Εισηγήσεις εμπειρογνωμόνων για τα αξιόγραφα των τραπεζών - ΕΞΙΣΩΣΑΝ τα ΜΑΕΚ με τις μετοχές!

Η προσπάθεια των τραπεζών γι' ανακεφαλαιοποίηση, κύρια και ίσως μοναδική αιτία του προβλήματος

Το θέμα των αξιογράφων (ΜΑΕΚ) που εξέδωσαν οι τράπεζες Κύπρου και Λαϊκή εξακολουθεί να αποτελεί μέγα θέμα για τις πέραν των 15 χιλιάδων κατόχων, οι οποίοι θεωρούν ότι έχουν παραπλανηθεί, με αποτέλεσμα να εγκυμονείται κίνδυνος να χάσουν κεφάλαια, ενώ ανέμεναν ότι θα κέρδιζαν από την επένδυσή τους αυτή.

Οι κάτοχοι τραπεζικών αξιογράφων εξακολουθούν να συζητούν τρόπους διευθέτησης των προβλημάτων που προέκυψαν μετά τις αλλαγές στους όρους έκδοσης και τη μη πληρωμή τόκων, όπως ανέμεναν, στις 30 Ιουνίου. Αρκετοί μάλιστα από αυτούς έχουν προσφύγει στη δικαιοσύνη, ζητώντας αποζημιώσεις για τις απώλειες.

Την περασμένη Κυριακή είχαμε δημοσιεύσει τις απόψεις εμπειρογνωμόνων και τεχνοκρατών, οι οποίοι πρότειναν λύση για τα 810 εκατομμύρια ευρώ από τα 1420 εκατομμύρια, που αποτελούν το σύνολο της αξίας των αξιογράφων τα οποία κατέχουν επενδυτές, ιδιώτες και θεσμικοί. Σήμερα δημοσιεύουμε τις εισηγήσεις των ιδίων, για λύση του προβλήματος και για τα υπόλοιπα 610 εκατομμύρια.

Συνοπτικά μας ελέχθη πως οι εμπλεκόμενοι στο ζήτημα έχουν ενεργήσει παράνομα και σε βάρος των δικαιωμάτων των κατόχων ΜΑΕΚ, αφού με όσα έγιναν τα αξιόγραφα εξισώθηκαν με τις μετοχές, προϊόν σαφώς υποδεέστερο από τα ΜΑΕΚ. Εμπλεκόμενοι στην παρούσα περίπτωση είναι η Κεντρική Τράπεζα, οι εμπιστευματοδόχοι, οι Ανεξάρτητοι Επαγγελματίες Σύμβουλοι, καθώς επίσης και εξ αντικειμένου η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και φυσικά οι εκδότριες τράπεζες. Ο απώτερος σκοπός των τραπεζών είναι προφανής: Να διαφυλάξουν τα συμφέροντά τους.

Μας ελέχθη, επίσης, ότι όσα διαδραματίσθηκαν πριν από τις 30 Ιουνίου, ημερομηνία κατά την οποία οι κυπριακές τράπεζες έπρεπε να βρουν τεράστια ποσά για να ανεβάσουν τα βασικά ίδιά τους κεφάλαια (Core Τier 1) στο 9%, σύμφωνα με τις εισηγήσεις της Ευρωπαϊκής Τραπεζικής Αρχής, έγιναν ακριβώς γι' αυτόν τον λόγο: Την ανακεφαλαιοποίηση.

Τα γεγονότα

Όπως μας εξηγήθηκε, ο αριθμός 610 είναι το άθροισμα τριών εκδόσεων: Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου κεφαλαίου (ΜΑΕΚ) της Τράπεζας Κύπρου 430 εκατομμύρια, ΜΑΕΚ της Λαϊκής 65 εκατομμύρια, και άλλα αξιόγραφα της Λαϊκής 115 εκατομμύρια. Τα τελευταία διευθετήθηκαν τον περασμένο Μάιο με δικαίωμα επιλογής των κατόχων τους κι έτσι θεωρείται ότι γι’ αυτά δεν υπάρχει πρόβλημα. Αφαιρουμένων των 115 εκατομμυρίων, παραμένουν σε εκκρεμότητα συνολικά 495 εκατομμύρια.

