Σίγουρα ο έρωτας είναι από τα πιο όμορφα πράγματα στη ζωή. Έχει όμως και την άσχημη του πλευρά μια που πολλές φορές μπορεί να έχει και δυσάρεστες συνέπειες. Για παράδειγμα, ένα άτομο μπορεί να προβληθεί από κάποιο σεξουαλικά μεταδιδόμενο νόσημα (ΣΜΝ).λόγω του ότι αυτή και ο σύντροφός της δεν χρησιμοποίησαν καμία μέθοδο προφύλαξης, και ένας από τους δύο παρουσίαζε κάποιο από αυτά τα νοσήματα. Το πιο γνωστό παράδειγμα είναι ίσως το ΑΙ DS , το οποίο μπορεί να στοιχίσει σε κάποιον ακόμη και τη ζωή του.
Για το λόγο αυτό, θεωρήσαμε απαραίτητη την συμπερίληψη της διάλεξης αυτής στο πρόγραμμα του σεμιναρίου, η οποία παρέχει πληροφορίες για τα διάφορα σεξουαλικά μεταδιδόμενα νοσήματα, τα συμπτώματα που παρουσιάζουν, τον τρόπο μετάδοσής τους, τη θεραπεία, και την πρόληψη τους.
Ποια είναι τα σεξουαλικά μεταδιδόμενα νοσήματα
Όπως υποδηλώνει και η ονομασία, σεξουαλικά μεταδιδόμενα νοσήματα είναι ασθένειες ή λοιμώξεις οι οποίες προκαλούνται από οργανισμούς οι οποίοι μεταδίδονται κυρίως μέσω της σεξουαλικής επαφής. Άλλοι τρόποι μετάδοσης, που ισχύουν σε ορισμένες περιπτώσεις, είναι μέσω του αίματος, κάθετα, από τη μητέρα στο μωρό, και μέσω στενής σωματικής επαφής.
Υπάρχουν γύρω στα 20 σεξουαλικά μεταδιδόμενα νοσήματα. Μεταξύ άλλων, έχουμε το ΑΙ DS , την Ηπατίτιδα Β, τον Έρπη, τα Οξυτενή Κονδυλώματα, τη Σύφιλη, τη Γονόρροια (Βλενόρροια), τα Χλαμύδια, την Τριχομανίαση, τη Μονιλίαση (κολπικοί μύκητες), τη Φθειρίαση και την Ψώρα.
Τα γενικά συμπτώματα και κλινικά σημεία
Ένα πολύ σημαντικό χαρακτηριστικό των σεξουαλικά μεταδιδόμενων νοσημάτων είναι ότι πολλά από αυτά παρουσιάζουν παρόμοια συμπτώματα, κάτι που τα κάνει δύσκολο να διαγνωστούν. Τα κυριότερα από τα κοινά αυτά συμπτώματα είναι η ασυνήθιστη έκκριση υγρών από τον κόλπο και το πέος, φαγούρα, εξανθήματα ή πληγές στην περιοχή των γεννητικών οργάνων, πόνος ή κάψιμο κατά τη σεξουαλική επαφή ή την ούρηση. Εξίσου σημαντικό είναι και το γεγονός ότι σε ένα άτομο μπορεί να συνυπάρχουν 2-3 σεξουαλικά μεταδιδόμενα νοσήματα ταυτόχρονα. Το πιο σημαντικό όμως χαρακτηριστικό των νοσημάτων αυτών; που είναι και το χαρακτηριστικό το οποίο τα καθιστά τόσο ύπουλα, είναι ότι συχνά τα συμπτώματα μπορεί να είναι ασήμαντα ή και ανύπαρκτα. Αυτό σημαίνει ότι κάποιος μπορεί να έχει προσβληθεί από ένα νόσημα και να μην το έχει αντιληφθεί, βάζοντας έτσι σε κίνδυνο, όχι μόνο τον εαυτό του, αλλά και το σύντροφό του.
