Υποθέσεις ιατρικής αμέλειας έχουν δει το φως της δημοσιότητας ουκ oλίγες φορές. Είναι από τις υποθέσεις, που εκ φύσεως διαρκούν χρόνια μέχρι την τελική θετική ή αρνητική έκβασή τους. Η πιο κάτω απόφαση λοιπόν, την οποία έλαβε στις 30 Μαρτίου το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας, αφορά υπόθεση ιατρικής αμέλειας κατ' ασθενούς, στον οποίο διέγνωσαν, λανθασμένα - όπως αποδείχτηκε - καρκίνο στον προστάτη, προκαλώντας του κατ’ επέκταση, σωρεία ιατρικών, ψυχολογικών αλλά και κοινωνικών προβλημάτων.

Το ιστορικό της υπόθεσης

Ο ασθενής υποβλήθηκε σ' επέμβαση διουρηθρικής προστατεκτομής, αφού διαγνώστηκε με όγκο στον προστάτη, διάγνωση που σύμφωνα με την απόφαση του Δικαστηρίου ήταν λανθασμένη.

Ο γιατρός, σύμφωνα με την απόφαση, παρέλειψε να προβεί σε δέουσες κι απαραίτητες ιατρικές εξετάσεις κι απέτυχε να διαγνώσει ορθά την κατάσταση.

Σύμφωνα με το ιστορικό της υπόθεσης, το 2002, ο ασθενής άρχισε να αντιμετωπίζει προβλήματα κατά την ούρηση. Πρώτη επίσκεψη στον ουρολόγο – χειρούργο, εναντίον του οποίου προκύπτει η ιατρική αμέλεια, έγινε δυο χρόνια μετά. Τότε ήταν 35 ετών, παντρεμένος με τρία ανήλικα παιδιά. Προτού επισκεφθεί τον εν λόγω γιατρό, επισκέφθηκε κι άλλους  γιατρούς, αφού αντιμετώπιζε προβλήματα κυρίως κατά την ούρηση που του προκαλούσαν σωρεία άλλων προβλημάτων.

Ωστόσο, σύμφωνα με όσα παρατίθενται στην απόφαση, τα συμπτώματα του οφείλονταν σε λόγους που δεν είχαν σχέση με όγκο στον προστάτη.

Ο χειρούργος – ουρολόγος τον παραπλάνησε όπως, αναφέρει η απόφαση και τον έπεισε ότι έπρεπε να υποβληθεί άμεσα σ' επέμβαση για αποφυγή σοβαρών επιπλοκών και ότι η επέμβαση ήταν ο μόνος τρόπος για να ξεπεράσει τα προβλήματα που αντιμετώπιζε.  Τον διαβεβαίωσε σε, παρέχοντάς του σύμφωνα με το Δικαστήριο, παραπλανητικές πληροφορίες, ότι δεν θα υπήρχε κανένας κίνδυνος ή επιπλοκή από την επέμβαση κι ότι η μόνη αρνητική συνέπεια θα ήταν το χάσιμο του σπέρματος.

Διαβάστε επίσης: «Δικάζουν γιατρούς μετά από 10 χρόνια πάνω σε αναπηρικά»

Σημειώνεται ότι δεν εξασφάλισε την ελεύθερη συγκατάθεσή του για τη διενέργεια της εν λόγω χειρουργικής επέμβασης! Την εξασφάλισε δια παροχής σ’ αυτόν λανθασμένων ή και ανεπαρκών και ψευδών πληροφοριών, αναφορικά με τη διάγνωση και την προταθείσα χειρουργική επέμβαση, τους κινδύνους και  τις επιπλοκές.

Το Δικαστήριο σημειώνει ότι ο γιατρός παρέσχε στον Ενάγοντα λανθασμένη διάγνωση και ή θεραπεία κατά τρόπο αμελή και επιπόλαιο για τα ιατρικά δεδομένα και επιπέδου της ιατρικής επιστήμης και παρέλειψε να του παράσχει τον «δέον και ή υπό τις περιστάσεις επιβαλλόμενο και ή ιατρικώς αναμενόμενο». 

Κατέστρεψαν αρχεία

Η απόφαση Δικαστηρίου σημειώνει ότι τόσο η ιδιωτική κλινική όσο και ο γιατρός παραβίασαν το δικαίωμα του Ενάγοντα να λάβει τα ιατρικά  του αρχεία και ή απώλεσαν και ή κατέστρεψαν τα αρχεία αυτά, κατά παράβαση των άρθρων 10 και 12 του περί Επεξεργασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (Προστασία του Ατόμου) Νόμων 2001 – 2012 και των άρθρων 17 και 18 του περί Κατοχύρωσης και Προστασίας των Δικαιωμάτων των Ασθενών Νόμου του 2004.

Αποτέλεσμα εγχείρησης

Κατά την επέμβαση αφαιρέθηκε ολόκληρος ο προστάτης και η επέμβαση προκάλεσε στον ασθενή σοβαρό και μόνιμο μετεγχειρητικό στένωμα της ουρήθρας, που είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία έντονων και μόνιμων δυσουρικών ενοχλημάτων.  Πλέον υποφέρει από τη μόνιμη παραμονή μεγάλης ποσότητας ούρων μετά την ούρηση, πάσχει από μόνιμη στυτική δυσλειτουργία και  σεξουαλική ανικανότητα.  Συνεπεία των σοβαρών μετεγχειρητικών επιπλοκών και ή επιδείνωσης της κατάστασης της υγείας του που προκλήθηκε από την επέμβαση.