Ιστορικά περιγράφοντας τα γεγονότα, μας ελέχθη ότι τα αξιόγραφα αυτά εκδόθηκαν από μεν την Τράπεζα Κύπρου στις 5 Απριλίου 2011, από δε τη Λαϊκή στις 19 Μαΐου 2011. Στις 8 Δεκεμβρίου 2011 η Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή (ΕΒΑ) εξέδωσε έκθεση, στην οποία περιέγραφε τις ανάγκες ανακεφαλαιοποίησης 72 ευρωπαϊκών τραπεζών και προέβαινε σε εισηγήσεις για την κάλυψη των κεφαλαίων που χρειάζονταν. Σύμφωνα με την ΕΒΑ, η Τράπεζα Κύπρου χρειαζόταν 1560 εκατομμύρια για ανακεφαλαιοποίηση, ενώ η Λαϊκή 1971 εκατομμύρια.

Την αμέσως επόμενη μέρα, στις 9 Δεκεμβρίου δηλαδή, η Τράπεζα Κύπρου ανακοίνωσε ότι το ποσόν το οποίο χρειαζόταν για την ανακεφαλαιοποίησή της, ανερχόταν στα 1560 εκατομμύρια ευρώ και ότι θα προχωρούσε σε ενέργειες για εξεύρεση των κεφαλαίων αυτών, σημειώνοντας παράλληλα ότι η ΕΒΑ σκοπεύει να θεωρήσει τα αξιόγραφά της που ανέρχονταν σε 887 εκατομμύρια ως Core Tier 1 (βασικά πρωτοβάθμια κεφάλαια). Η επισήμανση αυτή έχει τη σημασία της μια και τα αξιόγραφα θα μετρούσαν -αν η ΕΒΑ το δεχόταν- στο ποσόν της ανακεφαλαιοποίησης.

Η Τράπεζα Κύπρου προχώρησε μετά την ανακοίνωση της ΕΒΑ σε έκδοση μετοχών, άντλησε όμως μόνον 160 εκατομμύρια, ενώ έπεισε και τους κατόχους ΜΑΕΚ αξίας 432 εκ. να τα μετατρέψουν, εισπράττοντας με τον τρόπο αυτόν 592 εκ. ευρώ. Υπολογίζοντας ότι τα κέρδη της εννιάμηνης περιόδου 1ης Οκτωβρίου 2011 με 30 Ιουνίου 2012 θα ήταν ίσως γύρω στα 313 εκ. ευρώ, η τράπεζα θα έφθανε τα 905 εκατομμύρια, γεγονός που μείωνε τα απαιτούμενα κεφάλαια για ικανοποίηση των εισηγήσεων της ΕΒΑ. Στην ετήσια γενική συνέλευσή της η Τράπεζα ανακοίνωσε ότι χρειαζόταν 200 εκατομμύρια ευρώ.

Λίγες μέρες αργότερα ανακοίνωσε ότι τελικά χρειαζόταν 500 εκατομμύρια, λόγω επιπρόσθετων προνοιών για επισφάλειες, οι οποίες κρίθηκε ότι έπρεπε να αυξηθούν στους λογαριασμούς του Ιουνίου 2012. Με βάση τα πιο πάνω, τα 200 εκατομμύρια που ανακοινώθηκε στην ετήσια γενική συνέλευση, ως το ποσόν το οποίο χρειαζόταν να εξευρεθεί για ικανοποίηση των εισηγήσεων της ΕΒΑ, θα έπρεπε τελικά να είναι 655 εκ. Τα υπόλοιπα 455 εκ. αντιπροσωπεύουν τα ΜΑΕΚ των οποίων οι κάτοχοι επέλεξαν να μη μετατρέψουν.

