Μια έντονη προσωπικότητα και μια διεθνώς αναγνωρισμένη καλλιτεχνική οντότητα, ο Βάσος Αργυρίδης είναι από τους ανθρώπους με τους οποίους απολαμβάνεις να συνομιλείς.
Η νέα του θέση ως διευθυντής του Παττιχείου θεάτρου, αποτελεί ίσως την καλύτερη επιλογή για τη νέα εποχή που ξεκίνησε πρόσφατα για το ιστορικό θέατρο της Λεμεσού.
Όταν προσπαθήσαμε να κανονίσουμε το ραντεβού για τη συνέντευξη, είπαμε πως θα τα πούμε για 10 με 15 λεπτά, λόγω φόρτου εργασίας. Τελικά η κουβέντα μας κράτησε μια ώρα.
Η αφορμή ήταν η επαναλειτουργία του θεάτρου, ενώ το αποτέλεσμα ήταν μια χειμαρρώδης συζήτηση γύρω από την τέχνη, τον πολιτισμό, τα κοινωνικοπολιτικά δρώμενα και το «νέο μοντέλο Κύπριου» που έχει εμφανιστεί τις τελευταίες δεκαετίες.
Πώς οραματίζεστε τη νέα εποχή για το Παττίχειο Θέατρο;
Να αρχίσουμε με κάποια βασικά ερωτήματα –για εμένα τουλάχιστον – τι είναι ένα θέατρο; Ποιους εξυπηρετεί; Τι εξυπηρετεί; Και γιατί φτιάχνεται ένα θέατρο.
Ξαφνικά σε μια χώρα που μέχρι πριν 30 – 40 χρόνια ήταν αγροτική, σήμερα διαθέτουμε ένα κοινό που απαιτεί θέατρο, όχι ως ένα χώρο που θα φιλοξενεί απλώς παραστάσεις, αλλά ως ένα ζωντανό οργανισμό που θα δημιουργεί παράλληλα πολιτισμό.
Αν ψάξουμε σε όλη την Κύπρο, θα ανακαλύψουμε πολλά χωριά και κοινότητες που έφτιαξαν θέατρα κι έπειτα τα εγκατέλειψαν στο έλεος του Θεού, χωρίς κανείς να ενδιαφέρεται πώς και με ποιο τρόπο θα λειτουργήσει ο συγκεκριμένος χώρος. Υπάρχουν παραδείγματα τέτοιων περιπτώσεων και περιπτώσεων που έφτιαξαν καλά θέατρα –ως κτίρια.
Το Παττίχειο Θέατρο δεν είναι μια από αυτές τις περιπτώσεις. Είναι και θα είναι ένα θέατρο που θα επιδιώκει να φέρει το κοινό κοντά στην εκδήλωση, κοντά στον καλλιτέχνη. Επίσης, θα είναι ένα θέατρο που θα εξυπηρετεί και τις ανάγκες των καλλιτεχνών που θέλουν να βγουν στη σκηνή, σε όλο το φάσμα τους. Θέλουμε δηλαδή να χτίσουμε μια δημιουργική σχέση ανάμεσα σε κοινό, καλλιτέχνες και διεύθυνση και όχι να προσφέρουμε μόνο μια κτιριακή εγκατάσταση.
Τι κρατάτε από την ιστορία του Παττιχείου;
Το Παττίχειο είναι συνδεδεμένο με την ιστορία της πόλης, για διάφορους λόγους και ο κόσμος της Λεμεσού το είχε και θα το έχει πάντα μέσα στην καρδιά του. Αυτό που αν θέλετε το κράτησε πίσω για αρκετά χρόνια, ήταν ότι η διαχείριση γινόταν αποκλειστικά από τον Δήμο της πόλης και έπαιρνε ζωή από κάποιους ιδιώτες που ανέβαζαν ενίοτε θεατρικές παραστάσεις.
