Έχει περάσει από διάφορα είδη φωτογραφικού ρεπορτάζ, ενώ στα 28 του ήταν πολεμικός ανταποκριτής στη Βοσνία. Έχει συνεργαστεί με πολλά έντυπα στην Ελλάδα και με τα σημαντικότερα πρακτορεία στο εξωτερικό. Σήμερα είναι, μεταξύ άλλων, συνεργάτης του περιοδικού National Geographic για την Ελλάδα και την Κύπρο. Ο Χατζησταύρου συστήνεται μέσα από τις φωτογραφίες του και περιγράφει συμβάντα απ’ την επαγγελματική του πορεία.
 
Πώς αποφάσισες να μετακομίσεις στην Κύπρο;
 
Έχω πατέρα Κύπριο, απ’ την Αμμόχωστο και μάνα Μανιάτισσα. Παρόλο που γεννήθηκα και μεγάλωσα στην Ελλάδα, ερχόμουν, σποραδικά, στην Κύπρο μικρός. Πρόσφατα αποφασίσαμε με την γυναίκα μου να μετακομίσουμε εδώ γιατί θεωρήσαμε πως το παιδί μας θα μεγάλωνε σε καλύτερες συνθήκες παρά στην Αθήνα. Θέλαμε ένα πιο ανθρώπινο περιβάλλον και είπαμε να δοκιμάσουμε. Λόγω του ότι είμαι συνεργάτης-φωτογράφος, μεταξύ άλλων, και για το περιοδικό National Geographic, είπα να δω αν δουλεύει να ‘χω ως βάση μου την Κύπρο.
 
Εκτός απ’ το National Geographic έχεις συνεργαστεί με διάφορα έντυπα και πρακτορεία…
 
Ως freelancer φωτογράφος ναι, είχα και έχω την τύχη να διατηρώ πολλαπλές επαφές. Στην Ελλάδα είχα συνεργαστεί με πολλά έντυπα. Μεταξύ άλλων το «BHmagazino», το «Κ» της Καθημερινής, το «Έψιλον», το «Symbol», το «Crash» κ.ά. Είχα συνεργασία και με αρκετά πρακτορεία στο εξωτερικό και φωτογραφίες μου έχουν δημοσιευτεί στους «Times», το «Newsweek» και πολλά άλλα.
 
Ποια ήταν η πρώτη αποστολή που είχες ερχόμενος εδώ;
 
Η κρίση και τα γεγονότα μετά το Eurogroup, τον Μάρτιο του ’13. Ήρθα τρέχοντας, βράδυ, και -θα γελάσεις- ήρθα ντυμένος, και γενικότερα προετοιμασμένος, με… βαρύ εξοπλισμό. Ξέροντας πως οι τράπεζες θα παρέμειναν κλειστές, ανέμενα, όπως όλοι οι ανταποκριτές, επεισόδια και φασαρίες. Όλα αυτά που είχαν προηγηθεί στην Ελλάδα και στην Ευρώπη τα περασμένα χρόνια. Είχα κουβαλήσει μαζί μου κράνος, ασφυξιογόνα μάσκα, απ’ όλα… Είχα στο μυαλό την εικόνα της Ελλάδας, όπου για να κατεβείς να φωτογραφήσεις σε τέτοιες περιπτώσεις, δεν γίνεται να μην φοράς, για παράδειγμα, βαρύ μπουφάν γιατί, πολύ απλά, είσαι… στόχος.

