Οι παλαιότεροι θυμούνται και οι νεότεροι έχουμε ακούσει πως γύρω στα 1970 μια πολιτική ταινία είχε ταράξει τα νερά της κλειστής μας επαρχίας: Η ταινία με τον εύγλωττο τίτλο «Κύπρος, η άλλη πραγματικότητα», είχε αποσπάσει δύο σημαντικά βραβεία στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης το 1976, είχε κάνει μια λαμπρή σταδιοδρομία στην Ελλάδα με 500.000 θεατές και είχε απαγορευθεί στον τόπο που τη γέννησε.
Οι τολμηροί νέοι -τότε- σκηνοθέτες Θέκλα Κίττου και Λάμπρος Παπαδημητράκης, ανέντακτοι αριστεροί διανοούμενοι, τόλμησαν «να βγάλουν το μέικ-άπ από το κυπριακό ζήτημα… να πουν ότι το νησί παραμένει δέσμιο της αποικιοκρατικής αλλοτρίωσης… για τον τρελό χορό των πολυεθνικών μονοπωλίων πάνω στο τραυματισμένο σώμα του… να καταγγείλουν την πολιτική της ελληνικής και κυπριακής ηγεσίας που οδηγεί «ντε φάκτο» στη διχοτόμηση, με την αποδοχή της ανταλλαγής των πληθυσμών… και να κάνουν μια ταινία όλο κουράγιο για πολλές αλήθειες πάνω σε πολλά ψέματα…» (απάνθισμα από τις κριτικές στον ελληνικό Τύπο). Με την ευκαιρία της επαναπροβολής της ταινίας στο κινηματογραφικό Φεστιβάλ, που οργανώνει από 4-10 Δεκεμβρίου η «Ένωση Σκηνοθετών Κινηματογράφου και Τηλεόρασης Κύπρου» στο Πάνθεον, συναντήσαμε τους δυο σκηνοθέτες και είχαμε μια ενδιαφέρουσα συζήτηση.
Τριάντα-έξι χρόνια μετά την παραγωγή και βράβευσή της η ταινία σας παίρνει μέρος σε ένα κυπριακό Φεστιβάλ, τι έχετε να πείτε γι’ αυτή την καθυστέρηση;
Θ.Κ: Στην πραγματικότητα είναι 38 ολόκληρα χρόνια μετά το τράβηγμα του πρώτου πλάνου σε έναν τόπο που εξακολουθεί να μας πληγώνει, σε μια γη που φέρει ακόμα τις ίδιες πληγές, πληγές που από σωματικές γίνονται όλο και περισσότερο ψυχοσωματικές και μόνιμες. Τα γυρίσματα ξεκίνησαν τον Αύγουστο του 1974 και κράτησαν -με ενδιάμεσες διακοπές- μέχρι τον Απρίλιο του 1976. Βλέποντας ξανά τις σκηνές της ταινίας, πονάω γιατί η δική μας γενιά δεν μπόρεσε να σηκώσει το βάρος μιας απελευθερωτικής πορείας… Πιστεύω ότι το ευάλωτο κυπριακό κράτος εγκλωβίστηκε τόσο μέσα στην ανάγκη αυτοσυντήρησης, που δεν άφησε πολλά περιθώρια στη γενιά μας να αμφισβητήσει τις δομές εξουσίας και να ανοίξει νέους δρόμους …
Λ.Π.: …Απόδειξη, πόσο στενόκαρδα και κοντόφθαλμα αντιμετώπισε μια ταινία ανοικτής ανάγνωσης, όπως η δική μας… Η ταινία είπε τότε, την ώρα που ήταν απόλυτα αναγκαίο να ειπωθεί, για να υπήρχε δυνατότητα αλλαγής τροχιάς, αυτά που όλοι σήμερα διαγιγνώσκουν, αλλά είναι, πλέον, πολύ αργά. Πρέπει να πούμε ότι η ταινία κτυπήθηκε από το κυπριακό κράτος από την προβολή της ήδη στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης: παρενέβησαν υψηλοί παράγοντες για να μη βραβευθεί, ακολούθησαν δύο αλλεπάλληλες απορριπτικές αποφάσεις της Επιτροπής Λογοκρισίας το 1978. Μας υποχρέωσαν μάλιστα να επανεξαγάγουμε την ταινία στην Ελλάδα, δηλαδή την απέλασαν, ωσάν να επρόκειτο για μολυσματική νόσο. Ακολούθησε πολυετής αγώνας δικαστικός και πολιτικός, και τελικά την επέτρεψε η κυβέρνηση Σπύρου Κυπριανού το 1984. Ακόμα και μετά τη νίκη μας, που σήμανε μια νέα εποχή στην ελευθερία της έκφρασης και στην αποαποικοποίηση των θεσμών, το κρατικό ΡΙΚ μας αρνήθηκε συνέντευξη και παρουσίαση όταν προβλήθηκε..