Σήμερα εμείς κρατάμε την παράδοση που δημιούργησε το θέατρο σε σχέση με το κοινό, αξιοποιούμε τις νέες υποδομές, τα νέα καθίσματα, μια πολύ βελτιωμένη σκηνή, την εξαιρετική αμιφιθεατρικότητα -ίσως την καλύτερη που έχω συναντήσει- έναν εντυπωσιακό εξώστη και επιδιώκουμε να αφήσουμε τον δικό μας χαρακτήρα, βασισμένοι πάντα στο δικό μας κριτήριο και στη δική μας αισθητική.
Ποιοι οι στόχοι που έχετε θέση ως διευθυντής, αλλά και ως καλλιτέχνης;
Πέραν της απλής διαδικασίας μιας παραγωγής, στόχος είναι να δημιουργήσουμε κι εμείς κάποιες παραγωγές από το μηδέν, όπως έγινε και με τη συναυλία Ξαρχάκου, την οποία σκαρφιστήκαμε και προτείναμε εμείς.
Η ορχήστρα που συνόδευε αυτή τη συναυλία αποτελείτο από Κύπριους καλλιτέχνες, και αυτό είναι ακόμη ένας στόχος που έχουμε θέσει, αφού θέλουμε να στείλουμε το μήνυμα ότι αξιοποιούμε και προβάλλουμε το εγχώριο δυναμικό. Το ίδιο πράξαμε και με την παράσταση των εγκαινίων «Μαζί επί Σκηνής», την οποία μάλιστα επιδιώκουμε να την κάνουμε θεσμό και να την επαναλαμβάνουμε κάθε χρόνο, με εγχώριες καλλιτεχνικές δυνάμεις.
Προσπαθώ να δώσω μια φιλοσοφία αξιοποίησης του εγχώριου δυναμικού, πάντα με κριτήρια, δίνοντας χώρο σε ανθρώπους οι οποίοι παλαιότερα ήταν στο περιθώριο γιατί ίσως δεν συμβάδίζαν με τους νόμους της αγοράς. Το γεγονός για παράδειγμα ότι στη Λεμεσό ζουν κοπέλες που δούλεψαν στις μεγαλύτερες πόλεις της Ευρώπης ως χορεύτριες ή ως τραγουδίστριες, το γνωρίζουν πολύ λίγοι.
Βέβαια δεν θέλω να φανεί ότι προσπαθούμε να αναλάβουμε τον ρόλο του Υπουργείου Πολιτισμού, εμείς είμαστε ένας πολιτιστικός οργανισμός, ο οποίος ταυτόχρονα διαθέτει την κτιριακή και την τεχνική υποδομή, το έμψυχο δυναμικό των συνεργατών και τον εγκέφαλο.
Η δικαιολογία, αν θέλετε, για τις καθυστερήσεις στην επαναλειτουργία του θεάτρου, ήταν οι προσεγμένες εργασίες που πραγματοποιούνταν. Ισχύει αυτό;
Μα είναι κάτι το οποίο μπορεί να διαπιστώσει ο καθένας που θα επισκεφθεί το θέατρο και θα δει μια παράσταση. Από την πρώτη μέρα έως σήμερα έχουν γίνει πολλές εργασίες, τόσο σε καλλιτεχνικό επίπεδο όσο και σε τεχνικό επίπεδο.
Από την πρόσοψή που έχει διατηρηθεί όπως εκείνη που είχε το Παλλάς, το ωραίο εξωτερικό προφίλ, μέχρι τον εξοπλισμό γραφείων και την εξεύρεση συνεργατών.
Ένα θέατρο πέντε αστέρων όπως είναι το Παττίχειο σήμερα πρέπει να κρατήσει αυτό το υψηλό επίπεδο σε όλες τις υπηρεσίες που προσφέρει, για να εξυπηρετείται κατάλληλα και το τελικό προϊόν.