Name

Μάλλον ο εξοπλισμός, πέραν της φωτογραφικής σου μηχανής, δεν θα σου χρειάστηκε…
 
Όχι και θα σου πω και την κατάσταση που επικρατούσε γενικότερα. Καθόμουν που λες σε μια γωνιά, ένα πεζούλι έξω απ’ την Βουλή των Αντιπροσώπων, μαζί με τον Γιάννη Μπεχράκη του Reuters κι άλλους συναδέλφους από διεθνή πρακτορεία και… γελούσαμε.  Ο λόγος ήταν πως δεν αργήσαμε καθόλου να καταλάβουμε πως εδώ στην Κύπρο είστε όλοι… κουμπάροι. Να σου δώσω παράδειγμα. Μπροστά μας ήταν ένας αστυνομικός που μετακινούσε το κιγκλίδωμα για να κόψει την κυκλοφορία και να προετοιμάσει το έδαφος για τις διαδηλώσεις που θα πραγματοποιούνταν έξω απ’ τη Βουλή. Ακουμπάει που λες, κατά λάθος, μια διαδηλώτρια και κατακόκκινος της ζητάει αμέσως «Συγνώμη» κι αυτή του λέει, «Μια χαρά». Στην Ελλάδα δεν θα έβλεπες ποτέ αυτό το σκηνικό γιατί πολύ απλά δεν θα υπήρχε διαδηλώτρια εκεί. Πιθανότατα να ήταν στο νοσοκομείο με σπασμένο κεφάλι αν βρισκόταν τόσο κοντά στο κιγκλίδωμα. Γενικότερα κανείς μας δεν περίμενε αυτό που εξελίχθηκε. Αντιληφθήκαμε πως ο Κύπριος δεν έχει εμπειρία σε αντιπαλότητες…

Name

Κι αυτό είναι κακό;
 
Δεν είναι κακό αλλά απ’ την άλλη, δες, δεν είναι σε εγρήγορση ο Κύπριος. Δείχνει ένα επίπεδο κοινωνικό αλλά δεν συμφέρει στα δύσκολα αυτή η στάση. Είναι φορές που, στα δύσκολα, πρέπει να αντιδράς. Εκείνες τις μέρες ήμουν παράλληλα σε αποστολή από την Ελευθεροτυπία και την Athens Voice. Το θέμα μου ήταν η κρίση, οι αντιπαλότητες και οι διαφορετικές προσεγγίσεις. Πώς δηλαδή αντιμετωπίζεται η κρίση στη Λευκωσία, πως στη Λεμεσό και ούτω καθεξής. Είχα καλύψει φωτογραφικά το τι συνέβαινε στις τράπεζες, τα κοινωνικά παντοπωλεία, τη συναυλία αλληλεγγύης που είχε πραγματοποιηθεί… Στιγμιότυπα ανθρώπινα. Γενικότερα επιδιώκω να προσεγγίζω το θέμα μου με την φιλοσοφία του ντοκουμέντου. Μπαίνω στη διαδικασία να εντοπίσω τα στοιχεία αυτά που θα αντέξουν στον χρόνο. Γιατί ότι κάνουμε σήμερα, είναι το ντοκουμέντο του αύριο, θέλουμε δεν θέλουμε.
 
Μ’ αυτό το σκεπτικό καταπιάστηκες και στο νέο σου βιβλίο…
 
Ναι και επιπλέον στην ταινία που σκηνοθετώ, με θέμα τους άστεγους στην Ελλάδα και η οποία βρίσκεται αυτή τη στιγμή στα μισά του post production. Αυτή είναι χωρισμένη σε δύο μέρη, οι άστεγοι πριν από τρία χρόνια και οι ίδιοι άστεγοι σήμερα. Έχω εξειδικευτεί σ’ αυτό το κομμάτι, στην φωτογραφία δρόμου δηλαδή, και η εμπλοκή μου σε Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις έχει βοηθήσει πολύ. Σχετικά με το βιβλίο που κυκλοφορεί, έχει εκδοθεί από την Νομαρχία Αττικής και αφορά στα ναρκωτικά. Φιλοξενεί πολύ σκληρές και επιθετικές εικόνες, κάτι που επιδίωξα γιατί πιστεύω πως ότι λέγεται ή γράφεται για τα ναρκωτικά συνήθως λειτουργεί σαν διαφήμιση. Δεν ήθελα κι η δουλειά η δική μου να λειτουργήσει έτσι. 