Σημαίνει επίσης ότι ένα άτομο δεν μπορεί να ξεχωρίσει αν κάποιος άλλος έχει ένα σεξουαλικά μεταδιδόμενο νόσημα απλώς από την εμφάνισή του. Σε περίπτωση που ένα άτομο υποψιάζεται ότι έχει προσβληθεί από ένα σεξουαλικά μεταδιδόμενα νόσημα θα πρέπει να συμβουλευτεί γιατρό για να υποβληθεί στις απαιτούμενες εξετάσεις. Συνήθως η εξέταση περιλαμβάνει και τη λήψη δείγματος, η ανάλυση του οποίου, θα βοηθήσει στη διάγνωση του νοσήματος από το οποίο πιθανό να πάσχει το άτομο και ακολούθως στην παροχή της κατάλληλης θεραπείας.
Συμπτώματα – κλινικά σημεία που παρουσιάζονται στους άντρες και τις γυναίκες
- Έκκριση υγρών από την ουρήθρα, που μπορεί κάποτε να προκαλέσει κάψιμο κατά την ούρηση, προκαλείται από τα πιο κάτω ΣΜΝ: χλαμύδια, γονόρροια, τριχομονάδες, κονδυλώματα και έρπη (στην ουρήθρα). Προκαλείται όμως και από άλλες καταστάσεις όπως από φλεγμονή του προστάτη ή από κυστίτιδα (φλεγμονή της ουροδόχου κύστης, μια λοίμωξη που δεν είναι σεξουαλικά μεταδιδόμενη).
- Φαγούρα στην περιοχή των γεννητικών οργάνων προκαλείται από τα κονδυλώματα, τον έρπη, τις ψείρες, τη ψώρα, τις τριχομονάδες και τους μύκητες. Φαγούρα όμως μπορεί να προκληθεί και από έκζεμα που είναι μια πάθηση του δέρματος.
- Πληγές / Έλκη στην περιοχή των γεννητικών οργάνων προκαλούνται από τα κονδυλώματα, τον έρπη και τη σύφιλη. Παρόμοια συμπτώματα ερεθισμού του δέρματος όμως, μπορεί κάποτε να προκληθούν και από τη σεξουαλική επαφή, τον αυνανισμό ή ακόμα και από πολύ στενά ρούχα.
- Εξογκώματα πάνω ή γύρω από τα γεννητικά όργανα προκαλούνται από τα κονδυλώματα.
- Πόνος στην περιοχή των γεννητικών οργάνων μπορεί να προκληθεί λόγω φλεγμονής του τραχήλου της μήτρας ή των σαλπίγγων από τα χλαμύδια και τη γονόρροια. Επίσης, μπορεί να προκληθεί και από φλεγμονή στον προστάτη.
- Ενόχληση στην περιοχή του πρωκτού όπως, για παράδειγμα, φαγούρα, αιμορραγία ή έκκριση υγρών, μπορεί να προκληθεί από τα κονδυλώματα, τα χλαμύδια, τον έρπη, τη γονόρροια και τη σύφιλη. Παρόμοια ενόχληση προκαλείται από έκζεμα και από αιμορροΐδες.
- Στις γυναίκες επίσης, μπορεί να παρουσιαστεί περιστασιακή αιμορραγία από διάφορες μολύνσεις όπως, για παράδειγμα, από χλαμύδια.
Τα Σεξουαλικά μεταδιδόμενα νοσήματα σε σχέση με την εγκυμοσύνη και τη γέννα
Οι έγκυοι πρέπει να υποβάλλονται έγκαιρα σε αναλύσεις για ορισμένα σεξουαλικά μεταδιδόμενα νοσήματα μια που στην περίπτωση που η μητέρα έχει ένα τέτοιο νόσημα, πολλές φορές κινδυνεύει να μολυνθεί και το έμβρυο (κάθετη μετάδοση) ή το νεογνό κατά τον τοκετό ή το θηλασμό. Στην Κύπρο οι έγκυοι ως συνήθως υποβάλλονται στις αναλύσεις ρουτίνας για Η IV , Σύφιλη και για την Ηπατίτιδα Β. Σ’ ‘ολες αυτές τις περιπτώσεις τα μικρόβια μπορούν να μεταδοθούν από τη μητέρα στο έμβρυο ή το μωρό.
