Ευθύνες στον Δημήτρη Χριστόφια και τη διακυβέρνησή του επιρρίπτει για τη σημερινή κατάσταση των κυπριακών τραπεζών ο τέως διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου Αθανάσιος Ορφανίδης, με συνέντευξή του στον Εκόνομιστ.
Αναφερόμενος στα αίτια της κρίσης, ο κ. Ορφανίδης λέει ότι ένας αριθμός παραγόντων έχουν παίξει το ρόλο τους. Αρχικά η παγκόσμια οικονομική κρίση και η έκθεση στην Ελλάδα κατέστησαν την Κύπρο ευάλωτη. «Η κατάληξη όμως καθορίστηκε από αποφάσεις που έλαβε η προηγούμενη κυβέρνηση στην Κύπρο, καθώς και από την ευρύτερη δυσλειτουργία του ευρώ την τελευταία τριετία», δηλώνει ο προηγούμενος κεντρικός τραπεζίτης.
Εκτιμά στη συνέχεια ότι «αν ένα πράγμα έχει γίνει ξεκάθαρο τα τελευταία πέντε χρόνια στην Κύπρο, είναι ότι η ευρωζώνη δεν είναι συμβατή με μια κομμουνιστική κυβέρνηση». Σχολιάζει ότι η κυβέρνηση Χριστόφια ανέλαβε μια χώρα με εξαιρετικά δημόσια οικονομικά, πλεόνασμα στους δημοσιονομικούς λογαριασμούς και ένα τραπεζικό σύστημα που ήταν εξαιρετικά υγιές. «Άρχισαν να ξοδεύουν υπερβολικά, όχι μόνο σε μη παραγωγικές κυβερνητικές δαπάνες, αλλά αυξάνοντας παράλληλα το σιωπηρό παθητικό με υποσχέσεις αύξησης συντάξεων κ.ο.κ.», αναφέρεται χαρακτηριστικά.
Κατά τον κ. Ορφανίδη η δημοσιονομική πολιτική της κυβέρνησης Χριστόφια έπληξε την εμπιστοσύνη των διεθνών επενδυτών με αποτέλεσμα η χώρα να χάσει την πρόσβαση στις αγορές κεφαλαίου το Μάιο του 2011. Όπως λέει, αν η κυβέρνηση συμπεριφερόταν όπως άλλες κυβερνήσεις, θα είχε ζητήσει βοήθεια από την ΕΕ εκείνη τη στιγμή, όταν δεν υπήρχε τραπεζικό πρόβλημα στην Κύπρο και οι διαρθρωτικές προσαρμογές που απαιτούνταν ήταν μάλλον μικρές, παρά το γνωστό ρίσκο του μεγέθους του τραπεζιτικού τομέα και της έκθεσής του στην Ελλάδα. «Ως κεντρικός τραπεζίτης τους προειδοποιούσα συνεχώς ότι με το να μην αντιμετωπίζουν το θέμα (του διογκωμένου χρηματοπιστωτικού τομέα χωρίς σταθερά δημοσιονομικά) στο πλαίσιο της κρίσης της ευρωζώνης ήταν εξαιρετικά επικίνδυνο», προσθέτει ο Αθανάσιος Ορφανίδης. «Δεν ήταν πρόθυμοι να κάνουν τίποτα διότι ως κομμουνιστικό κόμμα δεν ήθελαν να αναλάβουν υποστούν το πολιτικό κόστος της υιοθέτησης μέτρων προσαρμογής», σχολιάζει.
Στη συνέχεια, όπως υπενθυμίζει, ήρθε η έκρηξη στο Μαρί. Όπως αναφέρει, ήταν ο τότε Πρόεδρος που πήρε την απόφαση διατήρησης των πυρομαχικών στην περιοχή. Μετά το τραγικό περιστατικό η Κύπρος έπεσε σε ύφεση. Ο κ. Ορφανίδης αναφέρει ότι στις 18 Ιουλίου 2011 έστειλε εμπιστευτική επιστολή στον πρόεδρο και τους αρχηγούς των κομμάτων καλώντας σε λήψη έκτακτων μέτρων αποφυγής μιας κρίσης. Όπως λέει, «αντί να εισακούσουν την προειδοποίηση, η επιστολή μου διέρρευσε στον Τύπο και οι εκκλήσεις μου για δράση επικρίθηκαν βαριά από την κυβέρνηση».
Στο σημείο εκείνο, συνεχίζει ο κ. Ορφανίδης, οι δύο μεγαλύτερες κυπριακές τράπεζες υποβλήθηκαν σε τεστ κοπώσεως, το οποίο πέρασαν. «Αν η κυβέρνηση είχε κάνει τότε αίτηση για ένα λογικά μικρό πακέτο βοήθειας από την τρόικα, θα μπορούσε να είχε διορθώσει το πρόβλημα σχετικά εύκολα. Για ακόμα μία φορά δεν το έκαναν, επειδή δεν ήθελαν να προβούν σε διαρθρωτικές διορθώσεις. Αντίθετα, άρχισαν να προσεγγίζουν τη ρωσική κυβέρνηση», δηλώνει ο τέως διοικητής της Κεντρικής.
Ως επόμενη σημαντική ημερομηνία ορίζει τον Οκτώβριο του 2011 όταν αποφασίστηκε το ελληνικό PSI και κατ’ ουσία η αύξηση των απαιτήσεων για την κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών, απόφαση στην οποία ο κ. Ορφανίδης αποδίδει την κεφαλαιακή κρίση στην ευρωζώνη «που αποτελεί την αιτία της ύφεσης των τελευταίων δύο ετών».
