ΣΤΟ ΝΑΔΙΡ ΟΙ ΣΧΕΣΕΙΣ ΤΩΝ ΔΥΟ ΧΩΡΩΝ ΜΕΤΑ ΤΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Ο Φετουλάχ Γκιουλέν και η άρνηση της Ουάσιγκτον να τον εκδώσει, η συνεχιζόμενη προμήθεια οπλών από τους Αμερικανούς στην κουρδική πολιτοφυλακή, η αγορά των ρωσικών S-400 στην οποία προέβη η Άγκυρα και η σύλληψη υπαλλήλων της αμερικανικής πρεσβείας είναι οι προφανείς λόγοι των κακών σχέσεων που διατηρούν πλέον Τουρκία και Ηνωμένες Πολιτείες. Στους σημαίνοντες λόγους έρχονται τώρα να προστεθούν αφενός η καταδίκη του διοικητή της τουρκικής Ηalkbank, από αμερικανικό δικαστήριο, για παραβίαση του εμπάργκο κατά του Ιράν, αλλά και η ταξιδιωτική Οδηγία του τουρκικού Υπουργείου Εξωτερικών, προς Τούρκους υπηκόους, να μην επισκέπτονται τις ΗΠΑ, γιατί κινδυνεύουν με σύλληψη.

Πίσω απ' όλα κρύβεται το μεγάλο παιχνίδι της κυριαρχίας στη Μέση Ανατολή και τον αραβικό κόσμο, με την Τουρκία να δίνει σκληρή μάχη για την εδραίωση της θέσης και του ρόλου της και όντας έτοιμη να συμμαχήσει με όποια πλευρά της εξασφαλίσει τον ρόλο του πρωταγωνιστή των εξελίξεων


Στριμωγμένη από παντού η κυβέρνηση της Τουρκίας βάλλει κατά πάντων, σε μια προσπάθεια να δείξει, τόσο στο εσωτερικό καθώς έπονται εκλογές, όσο και στο εξωτερικό, ότι βρίσκεται σε θέση ισχύος και κρατά το κλειδί του ισορροπιστή. Από τη μια η Άγκυρα επιχειρεί άνοιγμα στην Ε.Ε., από την άλλη βελτιώνει τις σχέσεις της με τη Ρωσία, που πριν από 2 χρόνια βρίσκονταν στο χειρότερο επίπεδο και τη βελτίωσή τους χρειάστηκε να πληρώσει αδρά, με δάνειο, το προηγμένο αντιπυραυλικό σύστημα S-400. Ταυτόχρονα, οι σχέσεις της Τουρκίας με τις Ηνωμένες Πολιτείες οδεύουν από το κακό στο χειρότερο και μάλιστα πολλές φορές ξεπερνώντας τους άγραφους νόμους και εγγεγραμμένους κανονισμούς της Διπλωματίας.

Οι νέες αφορμές

Αφορμή για τον νέο γύρο αντιπαράθεσης μεταξύ της Άγκυρας και της Ουάσιγκτον είναι η καταδίκη του διοικητή της τουρκικής τράπεζας Halkbank, ο οποίος καταδικάστηκε από ομοσπονδιακό δικαστήριο των Ηνωμένων Πολιτειών. Ο Ταγίπ Ερντογάν αποκάλεσε την απόφαση «απόπειρα πολιτικού πραξικοπήματος» και αναφέρθηκε σε σενάρια «κοινής προσπάθειας» της CIA, του FBI και του δικτύου Γκιουλέν, να υπονομεύσουν την Τουρκία, την κυβέρνησή της και τη διεθνή της υπόσταση. Είναι γεγονός πως οι σχέσεις μεταξύ της Τουρκίας και των ΗΠΑ ζημιώθηκαν από την άρνηση της Ουάσιγκτον να εκδώσει στην Άγκυρα τον ιερωμένο Φετουλάχ Γκιουλέν, παρά τις επαναλαμβανόμενες αιτήσεις της τουρκικής κυβέρνησης.

Περισσότερο, όμως, ακόμη και από αυτό, η Άγκυρα έχει ενοχληθεί από τη συνεχιζόμενη προμήθεια αμερικανικών όπλων στην κουρδική πολιτοφυλακή Μονάδες Προστασίας του Λαού (YPG). Κι αυτό, γιατί ο ενισχυμένος ρόλος των Κούρδων, ο λαός των οποίων διεκδικεί τη δική του πατρίδα και βρίσκεται πολύ κοντά στο να την αποκτήσει, αποτελεί, αδιαμφισβήτητα, απειλή για την Τουρκία και την ακεραιότητά της.

Ο Τούρκος Υπουργός Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου προειδοποίησε, μάλιστα, πως οι σχέσεις των δύο χωρών, που κάποτε θεωρούνταν απόλυτοι σύμμαχοι, δεν αποκλείεται να ζημιωθούν περαιτέρω, «αν η Ουάσιγκτον δεν διορθώσει τα λάθη της».

Η ταξιδιωτική οδηγία

Λίγα 24ωρα μετά την καταδίκη του Τούρκου τραπεζίτη, το Υπουργείο Εξωτερικών της Τουρκίας εξέδωσε ταξιδιωτική Οδηγία, στην οποία αναφέρει ότι οι Τούρκοι πολίτες που θα ταξιδέψουν στις Ηνωμένες Πολιτείες αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο αυθαίρετης σύλληψης. Στην Οδηγία αναφέρεται, επίσης, ότι θα πρέπει να αναθεωρήσουν τα ταξιδιωτικά τους σχέδια ή ότι θα πρέπει να λάβουν προφυλάξεις εάν εν τέλει αποφασίσουν να ταξιδέψουν.