Name

Τι εννοείς «σαν διαφήμιση»;
 
Κοίτα, όταν έχεις ένα έφηβο που φλερτάρει με την ιδέα των ναρκωτικών και του λες «μη», σαν να ‘σαι η μάνα του, και το ίδιο του λέει και η εκκλησία και η κυβέρνηση και όλοι, αυτός ακούει «Κάν’ το, είναι επανάσταση». Ασχολήθηκα για έξι ολόκληρους μήνες με το πρότζεκτ αυτό. Ήμουν καθημερινά στα στέκια των ναρκομανών, απέκτησα την εμπιστοσύνη τους και τους φωτογράφιζα με την άδειά τους. Έβγαλα πολύ σκληρές εικόνες χρήσης, της πραγματικότητας ακριβώς όπως είναι. Ο λόγος που λειτούργησα έτσι είναι γιατί ήθελα να δείξω πως ο χρήστης δεν αφορά στο ειδυλλιακό «Έλα μωρέ, χάθηκα». Δεν κάνει καμία επανάσταση. Δεν έχει κάτι χειρότερο απ’ την χρήση. Το επόμενο είναι ο θάνατος, που πολλές φορές γι’ αυτούς μπορεί να ‘ναι και λυτρωτικός. Και μέχρι να ‘ρθει ο θάνατος καταστρέφονται οικογένειες, μία ολόκληρη δομή… Αυτοί που είναι τώρα στην χρήση, αν θα σωθούνε, εξαρτάται απ’ τους ίδιους, την οικογένειά τους, τα κέντρα στήριξης, τον ίδιο τον Θεό. Πρόκειται επί το πλείστο για ευαίσθητα παιδιά. Για «επαναστάτες» που την έχουν πατήσει. Σκοπός μου δεν ήταν να σοκάρω μέσα από τις εικόνες αλλά να δείξω την πραγματικότητα σ’ αυτούς που φλερτάρουν με την κατάσταση. Το βιβλίο αυτό δεν βρίσκεται στα κυπριακά βιβλιοπωλεία, όποιος θέλει όμως μπορεί να επικοινωνήσει απευθείας μαζί μου για να το προμηθευτεί.
 
Είναι ψυχοφθόρα η διαδικασία της καταγραφής τέτοιων καταστάσεων;
 
Είναι σίγουρα μεγάλη κουβέντα να προσεγγίσεις ευάλωτες ομάδες. Όμως, η φωτογραφία ως Τέχνη, είναι θεραπευτική. Για να κάνεις το λεγόμενο «street working » χρειάζεται πειθαρχία και εκπαίδευση. Μαθαίνεις πώς να έρθεις σε επαφή με τον στόχο σου κι αυτό σημαίνει να μην τον προσεγγίζεις ποτέ αφ’ υψηλού αλλά να είσαι δίπλα του. Να γνωρίζεις καλά το αντικείμενό σου και να προετοιμάζεσαι κατάλληλα. Αν είναι να βγεις να φωτογραφίσεις ναρκομανείς, πρέπει να φορέσεις το τζιν σου και να πάρεις μαζί σου σύριγγες, για παράδειγμα. Αν το αντικείμενο είναι οι άστεγοι, πρέπει να κουβαλήσεις μαζί σου φαγητό και κουβέρτες. Η ματιά του φωτογράφου πρέπει να είναι στο ίδιο επίπεδο με τον άνθρωπο που θα φωτογραφίσει, γιατί τους ανθρώπους πρέπει να τους κοιτάμε από ψηλά μόνο άμα είναι να τους δώσουμε το χέρι για να τους σηκώσουμε από κάτω.
 
Έχεις κάνει κι ένα πρότζεκτ στη νεκρή ζώνη αν δεν κάνω λάθος.
 
Στην Κύπρο ερχόμουνα σποραδικά όταν ήμουν μικρός αλλά, ως ενήλικας πια, ξαναπερπάτησα την Λευκωσία και κοιτούσα να δω τι με ενδιαφέρει. Όταν είδα τα βαρέλια στην Πράσινη Γραμμή, η εικόνα με άγγιξε. Ήθελα να περάσω απέναντι. Έστειλε λοιπόν επιστολή το National Geographic στην UNFICYP και μου έδωσαν άδεια να μπω μέσα να φωτογραφήσω.