Θεωρώ πώς είμαστε σε καλό δρόμο. Διατηρούμε μια καλή συνεργασία τόσο με το Δ.Σ. του θεάτρου και τον Δήμαρχ, όσο και με τις υπηρεσίες του Δήμου. Έχουμε μια οργανική σχέση αναπόφευκτα, μέχρι να αυτονομηθούμε ακόμα περισσότερο.
Η γκρίνια του κόσμου για όσο διάστημα ήταν κλειστό το Παττίχειο πώς μεταφράζεται;
Θετικά. Από την οπτική που το βλέπω εγώ, όλη αυτή η γκρίνια και η μουρμούρα αφορά την απαίτηση του κοινού για ένα ακόμη θέατρο, ένα ακόμη κύτταρο πολιτισμού -όπως χαρακτηρίζω το Παττίχειο- ή καλύτερα ένα πολιτιστικό οχυρό, όπως μας χαρακτήρισε ο Σταύρος Ξαρχάκος.
Πρέπει να σου πω ότι από τον καιρό που ανέλαβα τη διεύθυνση του Παττιχείου, έχω κάνει μέσα σε δύο μήνες περισσότερα από 150 ραντεβού και με καλλιτέχνες αλλά και με απλό κόσμο που ήθελε να έρθει να δει τον διευθυντή και να μιλήσει μαζί του. Αυτή λοιπόν η απαίτηση και η μουρμούρα που υπήρχε μέχρι σήμερα, μετατρέπεται σε ζήτηση. Ο κόσμος περιμένει να υλοποιήσει στόχους μέσα από αυτό το θέατρο.
«Μαζί επί σκηνής», μια αμιγώς κυπριακή παραγωγή για τα εγκαίνια του θεάτρου. Δεν υπήρξαν καλλιτέχνες που ενοχλήθηκαν που δεν επιλέχθηκαν;
Προσωπικά παίρνω στο κινητό μου μηνύματα συνεχώς από καλλιτέχνες που με ρωτούσαν γιατί δεν τους καλέσαμε να συμμετέχουν και με ποια κριτήρια επιλέξαμε αυτούς που έλαβαν μέρος. Δεν μπορούσαν όμως να βρεθούν όλοι επί σκηνής. Ελπίζω και εύχομαι όλοι οι συνάδελφοι καλλιτέχνες και σχήματα της πόλης, να δουν τα θετικά από έναν τέτοιο θεσμό ο οποίος δημιουργήθηκε από το θέατρο της πόλης τους και να κρίνουν αφότου δουν το αποτέλεσμα.
Πρέπει επιτέλους να πάψουμε να κρίνουμε κάθε παράσταση και κάθε προσπάθεια με τον βαθμό της δικής μας συμμετοχής. Δηλαδή αν συμμετέχουμε είναι τέλειο, αν δεν συμμετέχουμε είναι σκάρτο, αυτομαστιγονόμαστε.
Βέβαια να σου πω ότι έχουμε εισπράξει και τα συγχαρητήρια πολλών φίλων, που επιτέλους βρέθηκε ένας χώρος που γύρισε να τους κοιτάξει και μάλιστα σε πρώτο πλάνο.
Ποια είναι η μεγαλύτερη πρόκληση που έχετε θέσει στον εαυτό σας σε σχέση με τη θητεία σας ως διευθυντής του Παττιχείου; Τι θα θέλατε να αφήσετε φεύγοντας;
Δεν σου κρύβω ότι το χειροκρότημα είναι ένα γλυκό πιοτό, το οποίο όλοι θέλουμε να το πιούμε. Από τη στιγμή που σε αυτό το πόστο δεν είμαι επί σκηνής ως καλλιτέχνης, θα ήμουν ευχαριστημένος αν στο τέλος της παράστασης -μετά που θα κλείσει ο δικός μου κύκλος εδώ- εισπράξω το χειροκρότημα του κοινού και το χειροκρότημα των καλλιτεχνών.
