Συνελήφθη νωρίς το απόγευμα της Κυριακής στην Ελλάδα η Κύπρια καταζητούμενη Έφη Ηροδότου.
Σύμφωνα με τον εκπρόσωπο της Αστυνομίας, η σύλληψη έγινε από τις ελληνικές Αρχές, μετά από αξιοποίηση πληροφορίας που έφτασε από την Interpol Λευκωσίας.
Το ένταλμα σύλληψης που εκκρεμούσε εναντίον της, αφορούσε θανατηφόρο δυστύχημα που προκάλεσε τον Δεκέμβριο του 2007 η 20χρονη τότε Έφη. Αναμένεται πλέον να ακολουθηθούν οι διαδικασίες έκδοσής της στην Κύπρο.
Η ελληνική Αστυνομία, σύμφωνα με πληροφορίες, συνέλαβε και τους γονείς της Ηροδότου, με τους οποίους φέρεται να διέμενε τα τελευταία χρόνια στη γειτονική χώρα.
Σύμφωνα με τη διαδικασία, έχει ζητηθεί από τις κυπριακές Αρχές η έκδοση των συλληφθέντων στην Κύπρο. Αν υπάρξει η συγκατάθεση των συλληφθέντων, θα μεταφερθούν στην Κύπρο εντός 10 ημερών. Σε διαφορετική περίπτωση, το ελληνικό δικαστήριο θα αποφασίσει εντός 60 ημερών για την έκδοσή τους,
Το ιστορικό της υπόθεσης
Η Έφη Ηροδότου καταζητείτο με ευρωπαϊκό και διεθνές ένταλμα σύλληψης για να δικαστεί για υπόθεση θανατηφόρου τροχαίου δυστυχήματος, που συνέβη στις 4.45 τα ξημερώματα, στις 27 Δεκεμβρίου 2007, στη Λεμεσό, συνεπεία του οποίου έχασε τη ζωή του ο Αιμίλιος Ιωάννου, 17 χρόνων, από τη Λεμεσό.
Πρόκειται για την οδηγό του αυτοκινήτου, το οποίο συγκρούστηκε με τη μοτοσικλέτα του άτυχου Αιμίλιου Ιωάννου.
Η φωτογραφία της Ηροδότου βρίσκεται αναρτημένη στην ιστοσελίδα της Ιντερπόλ με την ένδειξη «Wanted».
Σύμφωνα με την Ιντερπόλ, η νεαρή καταζητείται για εγκλήματα που στρέφονται σε βάρος της ζωής και της υγείας. Αρχικά, η Ηροδότου είχε αθωωθεί στις κατηγορίες της πρόκλησης θανάτου εξ αμελείας και της οδήγησης υπό την επήρεια αλκοόλης και είχε επιβληθεί ποινή φυλάκισης με αναστολή για το αδίκημα της εγκατάλειψης σκηνής θανατηφόρου δυστυχήματος.
Στη συνέχεια, με οδηγίες του Γενικού Εισαγγελέα, ασκήθηκε έφεση κατά της πρωτόδικης απόφαση στο Ανώτατο Δικαστηρίου, το οποίο το 2009 ανέτρεψε την υπόθεση και διέταξε επανεκδίκαση. Αυτή εκκρεμεί μέχρι σήμερα επειδή η Ηροδότου είχε εξαφανιστεί στο εξωτερικό.
Ενώπιον του Ανωτάτου αποκαλύφθηκε πως στην πρωτόδικη διαδικασία χρησιμοποιήθηκαν ψευδομάρτυρες, παραποιήθηκαν στοιχεία και τεκμήρια που λήφθηκαν από τη σκηνή του δυστυχήματος.
Επίσης, καταγγέλθηκε για χρηματισμό και η δημόσια κατήγορος, εναντίον της οποία ασκήθηκε ποινική δίωξη, η οποία τελικά ανεστάλη, μετά την υποβολή της παραίτησή της.