Name

Πώς ήταν η εμπειρία;
 
Είναι κάπως δύσκολο, και αποτελεί πρόκληση, να δουλεύεις με την UNFICYP. Υπάρχουν αυστηροί κανονισμοί. Δεν κοιτάμε αριστερά, δεν κοιτάμε δεξιά, δεν αγγίζουμε πουθενά… Δεν θέλουν να δημιουργούνται προβλήματα. Παρόλα αυτά έχω πλούσιο φωτογραφικό υλικό απ’ την Νεκρή Ζώνη. Αυτό που σκέφτομαι είναι πως θα ‘ταν όμορφο να δημιουργηθεί εκεί στα βαρέλια μια πλατφόρμα και εκεί να φιλοξενούνται φωτογραφίες που να απεικονίζουν τι βρίσκεται πίσω απ’ τα βαρέλια, μαζί και ιστορικές αναφορές. Δεν το προσεγγίζω σαν καταγγελία, «ο κακός ο Αττίλας», αυτά θα τα κρίνει η Ιστορία. Το βλέπω περισσότερο συναισθηματικά. Κάνω κάποια διαβήματα αυτή τη στιγμή και ελπίζω να ενδιαφερθεί κάποια αρμόδια υπηρεσία.
 
Τι φωτογράφισες στη Νεκρή Ζώνη;
 
Υπάρχουν τόσα πολλά σημεία που παρουσιάζουν εξαιρετικό ενδιαφέρον. Το σημαντικότερο είναι που τα Ηνωμένα Έθνη τα διατηρούν όλα σε άριστη κατάσταση. Έχει κάπου για παράδειγμα τοποθετημένο ένα παιγνίδι, ένα μπλε τρακτέρ. Μου εξήγησαν ότι εκεί ακριβώς υπήρχε ένα αληθινό μπλε τρακτέρ, το πήρε κάποια στιγμή μετά το ’74 ο κάτοχός του και στην θέση του βάλανε ένα παιγνίδι. Σ’ ένα άλλο σημείο, μέσα σ’ ένα γκρεμισμένο κτίριο, πάνω σ’ ένα ράφι, είναι τοποθετημένες πολλές μπάλες, απ’ αυτές που παίζουν τα παιδιά. Είναι μπάλες που ξέφυγαν, μετά την εισβολή, απ’ τα παιδάκια που ζουν στα κατεχόμενα και κατέληγαν στην Νεκρή Ζώνη. Λόγω του ότι απαγορεύεται να επιστρέψεις την μπάλα, τις κρατήσανε εκεί, σε ένα ράφι… Σ’ ένα άλλο κτίριο είναι στοιβαγμένες εφημερίδες απ’ το 1974, τις οποίες και πάλι δεν ακουμπάνε αφού αποτελούν ιστορικό υλικό. Οι επιγραφές των καταστημάτων παρουσιάζουν επίσης ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον και όλα αυτά συντηρούνται με την βοήθεια και των δύο πλευρών.
 
Τελικά φιλοξενήθηκε αυτό το ρεπορτάζ στο National Geographic;
 
Όχι κι ο λόγος είναι ότι αποφάσισαν πως δεν τους ενδιαφέρει εν τέλει η Νεκρή Ζώνη. Το είχαμε συζητήσει πολύ και είναι κάτι που πρέπει να αντιληφθούμε κι εδώ στην Κύπρο, πως η Κύπρος αφορά μόνο τους Κύπριους. Ξέρεις τι μου είπαν; «Ποιος ενδιαφέρεται για μια κατάσταση η οποία παραμένει η ίδια τόσα χρόνια;». Μόνο αν έχουμε κάτι αντίστοιχο του Βερολίνου του ’89 θα τους ενδιέφερε ή αν ανοίξει το Βαρώσι, μου είπαν. Είναι καλό κάποια στιγμή να εξετάσουμε τον τρόπο με τον οποίο μας χειρίζονται τα media στο εξωτερικό.
 
Από κυπριακή ειδησεογραφία, τι «πουλάει» αυτή τη στιγμή στο εξωτερικό;
 
Το μόνο που πουλάει αυτή τη στιγμή είναι η κρίση και το θέμα ενέργεια. Η κρίση, όταν ήταν breaking news δεν τους έδωσε αυτό που ιδανικά θα ήθελαν. Ήμαστε καλά παιδιά εδώ στην Κύπρο. Τα ενεργειακά θέματα όμως τους αφορούν, παρακολουθούν στενά τις εξελίξεις. Προσωπικά πήρα ειδική άδεια και πήγα στο Βασιλικό αλλά δεν μου δόθηκε άδεια από τους αρμόδιους εδώ για να βγω στην πλατφόρμα. Είχα λογομαχήσει μάλιστα με τον υπεύθυνο ασφαλείας εκεί και του εξήγησα πως αν το National Geographic ή οι Times ενδιαφερθούν για τις φωτογραφίες θα πρέπει να μου δώσει την άδεια. Το μόνο που άκουγα ήταν «Όχι» και σκέψου πως ήμουν μόνο στην διαδικασία του ρεπεράζ, δηλαδή θα έβγαζα απλά κάποιες ενδεικτικές φωτογραφίες για να μου πουν αν ενδιαφέρονται.
 