Αν αυτό το δίπτυχο έρθει σε μια αρμονική δημιουργική σχέση και αφήσεις πίσω σου ένα ψηλό πήχη, ικανοποιώντας τις αισθητικές, επαγγελματικές και κοινωνικές ανάγκες και των δύο πλευρών, νομίζω πώς τότε θα το θεωρήσω επιτυχία.
Επίσης θα ήθελα να αφήσω θεσμούς, καινούργια πράγματα. Ήδη σχεδιάζουμε αρκετά τα οποία δεν είναι ανακοινώσιμα προς το παρόν. Το μόνο που μπορώ να αποκαλύψω είναι πώς στα σκαριά βρίσκεται ένα διεθνής θεσμός ο οποίος πιστεύω πώς θα βάλει τη Λεμεσό στον ευρωπαϊκό πολιτιστικό χάρτη.
Δεν μένουμε όμως μέχρι εκεί, αφού με επίκεντρο το Παττίχειο τρέχουν παράλληλα κι άλλα κι άλλες καινοτομίες. Ήδη συζητάμε για την υιοθέτηση ενός δεύτερου θεατρικού χώρου.
Με την δική μας υποδομή, επιδιώκουμε να αναγεννήσουμε ή να ενδυναμώσουμε μια δεύτερη μικρότερη σκηνή, η οποία θα εξυπηρετεί ανάγκες παραστάσεων που δεν διεκδικούν 700 θεατές, διεκδικούν 300 και παράλληλα να μπορούν να είναι βιώσιμες.
Υπάρχει μια άποψη πώς το Παττίχειο είναι ένα ελιτίστικο θέατρο. Πώς το σχολιάζετε;
Αυτό από μόνο του δεν μπορεί να έχει υπόσταση. Με ποιον παντρεύεται, με τον Αργυρίδη ο οποίος είναι ένας λαϊκός άνθρωπος. Αυτό το προφίλ καθορίζεται συνήθως από τους ανθρώπους που βρίσκονται στην διοίκηση τέτοιων οργανισμών.
Δεν μπορεί λοιπόν ένα θέατρο που είναι διευθυντής ο Βάσος Αργυρίδης να είναι ελιτίστικο, γιατί εγώ δεν ανήκω στην ελίτ.
Από την άλλη, εξαρτάται πώς εννοούν το ελιτίστικο. Αν έχει να κάνει με το καλλιτεχνικό περιεχόμενο των παραστάσεων είναι ένα και αν αφορά τις τιμές των εισιτηρίων είναι άλλο. Για παράδειγμα μέσα στον τρέχον μήνα, φιλοξενούμε μια παράσταση μπαλέτου, τον «Καρυοθραύστη», μια πολύ μεγάλη παραγωγή με εισιτήρια που αγγίζουν μέχρι και τα 80 ευρώ. Το περιεχόμενο όμως δικαιολογεί μια τέτοια τιμή.
Παρόλα αυτά, μιας και το ανέφερα, να πω ότι βρισκόμαστε στην επεξεργασία πλαισίου ειδικών τιμών για κάποιες ομάδες πληθυσμού, αλλά και τακτικούς πελάτες.
Θεωρείτε πώς θα υπάρξει ανταγωνισμός με το Θέατρο Ριάλτο;
Είναι καιρός να μάθουμε σαν χώρα πως μπορούν σε μια πόλη να συμβαδίζουν περισσότερα από ένα μεγάλο θέατρο. Ξέρετε γιατί το σχολιάζουμε αυτό, γιατί για μας είναι πρωτόγνωρο. Είμαστε εκεί που κάποιοι άλλοι ήταν πριν 50 ή 100 χρόνια. Ξαφνικά στη Λεμεσό υπάρχουν δύο θέατρα, τα οποία είναι τα μοναδικά στην Κύπρο που δουλεύουν περίπου σ’ αυτήν τη μορφή. Είναι λίγο ασυνήθιστο μεν, αλλά κανένας ανταγωνισμός δε. Αντίθετα, θα υπάρχει συνεργασία στο βαθμό που μπορούμε να συνεργαστούμε.