Εντύπωση προκαλεί ότι ο ασθενής αναγκάστηκε να υποβληθεί σε δεκατέσσερις περίπου χειρουργικές επεμβάσεις και θα χρειασθεί και στο μέλλον να υποβληθεί σε χειρουργικές επεμβάσεις, θεραπείες και εξετάσεις για αντιμετώπιση των προβλημάτων που του προκάλεσε η επέμβαση. Τα μετεγχειρητικά προβλήματα που ο ασθενής υπέστη εξαιτίας της επέμβασης και ιδιαίτερα η σεξουαλική του ανικανότητα, είχε ως αποτέλεσμα αυτός να υποφέρει από κατάθλιψη, συγκεκριμένη «μείζονα καταθλιπτική διαταραχή, υποτροπιάζουσα».  Πάσχει από ανηδονία, διαταραχή του ύπνου, εύκολη κόπωση, έντονη αγχώδη διαταραχή.  Λόγω της σοβαρής του αναπηρίας, έχει επανερχόμενες σκέψεις θανάτου, με κατά καιρούς αυτοκτονικό ιδεασμό.  Η κατάστασή του, χρήζει μόνιμης ιατρικής και ψυχιατρικής παρακολούθησης και θεραπείας και όπως συμπληρώνει το Δικαστήριο είναι ανίκανος για οποιανδήποτε εργασία.

Θέση χειρούργου - ουρολόγου

Ο γιατρός παραδέχεται ότι είχε παρακολουθήσει για κάποια χρονική περίοδο τον ασθενή ωστόσο ισχυρίζεται ότι ουδέποτε διέγνωσε καρκίνο του προστάτη.  Εκείνο που διέγνωσε ήταν φράξη στον αυχένα της ουροδόχου κύστης (bladder outlet obstruction) και την ύπαρξη μεσαίου λοβού.
Σύμφωνα πάντα με την Υπεράσπιση του, εισηγήθηκε στον ασθενή να υποβληθεί σε ενδοσκοπική διουρηθρική προστατεκτομή, γνωστή ως «TURP». Του  εξήγησε, σε «γενικές γραμμές», τη φύση της επέμβασης στην οποία θα τον υπέβαλλε, «τις πιθανότητες επιτυχίας και τις δυνατές επιπλοκές και ή παρενέργειες» που μπορούσαν να προκύψουν. Ο ασθενής του ανέφερε αρχικά ότι προτιμούσε να υποβληθεί σε ανοικτή προστατεκτομή στη συνέχεια όμως συμφώνησε όπως υποβληθεί σε ενδοσκοπική διουρηθρική προστατεκτομή και επιβεβαίωσε και γραπτώς τη σχετική συγκατάθεση του.

Πολύωρη εξέταση / αντεξέταση

Ενώπιον του Δικαστηρίου κατέθεσαν δεκατέσσερις  συνολικά μάρτυρες. Η εξέταση και αντεξέταση κάποιων εξ αυτών ήταν πολύωρη ενώ τα πρακτικά της διαδικασίας καταλαμβάνουν πέραν των 500 δακτυλογραφημένων σελίδων. Πρόκειται για υπόθεση με πολύπλοκα και περίπλοκα ιατρικά θέματα, στην οποία κατέθεσαν επτά γιατροί, που είχαν διαφορετικές απόψεις σε ουσιώδη θέματα.

Ζωή μαρτύριο

Το Δικαστήριο υπολόγισε τις γενικές αποζημιώσεις έχοντας ως βάση ότι ο Ενάγοντας δεν ενημερώθηκε δεόντως, αυτός δεν έδωσε την ενημερωμένη συγκατάθεση του για τον τύπο και τις συνέπειες της επέμβασης στην οποία θα υποβαλλόταν και ότι η διενέργεια της επέμβασης κατά την οποία αφαιρέθηκε ο προστάτης είχε ως αποτέλεσμα ο ασθενής να καταστεί σεξουαλικά ανίκανος. Στερήθηκε από νεαρή την ηλικία των 35 και θα συνεχίζει να στερείται μια από τις μεγαλύτερες και πλέον βασικές απολαύσεις της ζωής. Η απώλεια αυτή τον επηρέασε ψυχολογικά, ένοιωθε δυστυχισμένος, απομονώθηκε από το κοινωνικό σύνολο και  απέφευγε τις κοινωνικές εκδηλώσεις.

Το Δικαστήριο συμπληρώνει ότι εκδίδει απόφαση υπέρ του Ενάγοντα και εναντίον των Εναγομένων για το ποσό των € 70.000, γενικές αποζημιώσεις, πλέον νόμιμο τόκο από την 7.09.2004 μέχρι εξόφλησης και για το ποσό των €3.023,63, ειδικές αποζημιώσεις, πλέον νόμιμο τόκο από την ημέρα καταχώρισης της αγωγής μέχρι εξόφλησης.

Σημειώνεται ότι για τον ενάγοντα εμφανίστηκαν οι δικηγόροι Ν.Αβρααμίδης και Μ.Φιλίππου για Λ.Παπαφιλίππου.