Στην Κύπρο υπάρχει γενικότερα μια εσωστρέφεια. Κρύβονται τα πάντα κάτω από ένα χαλί και δεν τα ακουμπάμε, μην αλλάξουμε κάτι. Εκτός από ‘εσωστρέφεια’ θα το χαρακτήριζα και ‘βαρεμάρα’ όλο αυτό. Γιατί, αν θες να προχωρήσεις παρακάτω, πρέπει και να δουλέψεις λιγάκι περισσότερο. Δεν αλλάζουν τα πράγματα με μια σφραγίδα που μετακινείται δεξιά κι αριστερά.
 
Όσον αφορά στο πολιτικό ρεπορτάζ τι ήταν αυτό που σου τράβηξε την προσοχή;
 
Η… αγάπη που υπάρχει. Όταν ήρθα πήγαινα παντού. Όπου συμβούλιο και επιτροπή ήμουνα εκεί. Κι οι επιτροπές… αγαπιούνται. Έτσι είναι παντού. Και στην Ελλάδα το έχω εντοπίσει. Είχα ασχοληθεί με πολιτική επικοινωνία και ήμουνα ο φωτογράφος του Βενιζέλου στην προεκλογική του καμπάνια. Και στην καμπάνια του Καμίνη επίσης. Οι πολιτικοί είναι φίλοι. Σ’ όλες τις χώρες. Κι αν κάποια στιγμή αποφάσιζαν να γίνουν αυτοί που δηλώνουν ότι είναι, πολλοί απ’ αυτούς θα βρίσκονταν στην φυλακή. Δεν ξέρει ο Σαμαράς τι κάνει ο Βενιζέλος ή το ανάποδο; Εδώ δεν ξέρουν, απ’ τους διαύλους που ‘χει το κάθε κόμμα, τι κάνει το άλλο; Κι εδώ μαγειρεύονται τα πράγματα, όπως και στην Ελλάδα. Αυτό έχω παρατηρήσει. Όταν το ‘ψαξα στο πολιτικό, μια όμορφη κουβέντα που είχα, με προσγείωσε ανώμαλα. Είχα συναντηθεί με τον Πατρίκ, που είναι υπεύθυνος του Γαλλικού Πρακτορείου Ειδήσεων εδώ στην Κύπρο. Αυτός ήξερε τη δουλειά μου και η πρώτη του ερώτηση ήταν τι κάνω εδώ κι αν έχω συνταξιοδοτηθεί. Μούδιασα. Δεν γίνεται η Κύπρος να είναι το μέρος που οι επαγγελματίες καταφεύγουν όταν συνταξιοδοτηθούν… Κι όμως, πολλές φορές η κατάσταση εδώ θυμίζει την Ημέρα της Μαρμότας. Δεν γίνεται όμως… κάποια στιγμή αυτό πρέπει να μας ταρακουνήσει δημιουργικά.
 
Δεν υπάρχει δηλαδή ντοκουμενταρίστικη φωτογραφία στην Κύπρο;
 
Μα αφού οι καλύτεροί σας φωτογράφοι όσον αφορά σ’ αυτόν τον τομέα δεν ζουν καν εδώ. Απ’ τον Αλέξανδρο Δημητριάδη στον Τζορτζ Γεωργίου και μια ολόκληρη λίστα σπουδαίων, κυπριακής καταγωγής φωτογράφων, κανείς δεν μένει εδώ. Έρχονται για κανένα ρεπεράζ και συνεχίζουν παρακάτω. Στην Κύπρο δεν ανοίγουν εύκολα οι πόρτες για να μπορούν να κάνεις ντοκουμενταρίστικη φωτογραφία. Προσωπικά έχω κάνει διάφορες προτάσεις απ’ τον Μάιο κι έχουμε φτάσει Οκτώβριο κι απαντήσεις δεν έχω. Ούτε αρνητικές, ούτε θετικές.
 