Μια μέρα νωρίτερα, στις 11 Ιανουαρίου, το τουρκικό Υπουργείο Εξωτερικών ανέβασε προειδοποιητική δήλωση στην ιστοσελίδα του, στην οποία αναφέρει πως υπήρξε πρόσφατα αύξηση των τρομοκρατικών επιθέσεων και των βίαιων συμβάντων στις Ηνωμένες Πολιτείες, εκτιμώντας ότι «αυτά τα κρούσματα» ενδέχεται να συνεχιστούν.

«Εικονικές» παρατηρήσεις σε Ρωσία και Ιράν

Προφανώς και οι σχέσεις της Ρωσίας με την Τουρκία, αλλά και της Άγκυρας με την Τουρκία περνούν την καλύτερή τους φάση. Η Μόσχα εξαργυρώνει με όλους τους τρόπους την ανάγκη της Άγκυρας να διατηρεί καλές σχέσεις με την υπερδύναμη, ενώ το Ιράν εκμεταλλεύεται δεόντως τη δική του ανάγκη να διατηρεί καλές σχέσεις με τη γείτονα, σε μια γειτονιά γεμάτη από εχθρούς για την Τεχεράνη. Βεβαίως πολλά χωρίζουν την Τουρκία με το Ιράν, ωστόσο αυτά έχουν παραγκωνιστεί επί του παρόντος, μπροστά στην απειλή των Κούρδων και μιας ενδεχόμενης αυτονομίας τους, τόσο στην Τουρκία, όσο και στο Ιράν.

Ωστόσο, σε μια ήπια παρατήρηση, κυρίως για εσωτερική κατανάλωση, αλλά και με το βλέμμα στην Ε.Ε., ο Μεβλούτ Τσαβούσογλου κάλεσε Ρωσία και Ιράν να αναλάβουν τις ευθύνες τους και να αποτρέπουν τα πλήγματα από τις κυβερνητικές δυνάμεις της Συρίας στην επαρχία Ιντλίμπ και υπογράμμισε ότι οι παραβιάσεις αυτές δεν θα μπορούσαν να γίνουν χωρίς την υποστήριξή τους. Ο Τούρκος Υπουργός αναφέρεται στην επιχείρηση των συριακών κυβερνητικών δυνάμεων, που άρχισε στις 25 Δεκεμβρίου, για την ανακατάληψη του νοτιοανατολικού τμήματος της Ιντλίμπ, πόλης που συνορεύει με την Τουρκία.

Το σημαινόμενο

Πίσω απ' όλα τα σημαίνοντα κρύβεται το βασικό σημαινόμενο. Η επικείμενη πατρίδα των Κούρδων. Η δίψα για αυτοδιάθεση του μεγαλύτερου εφιάλτη της Τουρκίας. Και ο ρόλος που θα έχει η εθνική αυτή ομάδα, στη Μέση Ανατολή τού αύριο, όπως αυτή θα προκύψει και θα μετασχηματιστεί, μετά το τέλος της παρτίδας σκακιού που μόλις ξεκίνησε, μετά την ανάδειξη του Ντόναλντ Τραμπ στην ηγεσία των Ηνωμένων Πολιτειών. Προς αποφυγήν της υλοποίησης του χειρότερου εφιάλτη της, αλλά και σε μια προσπάθεια να ελέγχει τις εξελίξεις, η Άγκυρα επιθυμεί να διαδραματίσει ρόλο διαμεσολαβητή μεταξύ της Βαγδάτης και της Ερμπίλ, πρωτεύουσας του αυτόνομου Ιρακινού Κουρδιστάν.

Όπως αποκάλυψε, στην ίδια συνέντευξη, ο Τούρκος Υπουργός Εξωτερικών, Τούρκοι αξιωματούχοι θα συζητήσουν μια ενδεχόμενη μεσολάβηση μεταξύ της ιρακινής κυβέρνησης και των Αρχών της αυτόνομης κουρδικής περιοχής κατά τη διάρκεια επίσκεψης που θα πραγματοποιήσουν στη Βαγδάτη στις 21 Ιανουαρίου. Έσπευσε να εξηγήσει δε πως η κίνηση αυτή δεν γίνεται αυτοβούλως από την Τουρκία, καθώς δεν επιθυμεί να επεμβαίνει σε εσωτερικά ζητήματα του Ιράκ, αλλά «υπάρχουν αιτήματα για μεσολάβηση». Δεν διευκρίνισε, ωστόσο, ποιες χώρες έχουν διατυπώσει τα αιτήματα αυτά για μεσολάβηση, τα οποία εκφράζονται σχεδόν τέσσερεις μήνες μετά το δημοψήφισμα για αυτοδιάθεση του ιρακινού Κουρδιστάν, το οποίο καταδίκασε το Ιράκ αλλά και η Τουρκία.

Αυτό το δημοψήφισμα, που είχε διοργανώσει ο πρώην πρόεδρος, Μασούντ Μπαρζανί, κατέληξε, παρά την ευρεία νίκη του "ναι", σε φιάσκο, καθώς απορρίφθηκε από το σύνολο των χωρών της περιοχής, με εξαίρεση το Ισραήλ, αλλά και από τις υπερδυνάμεις της Διεθνούς Κοινότητας. Η εκτόνωση της κρίσης μεταξύ της επίσημης κυβέρνησης του Ιράκ και της διοίκησης των Κούρδων «βολεύει» κυρίως τη Ρωσία, αφού τα υφιστάμενα εμπόδια στους σχεδιασμούς για διύλιση και εμπόριο πετρελαίου, που έχουν ήδη αρχίσει, θα πάψουν να υφίστανται.