Το «Κύπρος η άλλη πραγματικότητα» είναι μια καθαρά πολιτική ταινία. Ποιος ήταν ο στόχος της;
Θ.Κ: Η ταινία έθεσε το κυπριακό στη ρίζα του. Σαν ένα ζήτημα ελευθερίας, που παρά την κυριαρχία ισχυρών δυνάμεων στην περιοχή, με τις οποίες οι ηγεσίες συνδιαλλάσσονται, παρά τις επιμέρους όψεις του, παραμένει ένα ζήτημα σύγκρουσης ανάμεσα στο αναφαίρετο δικαίωμα αυτοδιάθεσης και στην παλιά αγγλική και νέα αγγλοαμερικανοτουρκική αποικιοκρατική αρπακτικότητα. Ένα, εντέλει, ζήτημα πολιτικής ηθικής και ανθρωπισμού. Η ταινία, ξεπερνώντας τα πολιτικά ταμπού, μίλησε για τα ιστορικά λάθη όλων των πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων, που οδήγησαν στην εθνική απώλεια του ’74. Με άλλα λόγια, θέσαμε το εθνικό θέμα της Κύπρου με όρους ιδεολογικής και ταξικής ηγεμονίας. Μιλήσαμε χωρίς παρωπίδες και ιδεοληψίες για το δίκαιο της Ένωσης, μιλήσαμε χωρίς αποκρύψεις για τα εγκλήματα εναντίον των Τουρκοκυπρίων.
Πώς νομίζετε ότι θα λειτουργήσει η ταινία στο σημερινό κοινό και, μάλιστα, στους νέους;
Λ.Π: Η ταινία υπήρξε προφητική. Σε μια εποχή που όλοι μιλούσαν για αγώνα επιστροφής, μέχρι και ένοπλο, που οι κυπριακές πόλεις κατακλύζονταν καθημερινά από μάζες εξαθλιωμένων και προδομένων ανθρώπων, που γεμάτοι οργή ήταν δυνητικοί φορείς ανατροπής, μπορούσε ένας στοχαστικός παρατηρητής να διακρίνει τις δυνάμεις που δρομολογούσαν την υποταγή και τη διχοτόμηση. Η ταινία τελειώνει με μια σκηνή στο Χίλτον -στην οποία καθόλου τυχαία εστίασαν όλοι οι κριτικοί- όπου ήδη ένας κόσμος από πολυεθνικούς ατζέντηδες, τραπεζίτες, ξένους πράκτορες και ντόπιους μεγαλοεπιχειρηματίες στήνει τη νέα Κύπρο. Τη νέα Κύπρο, όπου οι μαυροφορεμένες και οι απελπισμένοι, που ακολουθούν στην επόμενη σκηνή, δεν έχουν θέση...
Θ.Κ: Η ταινία αυτή, όσο η Κύπρος παραμένει υπόδουλη, είναι πάντα επίκαιρη, γιατί ανέδειξε τα βαθύτερα αίτια της τραγωδίας. Που δεν είναι παρά η γεωπολιτική ομηρία και μια αδυναμία να την αποτινάξουμε, οφειλόμενη στη μη ανάληψη της ιστορικής ευθύνης σε βάθος. Και υπαινίχθη τη μόνη αποτελεσματική διέξοδο για την κάθαρση. Που δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα μακροχρόνιο αγώνα ελευθερίας. Από την άποψη αυτή, ειδικά οι νέοι θα μπορέσουν να παρακολουθήσουν ένα βιωμένο ντοκουμέντο εκείνης της ταραγμένης εποχής, θα δουν μέσα από ποιες συνθήκες επιβίωσαν οι πατεράδες και οι μανάδες τους, και θα αντιληφθούν τις βαθιές αλήθειες και τις δικές τους ευθύνες απέναντι στην ανάγκη να επιβιώσει, όχι μόνο υλικά, αλλά με όλη του την πνευματική σκευή, ο κυπριακός Ελληνισμός. Η ταινία, τέλος, αποτελεί έκφραση μιας ανάγκης για αυτοσυνειδησία των Ελλήνων της Κύπρου.
*Η ταινία «Κύπρος η άλλη πραγματικότητα» προβάλλεται την Τετάρτη 9/12/09, στις 9.30 μ.μ, στο Πάνθεον.