Ένα άλλο μικρόβιο που μπορεί να μεταδοθεί από τη μητέρα στο βρέφος είναι αυτό της σύφιλης. Για το λόγο αυτό σε πολλές χώρες οι έγκυες γυναίκες υποβάλλονται σε εξετάσεις ρουτίνας για τη σύφιλη κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης τους ούτως ώστε να προληφθεί η μετάδοση του μικροβίου στο μωρό. Επίσης, στην περίπτωση που η γυναίκα πάσχει από γονόρροια ή χλαμύδια, το νεογέννητο θα πρέπει να πάρει αντιβίωση. Αυτό γίνεται διότι το μωρό, περνώντας από τον κόλπο την ώρα που γεννιέται, μπορεί να μολυνθεί στα μάτια ή στην αναπνευστική οδό.
Όταν μια έγκυος γυναίκα πάσχει από έρπη των γεννητικών οργάνων ή από οξυτενή κονδυλώματα τότε πάλι, υπάρχει κίνδυνος και το παιδί να προσβληθεί. Στις περιπτώσεις αυτές συνιστάται η καισαρική.
Πως μπορούμε να προστατευτούμε από τα σεξουαλικά μεταδιδόμενα νοσήματα
Διαβάζοντας τα πιο πάνω πρέπει να είναι ήδη φανερό ότι τα σεξουαλικά μεταδιδόμενα νοσήματα ενώ είναι πολύ εύκολο να μεταδοθούν, είναι πιο δύσκολο να διαγνωστούν και να θεραπευτούν (κάποτε και αδύνατο). Άρα σίγουρα είναι καλύτερα να προσπαθήσει κάποιος να τα προλάβει. Ο μόνος 100% αποτελεσματικός τρόπος είναι η αποχή, δηλαδή η συστηματική και πλήρης αποφυγή της σεξουαλικής επαφής, ενώ η αμοιβαία μονογαμική σχέση μπορεί να θεωρηθεί ως η δεύτερη καλύτερη επιλογή και είναι η σχέση στην οποία τα δύο άτομα ενός ζευγαριού είναι πιστά το ένα στο άλλο και δεν κάνουν σεξ παρά μόνο μεταξύ τους.
Από τη στιγμή που κάποιος αποφασίζει να είναι σεξουαλικά δραστήριος είναι καλά να γνωρίζει επίσης ότι δεν υπάρχει απόλυτα ασφαλές σεξ αλλά ασφαλέστερο σεξ. Το ασφαλέστερο σεξ, ένας όρος που χρησιμοποιείται ευρέως, καθορίζεται κυρίως από τη συμπεριφορά του ατόμου και του συντρόφου του και βασίζεται στους εξής παράγοντες:
- τον αριθμό των σεξουαλικών συντρόφων,
- τις σεξουαλικές πρακτικές,
- τις γενικές πρακτικές υγιεινής,
- και πάνω απ’ όλα τη συστηματική χρήση προφυλακτικού.
Είναι γεγονός ότι όσο αυξάνεται ο αριθμός των ατόμων με τα οποία έρχεται κάποιος σε σεξουαλική επαφή τόσο πιο πολύ αυξάνονται οι πιθανότητες να προσβληθεί από κάποιο μικρόβιο. Ακόμα ένα γεγονός βέβαια, είναι ότι όλες οι σεξουαλικές δραστηριότητες εμπεριέχουν κάποιο ρίσκο για μετάδοση μικροβίων στο ίδιο το άτομο ή/και το σύντροφό του. Γι’αυτό και οι δραστηριότητες έχουν ταξινομηθεί, βάσει του κινδύνου τους, ως εξής:
- Ψηλού κινδύνου: Είναι το κολπικό και το πρωκτικό σεξ ΧΩΡΙΣ προφυλακτικό. Μ’ αυτές τις πράξεις μεταδίδονται όλα τα σεξουαλικά μεταδιδόμενα νοσήματα .
- Μέτριου κινδύνου: Το πρωκτικό και το κολπικό σεξ με προφυλακτικό γίνονται μέτριου κινδύνου για μετάδοση των περισσότερων σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων. Το στοματικό σεξ χωρίς προφυλακτικό είναι μέτριου κινδύνου.