Δηλαδή δεν θα υπάρξουν περιπτώσεις που θα διεκδικείτε τα ίδια πράγματα ή ακόμα και το ίδιο κοινό σε κάποιες παραστάσεις;
Προσωπικά το βλέπω από άλλη σκοπιά. Θεωρώ πώς όπως έχει διαμορφωθεί η κατάσταση θα ήταν καλό, αφού μελετήσουμε ο καθένας το θέατρο μας, να αρχίσουμε να εξειδικευόμαστε σε κάποια πράγματα και να αποκλείουμε κάποια άλλα, ακόμα και στον σχεδιασμό εκδηλώσεων.
Το Ριάλτο έχει κάνει μια σειρά από κάποιες θεσμικές παραγωγές, που σίγουρα δεν θα πάει να τις αντιγράψει κάποιος, παρόλα αυτά δεν τα έχει κάνει όλα. Υπάρχει χώρος για να γίνουν πράγματα, με άλλη ματιά και με άλλο επίκεντρο δραστηριοτήτων.
Πρέπει άλλωστε να έχουμε πάντα κατά νου, ότι η αφετηρία και η νοοτροπία κάθε θεάτρου είναι διαφορετική. Το Ριάλτο είναι κάτω από την ομπρέλα του Συνεργατισμού, ενώ το Παττίχειο κάτω από την ομπρέλα του Δήμου Λεμεσού.
Από τις πρώτες κιόλας παραστάσεις, ο θεατής έμπαινε –και αυτό είναι κάτι που μας αρέσει- με τον αέρα του ιδιοκτήτη ‘Εγώ τώρα μπήκα σπίτι μου και δικαιούμαι να κριτικάρω, να σχολιάσω και να κάνω τις παρατηρήσεις’. Αυτά παίζουν ρόλο στο τι επιστρέφουμε στο θεατή. Αισθάνομαι πώς μου δάνεισε η πόλη μου ένα θέατρο, με την απαίτηση να το επιστρέψω καλύτερο.
Πόσο σας απασχολεί η βιωσιμότητα του Παττιχείου;
Μας απασχολεί στα πλαίσια του να διατηρήσουμε τον πήχη ψηλά. Επικερδής επιχείρηση δεν μπορεί να είναι ένα θέατρο, πρέπει όμως να λειτουργεί σωστά και να επιβιώνει.
Ήδη είχαμε τις πρώτες χορηγίες που στήριξαν τα εγκαίνια, όπως η ΟΠΑΠ Κύπρου, η ΑΗΚ και η εταιρεία Deloitte, οι οποίοι μάλιστα θα παραμείνουν μέχρι και το τέλος του 2016. Θα αποταθούμε βέβαια για στήριξη και σε άλλους οργανισμούς, όπως και στο κράτος.
Από τη στιγμή που δίπλα υπάρχει ένα θέατρο που στηρίζεται από το κράτος, θεωρώ πώς έχουμε κι εμείς το δικαίωμα να ζητήσουμε ανάλογη στήριξη. Έτσι κι αλλιώς, ό,τι λεφτά πέσουν στο Παττίχειο, μπαίνουν στην παραγωγή, δεν υπάρχουν μέτοχοι για να μοιραστούν τα κέρδη.