Διαφοροποίηση των όρων έκδοσης

Για να καλύψουν το κενό τόσο η Τράπεζα Κύπρου όσο και η Λαϊκή προχώρησαν σε διαφοροποίηση των όρων έκδοσης των ΜΑΕΚ να συνάδουν με τις πρόνοιες της ΕΒΑ.Οι τροποποιήσεις αυτές έγιναν με βάση το άρθρο 6γ του Ενημερωτικού δελτίου για την Τράπεζα Κύπρου και με βάση το άρθρο 5.3.7 Δ του Ενημερωτικού Δελτίου της Λαϊκής.

Με βάση τις πρόνοιες των άρθρων αυτών, οι δύο τράπεζες όφειλαν να ειδοποιήσουν τους εμπιστευματοδόχους για τις προτεινόμενες αλλαγές και να διορίσουν και Ανεξάρτητους Επαγγελματίες Συμβούλους (ΑΕΣ), των οποίων η ευθύνη θα ήταν να εκφέρουν άποψη προς τους εμπιστευματοδόχους, αν οι προτεινόμενες αλλαγές διαφοροποιούσαν τους όρους έκδοσης, με αποτέλεσμα αυτοί να γίνονται σημαντικά λιγότερο ευνοϊκοί για τους κατόχους των ΜΑΕΚ. Οι ΑΕΣ βεβαίωσαν τους εμπιστευματοδόχους ότι κάτι τέτοιο δεν θα συνεβαινε. Οι εμπιστευματοδόχοι με τη σειρά τους ενημέρωσαν τις δύο τράπεζες οι οποίες, πάντοτε με βάση τις πρόνοιες των Ενημερωτικών τους Δελτίων, αποτάθηκαν στην Κεντρική Τράπεζα για να εξασφαλίσουν την απαιτούμενη έγκριση πριν προχωρήσουν στις αλλαγές.

Αδιευκρίνιστο ακόμα…


ΠΑΡΑΜΕΝΕΙ αδιευκρίνιστο, δυστυχώς μέχρι και σήμερα, ανέφεραν στην εφημερίδα μας οι εμπειρογνώμονες, αν η Κεντρική Τράπεζα έδωσε ξεκάθαρα την απαιτούμενη έγκριση. Φαίνεται ότι η Κεντρική θεωρεί ότι η συμμόρφωση των προτεινόμενων αλλαγών με τις εισηγήσεις των προνοιών του παραρτήματος 3 της ΕΒΑ της 8/12/2001 αποτελεί και έγκριση εκ μέρους της για να γίνουν οι αλλαγές. Πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι οι προτεινόμενες αλλαγές έχουν εγκριθεί και από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.

Θα πρέπει στο σημείο αυτό να σημειωθεί ότι και οι δυο τράπεζες με ανακοινώσεις τους, η Κύπρου στις 10 Μαΐου και η Λαϊκή στις 31 Μαΐου, λένε, σε δύο μάλιστα περιπτώσεις, ότι οι αλλαγές έγιναν κατόπιν οδηγιών της Κεντρικής Τράπεζας.

Όλα τα πιο πάνω αποτελούν κυρίως τα γεγονότα της όλης υπόθεσης. Κατά την άποψη των συνομιλητών μας, η εφαρμογή των σχετικών άρθρων θα μπορούσε να γίνει είτε για πλήρη εξαγορά των αξιογράφων στην ονομαστική τους αξία είτε γι' αντικατάστασή τους ή διαφοροποίηση των όρων τους μόνον αν θα προέκυπταν αλλαγές ή προτεινόμενες αλλαγές στη νομοθεσία ή τους κανονισμούς της Κυπριακής Δημοκρατίας, οι οποίες θα μπορούσαν να δημιουργήσουν δυσμενείς οικονομικές συνέπειες για τους εκδότες, τις τράπεζες, δηλαδή, σε σχέση με τα ΜΑΕΚ ή αν τα ΜΑΕΚ έπαυαν να κατηγοριοποιούνται ως Tier 1, που ήταν κι ένας από τους βασικούς όρους της έκδοσής τους.

