλά δεν υποβάλαμε οποιαδήποτε απαίτηση, αφού σε αντίθεση με την Σοφία, δεν θεωρήσαμε ότι είχε δυνατή υπόθεση».
«Σύμφωνα με τη νομική μας γνωμάτευση», αναφέρει το Δικηγορικό Γραφείο Πατρίκιος Παύλου & Συνεργάτες, «η πελάτισσα μας μπορούσε να επιμένει στην απόδοση σε αυτήν ολόκληρου του ποσού που μετατράπηκε σε αξιόγραφα και να είναι σίγουρη ότι θα κερδίσει. Όμως, ακριβώς λόγω του ότι είναι κόρη του Προέδρου του Ανωτάτου Δικαστηρίου, αυτή επέλεξε να χάσει σημαντικά ποσά και να συμβιβάσει την υπόθεσή της, παρά να πάει σε πλήρη ακρόαση ενώπιον των κυπριακών δικαστηρίων, φέρνοντας σε δύσκολη, ενδεχόμενα, θέση οποιοδήποτε εκδικάζοντα δικαστή».
Επιπλέον, αναφέρει ότι η πελάτισσα του αποδέχτηκε περί το τέλος του 2015 να «κουρευτεί» το ποσό που απαιτούσε και να χάσει σημαντικό μέρος του που θα κέρδιζε σίγουρα και επιπρόσθετα κατέβαλε και τα δικηγορικά έξοδα.
Εξάλλου, σημειώνει ότι με αυτή την διευθέτηση η πελάτισσα του εγκατάλειψε όλες τις υπόλοιπες της απαιτήσεις, ενώ η αγωγή της αποσύρθηκε τελικά τον Ιανουάριο 2016.
«Νοείται ότι ο πατέρας της πελάτισσας μας ουδεμία ανάμειξη είχε στις διαβουλεύσεις ή τη διευθέτηση της υπόθεσης. Κατά τον χρόνο της διευθέτησης της υπόθεσης, δεν γνωρίζαμε ούτε θεωρήσαμε σκόπιμο να πληροφορηθούμε για τον αριθμό άλλων παρόμοιων υποθέσεων που συμβίβασε η Τράπεζα Κύπρου», αναφέρει.
Τέλος, το Δικηγορικό Γραφείο δεν θεωρεί ότι η πελάτισσα του και/ή ο πατέρας της θα έπρεπε να είναι ευγνώμονες στην Τράπεζα Κύπρου για την διευθέτηση που έγινε, σημειώνοντας πως «η Τράπεζα Κύπρου περιόρισε την πιθανότατη ζημιά της και απέφυγε το σοβαρό ενδεχόμενο έκδοσης μιας αρνητικής απόφασης γι` αυτήν διευθετώντας την υπόθεση και τίποτε άλλο».