Σε ό,τι αφορά την Κύπρο, αναφέρει ότι ο συνδυασμός κουρέματος και τεστ κόπωσης σήμαινε ότι για πρώτη φορά μπορούσε κάποιος να πει ότι οι κυπριακές τράπεζες χρειάζονταν βοήθεια. Καταλογίζει στον Πρόεδρο Χριστόφια ότι αποδέχθηκε χωρίς να ζητήσει πρόνοια για προστασία της χώρας την απόφαση ότι η κάλυψη των αναγκών των τραπεζών θα ήταν υποχρέωση της εκάστοτε κυβέρνησης, αν η τράπεζα δεν μπορούσε να ανταπεξέλθει. Ακόμα και τότε όμως, προσθέτει ο κ. Ορφανίδης, η κυβέρνηση δεν ήθελε να ζητήσει βοήθεια για να αποφύγει τις συνοδευτικές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις.
Αναφέρει ότι έως το τέλος της θητείας του το Μάιο του 2012, η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών δεν είχε ολοκληρωθεί. Κατηγορεί και πάλι την κυβέρνηση Χριστόφια ότι αντί να επικεντρωθεί σε μια λύση άρχισε μια επίθεση κατά του τραπεζιτικού συστήματος με το προεκλογικό σύνθημα ότι οι τράπεζες ήταν υπεύθυνες για όλα τα δεινά της οικονομίας.
Σημειώνει επίσης ότι προεκλογικά είχε τοποθετηθεί δημοσίως προειδοποιώντας κατά της εσκεμμένης διόγκωσης, όπως είχε αναφέρει μερίδα του κυπριακού Τύπου, των αναγκών των κυπριακών τραπεζών. Είχε πει ότι με το να παρουσιάζει τόσο μη ρεαλιστικά υψηλά ποσά η κεντρική τράπεζα έθετε σε αμφιβολία τη βιωσιμότητα του χρέους της χώρας. Αφού περιγράφει τη διαδικασία με την οποία οι εγγυήσεις των κυπριακών τραπεζών έπαψαν να γίνονται δεκτές από την ΕΚΤ προκαλώντας την κατάθεση αίτησης βοήθειας στην τρόικα, ο κ. Ορφανίδης σχολιάζει ότι «ακόμα και τότε, αν η κυβέρνηση είχε δεχθεί ότι χρειάζονταν διαρθρωτικές προσαρμογές και είχε διαπραγματευτεί ένα πρόγραμμα, το οποίο μπορούσε να γίνει εντός δύο εβδομάδων, θα είχε λάβει οικονομική βοήθεια. Αν οι κεφαλαιακές ανάγκες των τραπεζών δεν είχαν διογκωθεί, δε θα υπήρχε θέμα βιωσιμότητας».
Αναφέρει ότι με βάση δημοσιεύματα η κυβέρνηση συμφώνησε αργότερα σε ένα μνημόνιο κατόπιν προειδοποιήσεων από την ΕΚΤ περί διακοπής παροχής ρευστότητας. Τα μέτρα που προβλέπονταν σε αυτό ήταν σαφή, αλλά «αυτό που δεν ήταν σαφές ήταν τι διαπραγματεύσεις έγιναν για το τραπεζικό σύστημα».
Σε ό,τι αφορά τις νεότερες εξελίξεις, ο κ. Ορφανίδης σχολιάζει ότι η Κύπρος έπεσε στην ουσία σε ενέδρα των υπολοίπων κυβερνήσεων στο πρώτο Eurogroup, καθώς ανέμενε όρους ανάλογους με αυτούς που έχουν επιβληθεί σε άλλες χώρες-μέλη της ευρωζώνης. Κάνει λόγο για εκβιασμό του Προέδρου Αναστασιάδη και του Υπουργού Οικονομικών. Ως μόνη λογική εξήγηση για την επιμονή στο bail in ο κ. Ορφανίδης βλέπει τις προσεχείς εκλογές στη Γερμανία και την πίεση που αυτές ασκούν στην κυβέρνηση Μέρκελ.
Προσθέτει ότι για να στηριχθούν οι αποφάσεις των εταίρων έχουν γίνει αβάσιμες δηλώσεις για ξέπλυμα βρώμικου χρήματος και για τραπεζικό μοντέλο που δεν μπορούσε να συνεχίσει να λειτουργεί. «Η επιδίωξη του σχεδίου της 16ης Μαρτίου για κατάσχεση μέρους των καταθέσεων δεν ήταν άλλη από την ανεπανόρθωτη ζημιά στο κυπριακό τραπεζικό σύστημα», σχολιάζει ο πρώην κεντρικός τραπεζίτης.
Ολοκληρώνει προειδοποιώντας ότι η κίνηση αυτή, την οποία χαρακτηρίζει γκάφα, θα έχει επιπτώσεις στις καταθέσεις κάθε τράπεζας που θα θεωρηθεί αδύναμη. Αυτό θα οδηγήσει στην αύξηση του κόστους χρηματοδότησης στην περιφέρεια της Ευρώπης και ως συνέπεια θα έχει τη διεύρυνση των αποκλίσεων στην ήπειρο, βαθαίνοντας ακόμα περισσότερο την ύφεση στην περιφέρεια. «Πρόκειται πραγματικά για καταστροφή για την ευρωπαϊκή οικονομική διαχείριση συνολικά», καταλήγει η συνέντευξη του Αθανάσιου Ορφανίδη στον Εκόνομιστ.