Η αυξημένη ζήτηση του κοινού σε πολιτιστικά δρώμενα τα τελευταία χρόνια θεωρείτε πώς είναι μια παροδική μόδα ή μια βαθιά ανάγκη για κάτι πιο ουσιαστικό;
Δεν είμαι κοινωνιολόγος και δεν μπορώ να το αναλύσω μέσω αυτής της επιστήμης. Παρόλα αυτά συμφωνώ πώς υπάρχει αυτό το φαινόμενο και αν προσέξετε τα πρώτα δύο χρόνια, της νέας τάξης πραγμάτων που χτύπησε και την Κύπρο, περνούσες έξω από το Ριάλτο για παράδειγμα και ήταν γεμάτο, ανέβαινε μια παράσταση στο Κούρειο ή στο Κηποθέατρο και ήταν γεμάτες και το ίδιο συνέβαινε σε όλες τις πόλεις. Δεν είναι μόδα. Πρώτα απ’ όλα έχει αλλάξει εντελώς ο κοινωνικός ιστός σε σχέση με 20-25 χρόνια πριν. Ο κόσμος που ήταν ριζωμένος εδώ και ήταν δεμένος με τη γη, χωρίς μόρφωση και ακαδημαϊκές γνώσεις έχει μειωθεί δραματικά, κακώς βέβαια, αλλά αυτό είναι άλλο θέμα.
Εντούτοις όμως έχει αυξηθεί μια κοινωνική ομάδα μεγάλη που έχει αποκτήσει πανεπιστημιακή μόρφωση, έχει ζήσει στο εξωτερικό που είδε και άκουσε πολλά και διαφορετικά πράγματα. Το θέαμα έχει πλέον μπει στη λίστα ψυχαγωγίας ενός νοικοκυριού και δεν θεωρείται είδος πολυτελείας.
Πιστεύετε πως το αισθητικό κριτήριο του Κύπριου είναι ανεπτυγμένο;
Το κυπριακό κοινό είναι απαιτητικό, δεν αγοράζει το οτιδήποτε. Πριν 20 χρόνια χειροκροτούσαν ίσως και μια κακή παράσταση ή ένα φτηνό θέαμα, σήμερα δεν υπάρχει περίπτωση να γίνει αυτό. Νομίζω πώς τα τελευταία 20 χρόνια η Κύπρος στον τομέα του θεάματος, μείωσε τον χαρακτήρα της ως επαρχία.
Έχει θεατές πλέον που ξέρουν πριν από εμάς τι παίζει στο εξωτερικό και μας το ζητάνε ή μας το προτείνουν. Άρα ο επαρχιωτισμός είναι κάτι ξένο με αυτό το θέατρο. Δεν πρόκειται να θεωρήσουμε ποτέ ότι ο θεατής μας, θα φάει κουτόχορτο. Δεν μας ενδιαφέρει ένα εύκολο κοινό.
Είστε έτοιμος για αρνητικές κριτικές, για πιθανόν κακές παραστάσεις;
Βεβαίως. Μα κοιτάξτε εκτός από τις παραστάσεις που θα υπογράφει το θέατρο, θα υπάρχουν και πολλές φιλοξενίες. Κάποιες από αυτές αν με ρωτήσετε κατ’ ιδίαν, να σας πω ότι δεν τις γουστάρω, αλλά πρέπει να ανοίξουμε το θέατρο, πρέπει να επιβιώσει και πρέπει να δουλέψουν και κάποιοι άνθρωποι.
Και στο τέλος της ημέρας γιατί πρέπει να είναι απόλυτα το δικό μου κριτήριο, να είναι και το δικό μου, αλλά να είναι κι άλλα, να υπάρχει πλουραλισμός. Τις αποτυχίες όμως θα τις αποφασίσει το κοινό, κανένας άλλος.
Πάμε σε κάτι διαφορετικό. Είστε ένα βαθιά πολιτικοποιημένο άτομο, πώς κρίνετε τις εξελίξεις στο κυπριακό;
Υπάρχει μια λέξη που λέγεται λύση, την οποία κάποιοι επιθυμούν και κάποιοι όχι. Η λέξη από μόνη της ως ετοιμολογία, έχει ένα θετικό πρόσημο. Πίσω από το θετικό πρόσημο που έχει η λέξη, δημιουργήθηκαν αυτές οι δύο φιλοσοφίες.