Πάνω σε τι δουλεύεις αυτή τη στιγμή;
 
Επιδιώκω με την βοήθεια και την σύμπραξη της Διερευνητικής Επιτροπής Αγνοουμένων να ολοκληρώσω ένα πρότζεκτ που έχω κατά νου. Η ΔΕΑ απαρτίζεται από έναν Ε/κ, μία Τ/κ και ένα εκπροσωπο των Ηνωμένων Εθνών. Περιμένω απάντηση και ελπίζω να μου δοθεί πρόσβαση στα σημεία που γίνεται διερεύνηση ή εκταφές. Έχω στο μυαλό εικαστικές φωτογραφίες. Θέλω να παρουσιάσω την διαδικασία οπτικά, να γίνει η εικόνα-αναφορά, να μην ξεχαστούν αυτοί οι άνθρωποι. Ξέρεις, γίνονται οι κηδείες των αγνοουμένων, θάβονται οι άνθρωποι, και μετά, εκτός απ’ την οικογένειά τους, για τους υπόλοιπους η ιστορία ξεχνιέται. Τα οστά δεν είναι απρόσωπα. Ο άνθρωπος αυτός δεν είναι απλά μια φωτογραφία πάνω σ’ ένα τάφο. Δεν με αφορά να κάνω πολιτική καταγγελία, το ξαναλέω. Ποιος σκότωσε ποιον και γιατί είναι δουλειά άλλων ανθρώπων. Με ενδιαφέρει η ιστορία του αγνοούμενου. Βρέθηκα πρόσφατα σε μια κηδεία, άκουσα και τους επικήδειους των πολιτικών, αλλά δεν έμαθα τίποτα γι’ αυτόν τον άνθρωπο. Δεν δούλευε; Δεν ερωτεύτηκε; Ποιος ήταν; Γι’ αυτό το πρότζεκτ περιμένω απάντηση. Θέλω να φωτογραφίσω την διαδικασία, τον εκσκαφέα, τον τσοπάνη που δίνει πληροφορίες. Θέλω να καταγράψω ιστορίες.
 
Έχεις κάνει και πολεμική φωτογραφία έτσι;
 
Ναι, όταν ήμουν μικρότερος. Ήμουν στην Βοσνία για πολλούς μήνες… Με σταματήσανε απ’ το Πρακτορείο γιατί θεώρησαν ότι κινδύνευα… Είχα μια τρέλα μικρός. Γινόταν πανικός και έτρεχα να βγάλω φωτογραφίες. Ήμουν μόνο 28 χρονών και είχα ήδη ακούσει πολλά «ζιπ».

vosnia

Τι είναι τα «ζιπ»;
 
Οι πολεμικοί ανταποκριτές κι οι φωτογράφοι στην εμπόλεμη ζώνη, «ζιπ» αποκαλούν τον ήχο της σφαίρας που περνάει πολύ κοντά απ’ τα αυτιά σου. Ένα ήχο πολύ γρήγορο. Σ’ ένα χαράκωμα στην Βοσνία κάποιος μου είπε «Την σφαίρα που γράφει το όνομά σου δεν την ακούς. Την παίρνεις μαζί σου». Τότε έστελνα πολύ υλικό σε Γερμανικά, Γαλλικά και Ελληνικά πρακτορεία. Δεν θα σου πω πως δεν φοβόμουν εκεί, θα ήταν ψέματα, αλλά πάντα πίστευα πως όσο προσεκτικός και να ‘σαι άμα το λαδάκι στο καντήλι σου τελειώσει, τελείωσες. Ακόμα και σήμερα, οικογενειάρχης πια, όταν κοιτάζω τις φωτογραφίες των συναδέλφων μου απ’ την εμπόλεμη ζώνη στον υπολογιστή, νιώθω ένα σφίξιμο στην καρδιά.  
 
Θα το ξανάκανες;
 
Σαν τρελός. Δεν ξέρω αν θα ‘θελα να ήμουν στην πρώτη γραμμή, στα breaking news δηλαδή, αλλά ναι, θα ‘θελα να ήμουν στην Συρία τώρα.
 