- Χαμηλού κινδύνου: Είναι τα χάδια στα γεννητικά όργανα, ο αμοιβαίος αυνανισμός, και τα υγρά φιλιά. Επίσης το στοματικό σεξ με προφυλακτικό φέρει χαμηλό κίνδυνο.
- Χωρίς κίνδυνο: Είναι δραστηριότητες όπως μασάζ, συνομιλία, φαντασίωση, χορός, αυνανισμός και αποχή. Δηλαδή, ό,τι δεν έχει σχέση με ανταλλαγή υγρών και άγγιγμα των γεννητικών οργάνων του συντρόφου, είναι ακίνδυνο.
AIDS
Το AIDS , δηλαδή το Σύνδρομο Επίκτητης Ανοσοανεπάρκειας, είναι η ασθένεια που προκαλείται από τον ιό HIV . Ο ιός προσβάλλει τα Τ4-λεμφοκύτταρα, ένα τύπο λευκών αιμοσφαιρίων. Τα κύτταρα αυτά είναι υπεύθυνα για την άμυνα του οργανισμού ενάντια στις διάφορες λοιμώξεις. Εφ’ όσον τα λεμφοκύτταρα καταστρέφονται, η ικανότητα του οργανισμού να καταπολεμήσει τα διάφορα μικρόβια μειώνεται. Ένα άτομο που έχει προσβληθεί από τον ιό HIV ονομάζεται οροθετικό, μια που στο αίμα του μπορούν να ανιχνευθούν αντισώματα κατά του ιού. Πρέπει ωστόσο να σημειωθεί ότι τα αντισώματα αυτά δεν παρέχουν στον οργανισμό καμία προστασία κατά του ιού.
Μετάδοση: Ο ιός HIV μεταδίδεται με τρεις βασικούς τρόπους:
- Μέσω του αίματος και των παραγώγων του, για παράδειγμα από μεταγγίσεις με αίμα μολυσμένο, από κοινή χρήση βελονών και συριγγών για λήψη ναρκωτικών, από μη αποστειρωμένα όργανα βελονισμού, τατουάζ, κλπ.
- Με το κολπικό, πρωκτικό και στοματικό σεξ, μέσω του σπέρματος και ων κολπικών υγρών και,
- Κάθετα, δηλαδή από τη μητέρα στο έμβρυο κατά την εγκυμοσύνη και από τη μητέρα στο νεογνό κατά τη γέννα και το θηλασμό.
Δεν μεταδίδεται με την απλή κοινωνική επαφή, ούτε από τις τουαλέτες, ούτε από τα έντομα.
Περίοδος Επώασης: Τα συμπτώματα μπορεί να κάνουν μέχρι και 10-15 χρόνια να εμφανιστούν.
Συμπτώματα/ Σημεία:
- Πολλά άτομα που μολύνονται από τον ιό HIV παραμένουν ασυμπτωματικά για χρόνια. Υπάρχουν ωστόσο και άτομα που λίγες βδομάδες μετά από την προσβολή τους με τον ιό, θα εκδηλώσουν συμπτώματα παρόμοια με αυτά της γρίπης, όπως πυρετό, πονόλαιμο, διόγκωση των λεμφαδένων, κούραση. Τα συμπτώματα αυτά υποχωρούν από μόνα τους.
- Μετά από χρονικό διάστημα, που μπορεί να είναι μήνες ή και χρόνια, ένα οροθετικό άτομο θα αρχίσει να παρουσιάζει 2 ή [περισσότερα από τα ακόλουθα συμπτώματα και κλινικά σημεία: λεμφαδενοπάθεια, νυκτερινή εφίδρωση, απώλεια βάρους, διάρροια, παρατεταμένους πυρετούς, καταβολή δυνάμεων και ευκαιριακές λοιμώξεις (δηλαδή περιστασιακές μολύνσεις που κανονικά, σε άτομα υγιή, δεν προκαλούν ιδιαίτερα σοβαρά προβλήματα).
Διαβάστε περισσότερα στο paidiatros.com