Οι προβληματικές αλλαγές

Η τράπεζα να έχει το απόλυτο δικαίωμα να ακυρώνει την πληρωμή τόκων όποτε επιθυμεί και χωρίς να χρειάζεται να το αιτιολογήσει.

Η τράπεζα να έχει το απόλυτο δικαίωμα να προβαίνει σε διανομή κερδών, να δίνει δηλαδή μέρισμα στους μετόχους, χωρίς να είναι υποχρεωμένη παράλληλα να πληρώνει και τόκους για τα ΜΑΕΚ.

Η τράπεζα να έχει το απόλυτο δικαίωμα να προβαίνει σε αγορά μετοχών της, καθώς και σε εξαγορά (αποπληρωμή) δανειακού κεφαλαίου, χωρίς να είναι υποχρεωμένη να πληρώσει τόκο για τα ΜΑΕΚ και χωρίς να αιτιολογήσει την απόφαση αυτή.

Η Κεντρική Τράπεζα να έχει τη διακριτική ευχέρεια να δώσει οδηγίες στις τράπεζες ανά πάσα στιγμή και όταν το κρίνει αναγκαίο, για ακύρωση της πληρωμής τόκων για ΜΑΕΚ.

Σημειώνεται ότι η τελευταία αλλαγή υπήρχε και προηγουμένως, υπό την προϋπόθεση όμως ότι θα ελαμβάνετο υπόψη η οικονομική κατάστασης μιας τράπεζας την επόμενη τριετία. Τα περί τριετίας διεγράφησαν.

Μη κατάλληλη και μη ορθή

ΚΑΤΑ την άποψή μας, σημείωσαν, κανένα από τα πιο πάνω δεν έγινε για να αιτιολογείται η εφαρμογή των προνοιών των δύο άρθρων. Θεωρούμε, λοιπόν, την εφαρμογή των άρθρων αυτών ως μη κατάλληλη και μη ορθή ενέργεια. Και να θεωρήσει κάποιος ότι οι δύο τράπεζες είχαν το νομικό δικαίωμα στη συγκεκριμένη περίπτωση να εφαρμόσουν τις σχετικές πρόνοιες, απαραίτητη προϋπόθεση είναι να προηγηθεί η έγκριση της Κεντρικής Τράπεζας. Όπως εξηγήσαμε, έγκριση της Κεντρικής δεν φαίνεται να υπήρξε με βάση τους όρους έκδοσης. Κατά την άποψή μας, παρά το ότι η διαδικασία ακολουθήθηκε, αγνοήθηκαν οι πιο κάτω σημαντικοί παράγοντες:

-Ότι τα ΜΑΕΚ με τις τροποποιήσεις μετατράπηκαν από Tier 1 σε Core Tier 1, κάτι που είναι εντελώς εκτός των στόχων και σκοπών των δύο άρθρων των Ενημερωτικών Δελτίων των δύο τραπεζών. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να βελτιωθεί η ποιότητα του κεφαλαίου για τις τράπεζες, ώστε να μετρήσει ως μέρος της ανακεφαλαιοποίησής τους, αλλά να μειωθεί η ποιότητα του κεφαλαίου για τους κατόχους των ΜΑΕΚ.

-Η ενέργεια των δύο τραπεζών, που είχε ως μοναδικό στόχο τη συμμόρφωση των όρων έκδοσης με το Παράρτημα 3 της ΕΒΑ, πέτυχε να συμπεριλάβει 500 εκ. περίπου ευρώ στην ανακεφαλαιοποίηση, όμως μείωσε σημαντικά την ποιότητα του δανειακού κεφαλαίου για τους ιδιοκτήτες των ΜΑΕΚ. Αυτό αποτελεί σχήμα οξύμωρο όσον αφορά τουλάχιστον τον ρόλο της Κεντρικής Τράπεζας, της οποίας η απόλυτη ευθύνη με βάση τους όρους έκδοσης είναι να βεβαιωθεί ότι το δανειακό κεφάλαιο διατηρείται ως Tier 1, αλλά και ότι διατηρούνται τα δικαιώματα των κατόχων των ΜΑΕΚ.