Απ’ την εμπειρία σου στην Βοσνία, μπορείς να πεις ότι φωτογραφικά είχε αποτυπωθεί ‘δίκαια’ η κατάσταση που επικρατούσε;
 
Κοίτα, εκεί όλα τα πρακτορεία ήταν υπέρ των μουσουλμάνων. Ο κακός γι’ αυτούς ήταν ο Σέρβος. Πέρασε καιρός για να αποκαλυφθεί, για παράδειγμα, πως η οβίδα που έπεσε στην αγορά στο Σαράγεβο και σκότωσε τόσους μουσουλμάνους σε μουσουλμανικό τομέα, είχε φύγει απ’ τους ίδιους τους μουσουλμάνους και όχι απ’ τους Σέρβους… Θυμάμαι χαρακτηριστικά ένα πολύ ήσυχο βράδυ στο Σαράγεβο, μόνο κάτι πυροβολισμοί ακούγονταν. Την επομένη φτάνω στο αρχηγείο των Σέρβων για την καθημερινή μου ενημέρωση. Βρίσκω τους αξιωματικούς εκεί, έξαλλους. Με ρωτούν «Κοιμήθηκες καλά χτες το βράδυ;», τους λέω «Σαν πουλάκι», «Κοίτα τι λέει η τηλεόραση! Πως χθες το βράδυ κάναμε επέλαση και μετράνε τώρα πόσους νεκρούς!». Είχα ζήσει με τους Τσέτνικ για ένα μήνα περίπου. Βρέθηκα και μ’ έναν απ’ τους αρχηγούς τους στο αυτοκίνητο, αυτό που είχε κλαπεί απ’ τον σκηνοθέτη τον Εμίρ  Κουστουρίτσα , σ’ αυτό που είχαν βάλει πάνω μια νεκροκεφαλή. Έβγαζα φωτογραφίες συνεχώς…

Name

Φοβήθηκες ποτέ;
 
Θα ήταν μεγάλο ψέμα να σου πω πως δεν φοβήθηκα. Βέβαια φοβήθηκα. Αλλά αυτό περνάει, χάνεται, ξεχνιέσαι. Ήθελα να είμαι μες στην καρδιά των γεγονότων. Να τα καταγράφω με τρόπο αφηγηματικό, λέγοντας την δική μου εκδοχή. Δεν πιστεύω ότι υπάρχει αντικειμενική φωτογραφία. Αν σ’ αρέσει κάτι θα το δεις θετικά, αν όχι, θα το καταγράψεις αρνητικά. Υπάρχουν φορές που μπορεί να καταφέρεις να φωτογραφίσεις σκουπιδάκι στον παράδεισο γιατί πολύ απλά εκείνο βλέπεις.
 
Γιατί επέλεξες την φωτογραφία ως μέσο έκφρασης;
 
Ήμουν πάντα περίεργος και παρατηρητικός. Δεν θα είχα την υπομονή να γίνω ζωγράφος ή ποιητής. Ζούσα και μ’ άρεσε το «Τώρα!». Είχε φωτιά κι ήθελα να δω την φωτιά. Η φωτογραφία ήταν επακόλουθο. Στην αρχή, στα πρώτα μου ψαξίματα, είχα κάνει και πολύ lifestyle, γυμνό, μόδα. Δούλεψα για το «Maxim», το «Playboy», την «Diva». Ήτανε και κάπως μόδα να ασχολείσαι μ’ αυτά στην Ελλάδα τότε. Μεγαλωμένος όμως σε μια ευαισθητοποιημένη οικογένεια που ασχολιόταν με τα κοινά, άλλαξα γρήγορα πορεία. Μέσα απ’ τη φωτογραφία νιώθω ότι παρέτεινα την εφηβεία μου. Νιώθω ακόμη έφηβος, μ’ ένα ρομαντικό τρόπο. Δεν ξέρω αν θα μπορέσω να δώσω ποτέ απάντηση στην κόρη μου «Γιατί ο κόσμος είναι έτσι;» αλλά προσπάθησα και θα συνεχίσω να προσπαθώ να αποτυπώνω, μέσα απ’ την δική μου ματιά, τα γεγονότα της κάθε περιόδου και ίσως έτσι, καταφέρω κάτι.