Όσοι την θέλουν, επιδιώκουν μια θετική εξέλιξη των πραγμάτων και όσοι την απορρίπτουν, θέλουν την αρνητική εξέλιξη. Από τη στιγμή που η λέξη λύση από μόνη της έχει θετικό πρόσημο, αν δεν έχει θετικό πρόσημο ή θετικό περιεχόμενο το αποτέλεσμα αυτής της διαδικασίας, τότε δεν θα είναι λύση.
Προτιμώ λοιπόν να μην ονομάζω το αποτέλεσμα που ίσως να έχουμε αύριο ως λύση, γιατί ακόμη δεν το είδα, είναι ένα deal, μια συμφωνία, η οποία είτε θα είναι λύση είτε δια-λυση.
Εγώ δεν είμαι πολιτικός, είμαι ένας πολίτης και ο πολίτης πολιτεύεται για τη ψυχή του, ο πολιτικός πολιτεύεται και πληρώνεται.
Βιώνουμε μια νέα τάξη πραγμάτων σε όλα τα επίπεδα. Ποιος ο ρόλος της τέχνης σε όλο αυτό;
Η νέα τάξη πραγμάτων ανά το παγκόσμιο ή καλύτερα το χρηματοπιστωτικό σύστημα, έχει δείξει τα δόντια και τις προθέσεις του και δεν δείχνει διατεθειμένο να εγκαταλείψει σύντομα.
Η τέχνη ενώνει κόσμο, από τη στιγμή που κρατά την ταυτότητα της. Αν η τέχνη ξεκινήσει να υπηρετεί πολιτικούς στόχους, μετατρέποντας τον εαυτό της σε απλά συνθήματα ή καλές προθέσεις, παύει να είναι τέχνη και γίνεται κάτι άλλο. Και δεν αφορά μόνο την πολιτική, αλλά και την κοινωνία.
Ότι και να θέλω να θίξω εάν δεν το κάνω με περίτεχνο τρόπο, τότε δεν είναι τέχνη, αλλά μια απλή παράθεση γεγονότων. Είναι ένα ατάλαντο αποτέλεσμα μια σειράς καλών μου προθέσεων. Στις έντονες πολιτικές περιόδους όλων των εθνών υπήρξαν αριστουργήματα πολιτικά, υπήρξαν όμως και πατάτες.
Είναι άλλο μια τέχνη να υπηρετήσει την πολιτική ή τις ανάγκες ενός λαού και άλλο να πουλήσει τον εαυτό της σε ένα πολιτικό κόμμα ή σε ένα πολιτικό σύνθημα.
Να κλείσουμε με το εορταστικό πρόγραμμα των Χριστουγέννων
Έχουμε ετοιμάσει ένα αρκετά πλούσιο πρόγραμμα στο πλαίσιο που μας επέτρεπαν και τα χρονοδιαγράμματα που είχαμε. Για τον Δεκέμβριο έχουμε αρκετό μπαλέτο, για όσους αγαπούν αυτή την τέχνη. Στις 7 – 8 Δεκεμβρίου φιλοξενούμε τον «Καρυοθραύστη» με σολίστ από το Μαρίνσκι της Αγίας Πετρούπολης. Ακολουθεί ο «Ρωμαίος και η Ιουλίετα», και η «Σταχτοπούτα» με διπλές παραστάσεις από το Βασιλικό μπαλέτο της Μόσχας.
Επίσης θα έχουμε και τη χριστουγεννιάτικη παράσταση από τη «Διάσταση», μια πολύ ενδιαφέρουσα συναυλία από τη βυζαντινή χορωδία της Ιεράς Μητρόπολης Λεμεσού «Ρωμανός Μελωδός», έχουμε παραδοσιακή ορχήστρα και κάλαντα από όλη την Ελλάδα.
Τέλος θα έχουμε την καθιερωμένη συναυλία της φιλαρμονικής του Δήμου στις 30 Δεκεμβρίου, ενώ παράλληλα σχεδιάζουμε και κάποιες παραστάσεις για την εβδομάδα μεταξύ Χριστουγέννων και Πρωτοχρονιάς.