Πώς λοιπόν είναι δυνατόν η Κεντρική να έδωσε οδηγίες στις τράπεζες να προχωρήσουν με τις αλλαγές (όπως λένε οι τράπεζες), αφού αυτές χειροτέρευαν την ποιότητα του κεφαλαίου των ιδιοκτητών; Ο ρόλος της Κεντρικής είναι εντελώς αντιθετος: Να βεβαιώνεται ότι μέσα από τις όποιες αλλαγές διατηρούνται τα δικαιώματα των κατόχων.

Κι έτσι να έγινε…

Σε παρατήρησή μας ότι είναι πιθανόν η Κεντρική να έλαβε υπέρμετρα υπ' όψιν τη βεβαίωση των ΑΕΣ ότι δεν χειρότερευε το κεφάλαιο των κατόχων, η απάντηση ήταν άμεση:
Κι έτσι να έγινε, η Κεντρική θα έπρεπε να λάβει υπ' όψιν τις ίδιες τις προτεινόμενες αλλαγές, που ναι μεν ήταν λίγες σε αριθμό, ήταν όμως ουσιώδεις και θεμελιώδεις. Εκείνο που είχε υποχρέωση να κάνει ήταν να ενημερώσει τις δύο τράπεζες για την ευχέρεια που τους παρέχει το Παράρτημα 3 της ΕΒΑ για τις ανάγκες ανακεφαλαιοποίησης. Σε καμία περίπτωση δεν μπορούσε να δώσει οδηγίες, όπως ανακοίνωσαν οι τράπεζες ότι έκανε. Κάτι τέτοιο θα αντίκειτο στον ρόλο της για προστασία των δικαιωμάτων των ιδιοκτητών κάτω από τους όρους έκδοσης των Ενημερωτικών Δελτίων.

Εξισώθηκαν με τις μετοχές

ΕΙΝΑΙ προφανές από τις πιο πάνω πολύ απλές, ταυτόχρονα όμως εξαιρετικά σημαντικές και θεμελιώδεις αλλαγές, ότι η ποιότητα των κεφαλαίων των κατόχων ΜΑΕΚ χειρότερευσε σε τέτοιο σημείο, που άνετα κάποιος μπορεί να πει ότι τα αξιόγραφα εξισώθηκαν με τις μετοχές.

«Θυσιάστηκαν δηλαδή», μας ελέχθη, «παράτυπα και παράνομα τα δικαιώματα των κατόχων στον βωμό των αναγκών για ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, με την απόλυτη ανοχή όλων των εμπλεκομένων. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι όλοι οι εμπλεκόμενοι, αλλά κατά κύριο λόγο η Κεντρική Τράπεζα, ενήργησαν παράνομα, προσφέροντας πέπλο κάλυψης στις τράπεζες για να υλοποιήσουν τις αλλαγές, ενώ η πρωταρχική ευθύνη όλων -πλην των τραπεζών- είναι η προστασία των δικαιωμάτων των ιδιοκτητών των ΜΑΕΚ, πάντοτε με βάση τους αρχικούς όρους έκδοσης των Ενημερωτικών Δελτίων, τα οποία αποτελούν την επίσημη συμφωνία μεταξύ των τραπεζών και των επενδυτών».

Σε ερώτησή μας τι πρέπει να γίνει για θεραπεία της κατάστασης, η απάντηση ήταν λιτή και κατηγορηματική:

«Είτε να ακυρωθούν οι αλλαγές, είτε να θεωρηθεί ολόκληρη η συμφωνία άκυρη (Null and void)».